Η γεωργία ήταν ίσως ο πιο σημαντικός πυλώνας ανάπτυξης του τόπου μας και πρέπει και μπορεί να ξαναγίνει, τόνισε στην ομιλία του στη Βουλή στο πλαίσιο των προγραμματικών δηλώσεων ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Αθ. Τσαυτάρης, ο οποίος παρουσίασε τις προτεραιότητες της αγροτικής πολιτικής της κυβέρνησης και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησής τους.

Η δημιουργία ενός νέου εθνικού παραγωγικού μοντέλου, επισήμανε ο κ. Τσαυτάρης, δεν μπορεί παρά να βασιστεί και πάλι πρώτα και κύρια στη διεύρυνση του Πρωτογενούς Παραγωγικού Τομέα της γεωργίας, της κτηνοτροφίας και της αλιείας και υδατοκαλλιεργειών. Με γνώμονα, φυσικά, τις πιο ολοκληρωμένες και αειφόρες λύσεις και κυρίως την υποστήριξη της μεταποιητικής βιομηχανίας, την ικανοποίηση των καταναλωτών και την ενίσχυση των εξαγωγών.

Προτεραιότητες

Έτσι λοιπόν ως πρώτη προτεραιότητα αναδεικνύεται η ενίσχυση της κτηνοτροφίας και η εξισορρόπηση του ισοζυγίου, ενώ παράλληλη δράση και αναγκαία είναι η ενίσχυση των ψυχανθών οσπρίων, που καλλιεργούνται χωρίς ουσιαστικά λιπάνσεις και φυτοφάρμακα. Στο πλαίσιο της αντιμετώπισης της πτωτικής πορείας του γεωργικού εισοδήματος, θα επιδιωχθεί η μείωση του ΦΠΑ των αγροτικών εφοδίων και η έγκαιρη πληρωμή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Πετρελαίου. Στις προτεραιότητες περιλαμβάνεται επίσης, η ενίσχυση του ανθρωπίνου δυναμικού, η υποστήριξη της ιχθυοπαραγωγής, η διαχείριση και προστασία του νερού άρδευσης, η λειτουργία δημοπρασιών, συμβατικών και ηλεκτρονικών κατά αυτοδιοικητική περιφέρεια, η υποστήριξη των ομάδων νέων αγροτών, αλλά και ο εξορθολογισμός τους συνεταιριστικού κινήματος. Σε ότι αφορά στην ενίσχυση του ανθρωπίνου δυναμικού, αυτή θα υλοποιηθεί όχι μόνο με τις πολιτικές του υπουργείου, όπου θα υποστηριχθεί το πρόγραμμα επιστροφής των νέων και ανέργων στη γεωργία, αλλά και με δράσεις όπως το Μητρώο Αγροτών με την Κάρτα του Αγρότη,

Ως προς την υλοποίηση των στόχων, σημαντικός παράγοντας θα είναι, όπως είπε ο κ. Τσαυτάρης, «ένα νέο, σύγχρονο, επιτελικό, υπουργείο που χαράσσει πολιτικές, όχι μόνο διαχειριστικό» και σημαντικό εργαλείο, τόσο το τρέχον πρόγραμμα «Αλέξανδρος Μπαλτατζής», όσο και το νέο που έρχεται με τη νέα ΚΑΠ.

2,5 δισ. ευρώ στη γεωργία έως το τέλος του έτους

«Ως προς το “Μπαλτατζής”», τόνισε ο κ. Τσαυτάρης, «είναι λογικό στην σημερινή δύσκολη οικονομική συγκυρία, να αποτελεί μεγάλη μας προτεραιότητα από την πρώτη μας στιγμή στο υπουργείο. Ήδη μέσα σε λίγες ημέρες προωθήθηκαν γρήγορα και πληρώθηκαν προγράμματα ύψους 25 εκατ. ευρώ».

Εκτίμησε επίσης ότι θα καταστεί εφικτό να πληρωθούν (σε συνεργασία με το υπουργείο Οικονομικών) μέσα στο καλοκαίρι τόσο η εξισωτική των κτηνοτρόφων όσο και η επιστροφή του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Πετρελαίου, ενώ τις δύο τελευταίες εβδομάδες του Οκτώβρη η προκαταβολή (το 50%) της ενίσχυσης ύψους 1,1 δισ. ευρώ και τις πρώτες δύο εβδομάδες του Δεκέμβρη, το υπόλοιπο 50%, δηλαδή ακόμη 1,1 δισ. ευρώ.

Μέχρι το τέλος του έτους θα εκταμιευθούν συνολικά χρήματα 2,5 δισ. ευρώ στη γεωργία. «Κάτι πολύ σημαντικό στη συγκεκριμένη οικονομική συγκυρία γιατί αφορά σε όλη την Ελληνική Περιφέρεια» σημείωσε.

Η κατάσταση σήμερα

Ο κ. Τσαυτάρης προχώρησε αρχικά σε μια γενική περιγραφή της κατάστασης που επικρατεί σήμερα, εκθέτοντας τους κύριους λόγους που οδήγησαν σε συρρίκνωση τη γεωργία και μετέτρεψαν τη χώρα από αυτάρκη σε ελλειμματική. «Το εμπορικό ισοζύγιο αγροτικών προϊόντων είναι σταθερά αρνητικό, με τις εισαγωγές αγροτικών προϊόντων να κοστίζουν περί τα 6,5 δισ. ευρώ και τις εξαγωγές να αποφέρουν μόλις 4,5 δισ. ευρώ, το 2011», είπε χαρακτηριστικά, σημειώνοντας πως το εισόδημα των γεωργών τα τελευταία χρόνια παρουσίασε μείωση κατά 21%.

«Μόνο τον τελευταίο χρόνο το εισόδημά τους συρρικνώθηκε κατά 5% περίπου, παρότι ο όγκος της παραγωγής τους ή και η αξία των προϊόντων τους έμεινε σταθερή ή και αυξήθηκε. Πώς έγινε αυτό; Αυξήθηκε κατά 5% το κόστος παραγωγής, ακριβότερο πετρέλαιο, λιπάσματα, σπόροι κ.λ.π..», πρόσθεσε.

Και σημείωσε πως εξαιτίας κυρίως των ευρωπαϊκών εισροών, το υπουργείο περιόρισε τον «επιτελικό, στρατηγικό του ρόλο στη χάραξη της αγροτικής πολιτικής και έγειρε περισσότερο προς ένα διαχειριστικό ρόλο, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις ευρωπαϊκά κονδύλια ύψους 2 δισ. ευρώ επιστρέψανε ως πρόστιμα στον Ευρωπαϊκό προϋπολογισμό την τελευταία δεκαετία».