Η υπερφορολόγηση «έχει αναδειχθεί σε μάστιγα για την οικονομία, για τις επιχειρήσεις, για κάθε ελληνικό σπίτι», τόνισε ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ κ. Κ. Μίχαλος στον χαιρετισμό που απηύθυνε στην ημερίδα του Τμήματος Οικονομικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ, με θέμα τη φορολογική πολιτική.
«Αν δεν αλλάξει αυτή η προσέγγιση, η ζημιά θα γίνεται όλο και μεγαλύτερη», σημείωσε ο κ. Μίχαλος, υπογραμμίζοντας ότι «σε μια εποχή όπου η χώρα χρειάζεται άμεσα νέες θέσεις εργασίας, η Πολιτεία οφείλει να παρέχει ένα βιώσιμο, σταθερό και ευνοϊκό φορολογικό περιβάλλον για τις επιχειρήσεις. Με ανταγωνιστικούς συντελεστές, με μικρό διαχειριστικό κόστος και με συγκεκριμένα κίνητρα για την προσέλκυση κεφαλαίων σε τομείς και κλάδους στρατηγικής σημασίας».
Ο πρόεδρος του ΕΒΕΑ επισήμανε ακόμα πως «όταν σήμερα η ανεργία έχει φτάσει στο 27% και το κράτος δεν μπορεί και δεν πρέπει να διογκωθεί περαιτέρω, η μόνη διέξοδος για την αύξηση της απασχόλησης είναι οι επενδύσεις. Κι αυτές προφανώς δεν μπορούν να υπάρξουν, όσο η Ελλάδα έχει τους υψηλότερους συντελεστές εταιρικής και έμμεσης φορολογίας από όλες τις γειτονικές της χώρες στην περιοχή των Βαλκανίων. Είναι λάθος κάθε πρόταση για αύξηση της φορολογίας των επιχειρήσεων».
Ο κ. Μίχαλος ανέφερε στη συνέχεια ότι «το πολιτικό σύστημα της χώρας θα πρέπει επιτέλους να κατανοήσει ότι δεν πρέπει να χρησιμοποιεί τη φορολογία ως εύκολη λύση, έναντι των τολμηρών μεταρρυθμίσεων και της καταπολέμησης της κρατικής σπατάλης», και πρόσθεσε: «Εμείς, το δυναμικότερο κομμάτι της ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας, οι 800.000 μικρομεσαίοι επιχειρηματίες, είμαστε έτοιμοι να ακούσουμε με ενδιαφέρον τις θέσεις και τις προτάσεις όλων των κομμάτων».
Καταλήγοντας, τόνισε πως «αυτό που επιζητούμε όμως και έχει σήμερα ανάγκη η χώρα, είναι οι πολιτικές δυνάμεις να καταφέρουν να ομονοήσουν. Να κάνουν την υπέρβασή τους και να πετύχουν έναν ιστορικό συμβιβασμό με τη χάραξη μιας εθνικής πολιτικής προς όφελος του συνόλου της κοινωνίας. Και για να το πετύχουν αυτό, πρέπει να αφήσουν κατά μέρος τις ιδεοληψίες και τα μικροκομματικά συμφέροντα. Δεν πρέπει να στέκονται στις διαφορές που τους χωρίζουν, αλλά στους στόχους που τους ενώνουν».