Για ένα σημαντικό νομοσχέδιο που ενισχύει, μεταξύ άλλων, το αίσθημα υγειονομικής ασφάλειας, έκανε λόγο ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός, κατά τη συζήτηση στην Ολομέλεια, του νομοσχεδίου του υπουργείου Μεταναστευτικής Πολιτικής που ενσωματώνει ευρωπαϊκές οδηγίες με τους όρους και τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση ασύλου και επιταχύνει τις διαδικασίες.
Ο υπουργός έδωσε έμφαση στην υγειονομική κάλυψη μεταναστών και προσφύγων κι επιπλέον χαρακτήρισε «υγειονομική βόμβα» τις λοιμώξεις και τις επιδημίες, υπογραμμίζοντας, ωστόσο, ότι «τίποτα από τα καταστροφολογικά, που ακούγονταν, δεν συνέβη».
Όπως είπε, με την παρέμβαση του υπουργείου Υγείας έγιναν 80.000 εμβολιασμοί σε κέντρα φιλοξενίας, ενώ μέσα από την αξιοποίηση κοινοτικών κονδυλίων προσελήφθησαν 140 άτομα για να καλύψουν υγειονομικές ανάγκες, 633 γιατροί και νοσηλευτές και πληρώματα ΕΚΑΒ από τους οποίους οι 200 υπηρετούν στα νησιά του Αιγαίου και οι 433 στην ηπειρωτική χώρα. «Δώσαμε ένα σήμα και το στίγμα ότι σε ζητήματα υγείας δεν μπορούν να υπάρχουν διακρίσεις, αποκλεισμοί, ανισότητες, ιδιαίτερα για ευάλωτες ομάδες, έγκυες, παιδιά και υπερήλικες» είπε.
Τόνισε ότι το Προσφυγικό είναι μεγάλη πρόκληση τόσο για την Ελλάδα όσο και για την Ευρώπη, καθώς, όπως είπε, αποτελεί τη διαιρετική τομή ανάμεσα στις ακροδεξιές δυνάμεις και τις προοδευτικές δημοκρατικές δυνάμεις.
Από την πλευρά του, ο υφυπουργός Μεταναστευτικής Πολιτικής, Γιάννης Μπαλάφας, υπογράμμισε ότι το νομοσχέδιο προσπαθεί να βελτιώσει τη διαχείριση ενός προβλήματος για το οποίο δεν υπάρχει λύση, ενώ αντιμετωπίζει το μεγάλο πρόβλημα του εγκλωβισμού προσφύγων και μεταναστών στα νησιά. Επιτέθηκε στα κόμματα της αντιπολίτευσης, που επικρίνουν τη μεταναστευτική πολιτική της κυβέρνησης, τονίζοντας ότι «μαγικές λύσεις δεν υπάρχουν» και πρόσθεσε ότι όταν κάνουν (σσ. τα κόμματα) προτάσεις, θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους πως τα σύνορα είναι κλειστά και δεν υπάρχει αλληλεγγύη από πολλές χώρες της ΕΕ.
«Απαιτείται ένα καθαρό μέτωπο των καθαρών προοδευτικών δημοκρατικών δυνάμεων ολόκληρου του δημοκρατικού τόξου, για να αποτραπούν φαινόμενα νεοναζιστικής ρητορικής και πρακτικής» κατέληξε ο κ. Μπαλάφας.