Την απόσταση των προτάσεων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου από αυτές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κυρίως του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου επισήμανε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την τοποθέτησή του στο έκτακτο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, με αντικείμενο το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2021-2027.
Οι εργασίες της Συνόδου διεκόπησαν προκειμένου ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου Σαρλ Μισέλ να ξεκινήσει τις διμερείς συναντήσεις με τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων των κρατών-μελών. Η Σύνοδος αναμένεται να αρχίσει και πάλι σήμερα το πρωί.
«Δεν μπορούμε να κάνουμε περισσότερα με λιγότερα» επανέλαβε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης κατά την παρέμβασή του, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές που επικαλείται το ΑΜΠΕ.
Υπενθυμίζεται ότι η απόσταση που χωρίζει τις προτάσεις αυτές υπερβαίνει τα 200 δισ. ευρώ. Σε αυτό το πλαίσιο, όπως αναφέρουν οι ίδιες πηγές, ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι είναι απαραίτητο να βολιδοσκοπηθούν οι προθέσεις του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και να υπάρξει η μεγαλύτερη σύγκλιση μεταξύ των δύο τόσο σημαντικών για το Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, οργάνων. «Δεν πρέπει να εμφανιστούμε ως νέοι αλχημιστές» συμπλήρωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Επιλέγοντας ένα παράδειγμα που έχει μεγάλη σημασία για τους Ευρωπαίους πολίτες, το μεταναστευτικό-προσφυγικό, όπως αναφέρεται, ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι οι περικοπές στον τομέα αυτό δεν είναι οι σωστές και είναι στην αντίθετη κατεύθυνση από τις προσδοκίες των πολιτών, επισημαίνεται ακόμα.
«Η θέση μου είναι καθαρή από την αρχή. Δεν μπορεί να υπάρχει η προσδοκία ότι θα κάνουμε περισσότερα με λιγότερα. Χρειαζόμαστε μεγαλύτερο φάκελο αν θέλουμε να υποστηρίξουμε την ίδια στιγμή παραδοσιακές πολιτικές, όπως η Συνοχή και η Κοινή Αγροτική Πολιτική, αλλά και να είμαστε περισσότερο φιλόδοξοι όσον αφορά πολιτικές που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή και τη διαχείριση των συνόρων» είχε δηλώσει προσερχόμενος στη Σύνοδο Κορυφής ο κ. Μητσοτάκης.
Κυβερνητικές πηγές επισήμαιναν από χθες πως ο ευρωπαϊκός προϋπολογισμός είναι πιο περιοριστικός από μια φιλόδοξη Ευρώπη, σημειώνοντας πως πρόκειται για μια δύσκολη διαπραγμάτευση που πραγματοποιείται σε περιβάλλον με μικρότερο προϋπολογισμό, μετά την αποχώρηση της Μεγάλης Βρετανίας.
«Σημείο αναφοράς η Πολιτική Συνοχής»
Ειδική αναφορά έκανε ο πρωθυπουργός στην Πολιτική Συνοχής, σημειώνοντας ότι δεν θα πρέπει να θεωρείται απλά ως μεταφορά πόρων από τις πλούσιες χώρες προς τις φτωχότερες. Όπως χαρακτηριστικά σημείωσε, «η Πολιτική Συνοχή αποτελεί σημείο αναφοράς». Και αυτό γιατί οι συγκεκριμένοι πόροι είναι, για αρκετές χώρες, σημαντικοί έτσι ώστε να υλοποιηθούν έργα υποδομών, εκσυγχρονισμού και αναβάθμισης του ανθρώπινου δυναμικού που ενισχύουν την απασχόληση, την ανάπτυξη και την ευημερία των πολιτών, σημειώνουν οι κυβερνητικές πηγές.
Υπογράμμισε δε, όπως γίνεται ακόμα γνωστό, πως ενώ οι προτάσεις που έχουν κατατεθεί δίνουν στην Ελλάδα αυξημένους πόρους, στο σύνολό τους δεν επαρκούν για να καλύψουν επιπτώσεις που άφησε η κρίση στη χώρα. «Το Ταμείο Συνοχής και η Κοινή Αγροτική Πολιτική συνέβαλαν στο να μείνει η Ελλάδα στο ευρώ» συμπλήρωσε ο κ. Μητσοτάκης, σημειώνοντας πως η Κοινή Αγροτική Πολιτική είναι άκρως σημαντική για τον πρωτογενή τομέα στην Ελλάδα.
Όσον αφορά το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης ο πρωθυπουργός στάθηκε στο γεγονός πως αυτό είναι σημαντικό, αλλά θα έπρεπε να «επιβραβεύει τις χώρες που κινούνται ταχύτερα». Υπογράμμισε την απόφαση της Ελλάδας να κλείσουν όλες οι λιγνιτικές μονάδες έως το 2023, πλην μίας που θα κλείσει έως το 2028.
Τσίπρας: Δυστυχώς ο κ. Μητσοτάκης δεν διεκδίκησε επιπρόσθετα κονδύλια για την Ελλάδα
Για μη διεκδίκηση επιπρόσθετων κονδυλίων για την Ελλάδα επέκρινε τον πρωθυπουργό ο Αλέξης Τσίπρας, τονίζοντας ότι ο ίδιος, ως πρωθυπουργός, το είχε διεκδικήσει με «επιμονή και μεθοδικότητα».
Ειδικότερα, προσερχόμενος στην προπαρασκευαστική σύνοδο του Ευρωπαϊκού Σοσιαλιστικού Κόμματος, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι στον πρώτο πολυετή προϋπολογισμό μετά την κρίση, οι δαπάνες για την κοινωνική συνοχή «δυστυχώς μειώνονται αντί να αυξάνονται, και τα κριτήρια κατανομής τους γίνονται ακόμη πιο άδικα ιδιαίτερα για τις αδύναμες χώρες».