«Θα πρέπει να συλληφθούν, να ταυτοποιηθούν οι δράστες και να οδηγηθούν στη Δικαιοσύνη και θα πρέπει να γίνει είναι μία εκστρατεία ευαισθητοποίησης της κοινωνίας ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με φασιστικές εγκληματικές συμμορίες» δήλωσε ο αρμόδιος για τον συντονισμό του κυβερνητικού έργου υπουργός Επικρατείας, βουλευτής Α’ Αθηνών του ΣΥΡΙΖΑ, Χριστόφορος Βερναρδάκης, στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού- Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων «Πρακτορείο 104,9 FM», με αφορμή την επίθεση εναντίον του βουλευτή Μεσσηνίας του ΣΥΡΙΖΑ, Πέτρου Κωνσταντινέα, αλλά και τον θάνατο του 33χρονου που μπήκε στο κοσμηματοπωλείο στην Ομόνοια.
«Εδώ δεν έχουμε πλέον ούτε μεμονωμένα περιστατικά, ούτε κάποιους ακραίους κύκλους, οι οποίοι δρουν εν βρασμώ ψυχής, εδώ έχουμε ένα συντονισμένο σχέδιο, που βεβαίως πατάει και στο γεγονός ότι ιδεολογίες και στάσεις ζωής κατά κάποιον τρόπο εντάσσονται πια στην λογική του κοινωνικού αυτοματισμού, όπως είναι η περίπτωση του Κωστόπουλου, αυτό το αποτρόπαιο θέαμα της περασμένης Παρασκευής. Έχουμε δηλαδή δύο εκδοχές, τη συνειδητή δράση μιας εγκληματικής συμμορίας και έχουμε βεβαίως και τη στάση ζωής ορισμένων πολιτών, οι οποίοι θεωρούν ότι όλα αυτά κατά κάποιον τρόπο είναι φυσιολογικά», είπε ο κ. Βερναρδάκης, σύμφωνα με το ΑΠΕ.
«Εδώ», συνέχισε, «πρέπει πρώτα να δράσουμε κατασταλτικά, δηλαδή οι φυσικοί αυτουργοί πρέπει να πληρώσουν βαρύ το τίμημα αυτής της δράσης, η αστυνομία θα πρέπει πια να καταλάβει και να συνειδητοποιήσει ότι αυτά τα κυκλώματα έχουν κεντρική καθοδήγηση, έχουν σχεδιασμό και άρα θα πρέπει να δράσει ανάλογα, να χτυπήσει το φαινόμενο εκεί που συντηρείται και αναπαράγεται και το τρίτο είναι μία πολύ μεγάλη ιδεολογική και πολιτική συζήτηση στη χώρα, η οποία πια να βάλει το ζήτημα της Δημοκρατίας και των δικαιωμάτων στο επίκεντρο, όπως πρέπει να γίνει σε μια ευνομούμενη χώρα».
«Είναι ανησυχητικό φαινόμενο γιατί καταρχήν είναι ασύμμετρο, είναι συμμορίες εγκληματικών οργανώσεων που δρουν εκεί μάλιστα που η Χρυσή Αυγή έχει πυρήνες οργανωμένους και άρα και δημιουργεί και ομόκεντρους κύκλους βίας, επομένως αυτό πρέπει να το λάβουμε πολύ σοβαρά υπόψη», επισήμανε ο υπουργός.
Αναφερόμενος, εξάλλου, στην προοπτική κύρωσης της συμφωνίας των Πρεσπών από το ελληνικό κοινοβούλιο ανέφερε: «Το δημοψήφισμα και η συνταγματική αναθεώρηση στη γειτονική χώρα είναι κομβικό ζήτημα, ακριβώς γιατί αίρονται μία σειρά από ζητούμενα της ελληνικής πλευράς, για να μπορέσουμε να σταθεροποιήσουμε αυτή τη συμφωνία. Όταν θα έχουμε αυτές τις δύο συνθήκες το πεδίο της συζήτησης αλλάζει, επομένως όταν θα έχουν συμβεί αυτά τα δύο και στον κατάλληλο χρόνο -αρχές δηλαδή της επόμενης χρονιάς, αλλά δεν μπορώ να προσδιορίσω ακριβώς το πότε- η συμφωνία θα έλθει στη Βουλή και το θεωρώ σίγουρο ότι θα ψηφιστεί από την ελληνική Βουλή. […] Έτσι κι αλλιώς το 2019 είναι χρονιά εκλογών. Δεν θα εξαρτηθούν όμως από αυτό το ζήτημα. Η κυβέρνηση κινείται συντεταγμένα. Όταν θα είναι ώριμες οι συνθήκες -αυτές επιβάλλονται και ορίζονται κατά κάποιον τρόπο από το χρονοδιάγραμμα των Σκοπίων- τότε και εφόσον εκπληρωθούν αυτοί οι όροι θα πάμε στη Βουλή και είμαι σίγουρος ότι η συμφωνία θα ψηφιστεί, όλα θα κινηθούν βάσει του σχεδιασμού που υπάρχει αυτή τη στιγμή».
Ερωτηθείς σχετικά με τη διαπραγμάτευση για τη δυνατότητα να μην εφαρμοστεί το ψηφισμένο μέτρο περικοπής των συντάξεων από την 1η Ιανουαρίου του 2019, ο κ. Βερναρδάκης εξήγησε: «Το θέμα των συντάξεων το έχουμε σηκώσει πάρα πολύ, το συζητάμε εδώ και έναν χρόνο και δεν καταλαβαίνω γιατί το συζητάμε τόσο πολύ. Η κυβέρνηση έχει δηλώσει με όλους τους δυνατούς τρόπους ότι δεν θα προχωρήσει σε μείωση συντάξεων -για να είμαστε ακριβείς, όχι μείωση των συντάξεων, αλλά μείωση της προσωπικής διαφοράς που προέκυπτε στις συντάξεις μέχρι ενός ποσοστού- αλλά εν πάση περιπτώσει δεν θα προχωρήσει σε αυτό το μέτρο».
«Ακριβώς επειδή θέλουμε να τηρήσουμε και να αξιοποιήσουμε ένα προϊόν αξιοπιστίας το οποίο έχουμε δημιουργήσει με τους εταίρους μας, θέλουμε να το κάνουμε και σε συνεννόηση μαζί τους. Θα μπορούσαμε να το έχουμε ήδη εξαγγείλει, να έχουμε προχωρήσει στη νομοθετική του πρωτοβουλία κ.ο.κ. Θα το κάνουμε στην ώρα του, έτσι κι αλλιώς θα το κάνουμε, αλλά θα το κάνουμε στην ώρα του με ψυχραιμία και θέλοντας να διαμορφώσουμε συνθήκες επικοινωνίας και με τους εταίρους μας, οι οποίοι άλλωστε οι περισσότεροι, το μεγαλύτερο μέρος και των συνομιλητών μας το καταλαβαίνουν και το έχουν ήδη αποδεχθεί, απλώς δεν θέλουμε να το κάνουμε με όρους μονομερούς ενέργειας, ενώ θα μπορούσαμε να το κάνουμε […] Βεβαίως αν υποθέταμε ότι στην άλλη πλευρά εξακολουθούσαν ή κυριαρχούσαν ακραίες λογικές, τότε προφανώς θα μπαίναμε και εμείς σε μία άλλη προσέγγιση. Επομένως το έχουμε πει εδώ και έναν χρόνο. Έτσι κι αλλιώς μέχρι την ψήφιση του προϋπολογισμού αυτή η ιστορία θα έχει κλείσει και τυπικά», διευκρίνισε.