Περισσότερο χρόνο ώστε να μοιραστούν τα μέτρα των 11,7 δισ. ευρώ σε τέσσερα χρόνια αντί για δύο έως το 2016, θέτει σε συνέντευξή του στην Washington Post ο Αντώνης Σαμαράς.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός αποκαλύπτει ότι ζήτησε από τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να ενισχύσει τη ρευστότητα της ελληνικής οικονομίας, ωστόσο ο κ. Ντράγκι ζήτησε να δει πρώτα την έκθεση της τρόικας.
Δηλώνει ότι αν πάρουμε την επόμενη δόση τον Οκτώβριο, θα ανακεφαλαιοποιηθούν οι τράπεζες και θα εξασφαλιστούν τα 6 δισ. που χρωστά το δημόσιο σε ιδιώτες, ενώ στο ερώτημα «γιατί δεν μειώνετε το προσωπικό στο Δημόσιο», άπαντα ότι αυτό λέει το Σύνταγμά μας.
Ο κ. Σαμαράς επισημαίνει ότι «η αποφασιστικότητά μας είναι δεδομένη», δίνοντας έμφαση στην ανάγκη να υπάρξει ρευστότητα για ανάπτυξη, επιμήκυνση για υλοποίηση του προγράμματος και συνέπεια στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Μεταξύ άλλων, ο κ. Σαμαράς υπογραμμίζει με έμφαση ότι δεν θέλει η Ελλάδα να γίνει το αρνητικό παράδειγμα για τους άλλους, σημειώνοντας χαρακτηριστικά: «Πρέπει να εξασφαλίσουμε την παραμονή μας στην ευρωζώνη» και «πολλοί ηγέτες στο εξωτερικό συνειδητοποιούν τώρα ότι αυτό είναι το καλύτερο, όχι μόνο για την Ελλάδα, αλλά και για την Ευρώπη. Οι συνέπειες είναι άγνωστες ως προς το τι θα μπορούσε να συμβεί στην Ευρώπη αν η Ελλάδα έφευγε. Ποια θα ήταν η αντίδραση των αγορών».
Ο κ. Σαμαράς τονίζει επίσης ότι υπάρχουν πολλά προβλήματα με την κοινωνική συνοχή και ότι «αν δεν υπάρξει φως στο τέλος του τούνελ, τότε, ναι, είμαι πολύ ανήσυχος» σημειώνει ενδεικτικά.
Στη συνέντευξή του κάνει αναφορά και στα προβλήματα των παράνομων μεταναστών, στην κρίση στη Συρία και στην πιθανότητα χιλιάδες πρόσφυγες να κατευθυνθούν προς την Ελλάδα, σημειώνοντας την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά το φαινόμενο των παράνομων μεταναστών.
Τέλος, ο πρωθυπουργός μιλά για το «σπάσιμο» της γραφειοκρατίας, για τις επενδυτικές ευκαιρίες, αξιοποιώντας τις τεράστιες δυνατότητες που προσφέρει η χώρα, κυρίως στους τομείς του τουρισμού και της ναυτιλίας και δηλώνει αποφασισμένος να περάσει τα μέτρα από τη Βουλή, ακόμη κι αν αυτό έχει πολιτικό κόστος.