Πριν τελειώσει η χρονιά, η κυβέρνηση σπεύδει να κλείσει την εκκρεμότητα με τη λίστα Λαγκάρντ, καταθέτοντας στη Βουλή – η οποία είναι κλειστή και ανοίγει μετά τις 8 Ιανουαρίου- πρόταση για προανακριτική επιτροπή, η οποία θα ελέγξει τον πρώην υπουργό, Γιώργο Παπακωνσταντίνου, καθώς είχε αλλοιωθεί η λίστα και, μάλιστα, είχαν αφαιρεθεί πρόσωπα του συγγενικού του περιβάλλοντος.
Ουσιαστικά, πρόκειται για προαναγγελία παραπομπής του κ. Παπακωνσταντίνου στο Ειδικό Δικαστήριο, αφού η κυβερνητική πλειοψηφία έχει τη δυνατότητα, όταν τελειώσει η επιτροπή το έργο της, να αποφασίσει στη Βουλή την
παραπομπή του πρώην υπουργού, ανάλογα και με τα στοιχεία, που θα προκύψουν.
Από την άλλη πλευρά, είναι προφανές ότι ο κ. Σαμαράς θέλει να δείξει πως δεν αφήνει να αιωρούνται σκιές για συγκάλυψη για ένα θέμα, στο οποίο δεν έχει καμία εμπλοκή, ενώ ταυτόχρονα είναι τόσο κραυγαλέο, που δεν χωρούν περιθώρια για καθυστερήσεις.
Προφανώς, η σπουδή της κυβερνητικής πλειοψηφίας – μετά όμως από πρόταση του κ. Κουβέλη – δείχνει ότι δεν επιθυμεί να ανοίξει και συζήτηση για διεύρυνση των υπό αξιολόγηση και κρίση προσώπων, καθώς στο κυβερνητικό στρατόπεδο θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ θα επιδιώξει να εντάξει και τον κ. Βενιζέλο στην έρευνα και στην κρίση της προανακριτικής.
Η ΔΗΜΑΡ, παραδοσιακά ως η αριστερή συνετή φωνή, έχει στόχο να δείξει ότι σε θέματα διαφάνειας και διαφθοράς δεν υποχωρεί, ενώ και για τον κ. Βενιζέλο αποτελεί πρώτης τάξεως ευκαιρία να προχωρήσει σε εκκαθάριση των λογαριασμών με το παρελθόν και στην αναβάπτιση του κόμματός του.
Σε κάθε περίπτωση, όμως, όπως επισημαίνουν κυβερνητικά στελέχη, η κυβέρνηση έχει σοβαρά θέματα να ασχοληθεί και δεν μπορεί να αφήνει περιθώριο για αμφιβολίες στους πολίτες, ούτε και στα κόμματα της αντιπολίτευσης, να την περισπούν από τη μείζονα προτεραιότητα της οικονομίας. Εξάλλου, σημειώνουν πως μια τέτοια πρακτική και αντιμετώπιση στέλνει και σαφές μήνυμα στο εξωτερικό ότι το ελληνικό πολιτικό σύστημα αλλάζει και δεν συνεχίζει να αγκαλιάζει τη διαφθορά ή την ανομία.
Μπορεί ο κ. Παπακωνσταντίνου να «φωνάζει ότι μόνον ένας ηλίθιος θα αλλοίωνε τη λίστα και πως είναι θύμα σκευωρίας», αλλά αυτή τη στιγμή δεν τον ακούει κανείς, ούτε θα βρει υποστηρικτές. Προφανώς, υπάρχουν μεγάλες τεχνολογικές δυνατότητες, που μπορούν να δώσουν απαντήσεις για το πότε υπήρξε επεξεργασία της λίστας, πού και πότε σβήστηκαν αρχεία, και αν όλα αυτά έγιναν επί υπουργίας του ή αργότερα. Οι υπολογιστές μπορεί να αποδειχθούν «ορός της αλήθειας» και πολλοί ειδικοί διερωτώνται γιατί ο πρώην υπουργός, που έχει γνώσεις, δεν έχει ζητήσει άμεση πραγματογνωμονική εξέταση της πρώτης περιβόητης λίστας, η οποία τον εκθέτει.
Εξάλλου, έτσι θα φανεί πραγματικά ποιοι και πότε παρενέβησαν στη λίστα. Ο ΣΥΡΙΖΑ ήδη προετοιμάζεται να θέσει και τέτοια ζητήματα, εκτός από τα πολιτικά θέματα, και τότε κάθε κατεργάρης θα καθίσει στον πάγκο του.