Στο σοβαρό ενδεχόμενο να υπάρξουν περισσότερα του ενός «ευρώ» σε μια Ευρωζώνη δύο ταχυτήτων αναφέρεται ο Γιάννης Δραγασάκης στη συνέντευξή του στην «Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία».
Ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ χαρακτηρίζει μη βιώσιμο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα στην υπάρχουσα αρχιτεκτονική του και επισημαίνει ότι, σε αυτό το δυσμενές διεθνές περιβάλλον και καθώς η έκβαση της κρίσης είναι απρόβλεπτη, η χώρα θα πρέπει να είναι προετοιμασμένη για κάθε εξέλιξη. Ακόμη και για επιστροφή στη δραχμή.
Απαντώντας στην κριτική που δέχεται ο ΣΥΡΙΖΑ περί ασαφούς θέσης γύρω από το κοινό νόμισμα, που εκφράζεται από τη γραμμή «καμία θυσία για το ευρώ», σημειώνει ότι η ασάφεια αφορά την ίδια την πραγματικότητα και τα πολλαπλά ενδεχόμενα που αυτή περικλείει.
Σχετικά με το ιδρυτικό συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ, τονίζει ότι θα διαψευστούν όσοι εύχονται διασπάσεις και καλλιεργούν τεχνητούς διαχωρισμούς.
Aκολουθούν αποσπάσματα από τη συνέντευξή του…
* Εκφράζονται ανησυχίες ότι δεν προχωρεί η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών και πως το σχετικό πρόγραμμα είναι αδιέξοδο. Πώς βλέπετε να εξελίσσεται η υπόθεση με την ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος και, εξ αυτού, προκύπτουν νέοι κίνδυνοι για την ελληνική οικονομία;
– Η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών έπρεπε να είχε γίνει από πέρυσι, μαζί με το PSI και το κούρεμα των ομολόγων. Δεν έγινε τότε, διότι διάφορες ομάδες συμφερόντων ανταγωνίζονταν για τον έλεγχο των τραπεζών. Ομως οι τράπεζες δεν ανήκουν ούτε στην τρόικα ούτε σε παρέες ούτε σε οικογένειες. Η κοινωνία θα πληρώσει βαρύτατο τίμημα για τη διάσωσή τους.
Αρα πρέπει η ίδια να έχει τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο για την τύχη των τραπεζών. Με την προϋπόθεση αυτή, η ανακεφαλαιοποίηση πρέπει να προχωρήσει άμεσα, χωρίς παλινδρομήσεις. Ομως η συνέχιση της λιτότητας και της ύφεσης θα εξακολουθεί να υποσκάπτει τη φερεγγυότητα των τραπεζών. Γι’ αυτό η ανακεφαλαιοποίηση δεν θα αποδώσει αν δεν ενταχθεί σε μια συνολικότερη αλλαγή πολιτικής.
* Μετά το κούρεμα των καταθέσεων στην Κύπρο και τις εξελίξεις που σημειώνονται στη Μεγαλόνησο, κατά πόσο πιστεύετε ότι το κυπριακό Μνημόνιο θα επηρεάσει τη χώρα μας;
– Οι εξελίξεις στην Κύπρο επηρεάζουν την Ελλάδα με πολυδιάστατο τρόπο, οικονομικό αλλά και γεωπολιτικό. Από την άλλη μεριά, όμως, αυτή η αλληλεξάρτηση μπορεί να λειτουργήσει θετικά μέσω της δημιουργίας μιας στρατηγικής συμμαχίας ανάμεσα στον κυπριακό και τον ελληνικό λαό, στην κατεύθυνση μιας ευρύτερης συμπαράταξης των λαών του Νότου μεταξύ τους και με τους εργαζομένους του Βορρά, ενάντια σε μια πολιτική που ισοπεδώνει κοινωνίες και απειλεί με διάσπαση την ίδια την Ευρωζώνη.
* Πού οδεύει η Κύπρος; Είναι ορατό, ως ενδεχόμενο, να οδηγηθεί σύντομα εκτός Ευρωζώνης;
– Η Κύπρος, όπως και η Ελλάδα, έχει εισέλθει σε μια σκοτεινή φάση της ιστορίας της. Ομως διατηρεί ακόμη ισχυρές δυνάμεις αντίστασης, τις οποίες μπορεί να αξιοποιήσει για να αποτρέψει την καταστροφή. Οσον αφορά το ευρώ, η Κύπρος μπορεί να βγει από το ενιαίο ευρωπαϊκό νόμισμα μόνο αν η ίδια το επιθυμεί.
* Εκφράζονται ανησυχίες στην Ελλάδα και διεθνώς ότι η πολιτική της Γερμανίας και των κυρίαρχων ηγετικών ομάδων της Ε.Ε. οδηγούν σε διάλυση την Ευρωζώνη. Κατά πόσο αυτές οι εκτιμήσεις ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα;
– Εχουν βάση. Διότι το ευρωσύστημα υπό την παρούσα αρχιτεκτονική του δεν είναι βιώσιμο. Οι πολιτικές της λιτότητας, που διευρύνουν τις ταξικές και περιφερειακές ανισότητες, επιτείνουν την κρίση του. Ομως η έκβαση της κρίσης δεν είναι δεδομένη. Το τι ακριβώς θα γίνει, ακόμη και αν θα έχουμε ένα ή περισσότερα «ευρώ», η όποια νέα κορυφή της Ευρώπης θα προκύψει μέσα από πολιτικούς και κοινωνικούς αγώνες στην κάθε χώρα ξεχωριστά και στην Ευρώπη ως σύνολο. Γι’ αυτό, άλλωστε, έχει νόημα να είμαστε μέσα στις αντιπαραθέσεις αυτές ως συμμέτοχοι αλλά και ως επίδικοί τους.
* Μέχρι πρότινος στον ΣΥΡΙΖΑ γινόταν λόγος για το ότι το ευρώ είναι το εθνικό μας νόμισμα. Μετά την Κύπρο, αντ’ αυτού, προτάσσεται από το κόμμα σας ότι καμία θυσία για το ευρώ δεν είναι θεμιτή. Τι απαντάτε σε όσους σας αποδίδουν «ασάφειες» επ’ αυτού του θέματος;
– Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ είχε και έχει σαφέστατη θέση. Αγωνιζόμαστε για την ανατροπή των κυρίαρχων πολιτικών στην Ελλάδα και την Ευρώπη, πρώτον, διότι το πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό και, δεύτερον, διότι οι δυνατότητες εθνικών λύσεων εξαρτώνται σήμερα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι στο παρελθόν από τους γενικότερους συσχετισμούς και τις δυναμικές που αναπτύσσονται στην Ευρώπη και τον κόσμο. Από κει και πέρα, για μας, καμιά πολιτική δεν μπορεί να είναι χωρίς όρια κοινωνικά, πολιτικά ή ηθικά. Αν υπάρχει, επομένως, ασάφεια, αυτή αφορά την ίδια την πραγματικότητα και τα πολλαπλά ενδεχόμενα που αυτή περικλείει.
* Πέραν του ερωτήματος «ευρώ ή δραχμή», που συνδέεται και με τις εξελίξεις στον ευρωπαϊκό χώρο, πιστεύετε ότι η χώρα θα πρέπει να διαθέτει έτοιμο ένα εναλλακτικό σχέδιο επιστροφής στο εθνικό νόμισμα;
– Είμαστε αντίθετοι τόσο σε μια νεοφιλελεύθερη Ευρώπη όσο και στην επιστροφή σε μια Ευρώπη των εθνικών περιχαρακώσεων και ανταγωνισμών του παρελθόντος. Η ιστορική πρόκληση, με την έννοια αυτή, δεν είναι η επιστροφή στα εθνικά νομίσματα αλλά η συμβολή μας στην ανατροπή ενός συντηρητικού, νεοφιλελεύθερου και γερμανοκεντρικού σχεδίου για την Ευρώπη, που, αν επικρατήσει, θα μας «κυνηγά» είτε μέσα είτε έξω από το ευρώ, και εμάς και άλλους λαούς, συμπεριλαμβανομένου και του γερμανικού λαού. Από εκεί και πέρα, όπως ήδη είπα, πρέπει να είμαστε έτοιμοι για κάθε ενδεχόμενο, ακόμη και για ενδεχόμενα που υπερβαίνουν τις δικές μας επιλογές ή επιθυμίες».
* Τι απαντάτε στην κριτική που δέχεται ο ΣΥΡΙΖΑ, μέρος της οποίας αναπτύσσεται και στο εσωκομματικό πεδίο, ότι δεν έχει συγκεκριμενοποιήσει το κυβερνητικό του πρόγραμμα και ότι αυτό είναι από τους λόγους της κάποιας στασιμότητας που καταγράφεται στην επιρροή του στην κοινωνία, όπως τουλάχιστον δείχνουν οι δημοσκοπήσεις;
– Η προγραμματική προετοιμασία του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ είναι μια διαδικασία διαρκής και ανοιχτή. Και έχει ανάγκη τη συμβολή όλων. Οσον αφορά τις δημοσκοπήσεις, είναι εξαιρετικά δύσκολο να καταγραφούν με ακρίβεια οι τάσεις σε μια κοινωνία στην οποία τα πάντα ρευστοποιούνται και αποσυντίθενται. Παρακολουθούμε, λοιπόν, τις δημοσκοπήσεις, αλλά πρέπει να είμαστε διαρκώς έτοιμοι να αντιμετωπίσουμε το ξαφνικό ή το απρόοπτο.