Την πεποίθησή του ότι η Ελλάδα θα τα καταφέρει και θα ξεπεράσει το σκόπελο της οικονομικής κρίσης εξέφρασε σε συνέντευξη του ο πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου στο αμερικανικό τηλεοπτικό δίκτυο PBS. Αναφέρθηκε στις μεταρρυθμίσεις και στις αλλαγές που έχουν λάβει χώρα τους τελευταίους μήνες και επανέλαβε ότι στόχος είναι η Ελλάδα είναι σε θέση να κινηθεί προς μια οικονομία πιο ανταγωνιστική και βιώσιμη.

Αναλυτικά η συνέντευξη του πρωθυπουργού

« Έχουμε πραγματοποιήσει πια μεγάλες αλλαγές. Η οικονομία βρίσκεται πλέον σε πολύ καλύτερη κατάσταση, διότι πετύχαμε μείωση του ελλείμματος κατά 40%. Κρατικά επενδυτικά Ταμεία, όπως το νορβηγικό συνταξιοδοτικό Ταμείο, μας έδωσαν ψήφο εμπιστοσύνης αγοράζοντας ελληνικά ομόλογα. Και η αύξηση κεφαλαίου, στην οποία προχώρησε η μεγαλύτερη τράπεζα της χώρα μας, έφερε πολύ θετικά αποτελέσματα. Φαίνεται, λοιπόν, ότι όντως υπάρχει μια νέα εμπιστοσύνη προς εμάς.

Αποκλείσαμε το ενδεχόμενο της χρεοκοπίας. Αν επρόκειτο να επιλέξουμε τη χρεοκοπία ως λύση, θα το είχαμε πράξει πολύ νωρίτερα. Αποφασίσαμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο αυτό. Αντιθέτως, αποφασίσαμε νε προχωρήσουμε σε αλλαγές. Αποφασίσαμε ότι θα αντέχαμε και θα μπορούσαμε να αντεπεξέλθουμε στην επώδυνη λύση. Αποφασίσαμε να είμαστε αξιόχρεοι προς τους πιστωτές μας και να δείξουμε σε όλο τον κόσμο ότι η Ελλάδα είναι σε θέση να κινηθεί προς μια οικονομία πιο ανταγωνιστική και βιώσιμη.

Το βασικό έλλειμμα που αντιμετωπίζαμε, ήταν έλλειμμα αξιοπιστίας. Ο κόσμος αμφισβητούσε, κατά πόσον η Ελλάδα μπορεί να τα καταφέρει. Διερωτόταν: μα υπάρχει περίπτωση να γίνουν και να δούμε αλλαγές; Σε αυτές τις αλλαγές, πάντως, προβαίνουμε και αυτές αφορούν στην κρατούσα αντίληψη. Τα όσα θέσαμε σε εφαρμογή, απέδειξαν ότι μπορούμε να προχωρήσουμε σε τέτοιου είδους αλλαγές.

Υιοθετήσαμε αλλαγές, που άλλες χώρες και κυβερνήσεις, αλλά και προηγούμενες κυβερνήσεις στην Ελλάδα, δεν διανοήθηκαν, ούτε τόλμησαν να κάνουν στο παρελθόν, όπως λ.χ. τη σαρωτική αναμόρφωση του συνταξιοδοτικού-ασφαλιστικού συστήματος.

Θεωρώ, πάντως, ότι σε μεγάλο βαθμό επικρατεί στις αγορές και ένας γενικότερος φόβος ανάληψης ρίσκου, εξαιτίας της κατάστασης της παγκόσμιας οικονομίας, όπου υπάρχει μια γενικότερη ανησυχία σχετικά με το κατά πόσον θα ακολουθήσει ίσως και νέα ύφεση, όπως και για το εάν θα κατορθώσουμε να ξεφύγουμε άμεσα και γρήγορα από την ύφεση. Όλα αυτά ασφαλώς και επηρεάζουν την ελληνική οικονομία.

Ωστόσο, πιστεύω ότι καθώς βαδίζουμε προς το μέλλον, ολοένα και περισσότεροι θα διαπιστώνουν πως, δεν είμαστε απλώς αποφασισμένοι, αλλά πράγματι προχωρούμε σε αλλαγές. Και τότε, το κλίμα θα αλλάξει.

Επιδιώκουμε βαθιές τομές και μεταρρυθμίσεις στην οικονομία μας, ώστε να γίνουμε πιο ανταγωνιστικοί, ενώ ανοίγουμε τα κλειστά επαγγέλματα και απελευθερώνουμε την εργατική νομοθεσία.

Όλα αυτά, μας απασχολούν στην παρούσα στιγμή. Αναδιαρθρώσαμε την Τοπική Αυτοδιοίκηση, ώστε να γίνει πιο αποτελεσματική, περιορίσαμε τη γραφειοκρατία και διευκολύνουμε επενδύσεις σε τομείς οι οποίοι είναι πολύ ανταγωνιστικοί.

Μπορούμε να είμαστε πολύ ανταγωνιστικοί στον τομέα του τουρισμού υψηλής ποιότητας, παραδείγματος χάριν, ή του οικολογικού τουρισμού και του αγροτουρισμού. Πρόκειται για τομείς, οι οποίοι θα μπορούσαν να είναι ιδιαίτερα ανταγωνιστικοί. Οι μεταρρυθμίσεις δεν θα προσδώσουν μόνο εμπιστοσύνη, αλλά θα προσελκύσουν και επενδυτές στην Ελλάδα.

Συμμετείχαμε στα τεστ κοπώσεως – “stress test” – που πραγματοποιήθηκαν για όλη την Ευρώπη. Όλες οι ελληνικές τράπεζες, πλην μίας – ένα θέμα, του οποίου έχουμε εξάλλου επιληφθεί – πήγαν καλά.

Δεύτερον, η μεγαλύτερη ελληνική τράπεζα προχώρησε και σε αύξηση κεφαλαίου, στην οποία η αγορά ανταποκρίθηκε πολύ θετικά, γεγονός που με τη σειρά του αξιολογήθηκε ως ψήφος εμπιστοσύνης προς το τραπεζικό σύστημα της χώρας.

Τρίτον, οι ελληνικές τράπεζες, ουδέποτε συμπεριέλαβαν στο ενεργητικό τους τοξικά προϊόντα. Επηρεάστηκαν απλώς από τη γενικότερη κατάσταση της οικονομίας, ενώ έχουν έντονη παρουσία στην ευρύτερη περιοχή – Τουρκία, Βαλκάνια και αλλού. Ασφαλώς, τις στηρίζει και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ώστε να διασφαλίζεται η ύπαρξη ρευστότητας.

Θα ήταν επικίνδυνο, αν δεν γίνονταν αλλαγές στην Ελλάδα. Αυτό που κάνουμε, πάντως, αυτή τη στιγμή, είναι να εξυγιαίνουμε τα ελληνικά ομόλογα, μεταβάλλοντας ολόκληρη την οικονομία της χώρας.

Αυτό που απασχολεί πολλούς Αμερικανούς δεν είναι μόνο τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα, αλλά το ενδεχόμενο να επηρεαστεί από αυτά και άλλη ευρωπαϊκή χώρα, οπότε να προκληθεί μια νέα οικονομική κρίση, που θα μπορούσε να είναι αλγεινή.

Παρατηρούμε στις σφυγμομετρήσεις ότι μια μεγάλη πλειοψηφία δηλώνει ότι χρειαζόμαστε τις αλλαγές αυτές. Οι αλλαγές είναι επώδυνες και κατανοώ τα αισθήματα όσων αντιδρούν, ιδίως εκείνων που ζητούν να μάθουν το λόγο, για τον οποίο θα πρέπει εκείνοι να πληρώσουν για τις αμαρτίες άλλων.

Οι πολίτες λένε ότι δεν προκάλεσαν εκείνοι την κρίση και δεν φέρουν καμία ευθύνη – και πράγματι – αλλά υπάρχει και μια αίσθηση καθήκοντος προς την πατρίδα.

Οφείλουμε να βγάλουμε τη χώρα από την κρίση και οι πολίτες δηλώνουν διατεθειμένοι να υποστούν τον πόνο που συνεπάγονται τα μέτρα, αρκεί να υπάρξει αποτέλεσμα. Εμείς παράγουμε αποτέλεσμα. Εισάγουμε αλλαγές και θεωρώ ότι αυτό ακριβώς θα πείσει τον κόσμο να συνεχίσει να αντέχει. Θα στηρίξουμε την προσπάθεια αυτή και θα τα καταφέρουμε.

Η Ελλάδα είναι μια χώρα, η οποία κάποτε θεωρήθηκε αποτυχημένη και, σήμερα, αποτελεί οικονομικό θαύμα. Μπορεί κάτι τέτοιο να μοιάζει δύσκολο να συμβεί, αλλά εμείς έχουμε βάλει τον πήχη πολύ ψηλά και θα κατορθώσουμε να δείξουμε στον κόσμο, όπως ακριβώς εξάλλου κάναμε και κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, ότι είμαστε σε θέση να λάβουμε τις πιο δύσκολες αποφάσεις, εφόσον το επιθυμούμε, και ότι αλλάζουμε τη χώρα προς το καλύτερο».