Για «ανώνυμες βιωματικές εμπειρίες» κάνει λόγο το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής στην απάντησή του στις καταγγελίες της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες για περιστατικά σεξουαλικής παρενόχλησης και βίας στα κέντρα υποδοχής προσφύγων στα νησιά, ενώ σχολιάζει ότι «θα περιμέναμε από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες μια εμπεριστατωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη έκθεση που να βασίζεται και σε συγκεκριμένες καταγγελίες προς τις αρμόδιες αρχές, επίσημα στοιχεία και δεδομένα».
Όπως σημειώνεται σε σχετική ανακοίνωση «το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής και όλοι οι συναρμόδιοι φορείς της Πολιτείας συνεργάζονται στενά με όλους τους εμπλεκόμενους θεσμικούς παράγοντες, διεκδικώντας τη βελτίωση των συνθηκών και την αντιμετώπιση των προβλημάτων τόσο στους χώρους Υποδοχής των νησιών, όσο και στις δομές της ενδοχώρας». Στο πλαίσιο αυτό, καταλήγει, κάθε πρόταση που συμβάλλει στη βελτίωση των συνθηκών «γίνεται δεκτή με ευαρέσκεια από το υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, το οποίο καταγράφει και λαμβάνει υπόψη όλες τις σχετικές διαπιστώσεις».
Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες
Να σημειωθεί, ότι η Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες εκφράζει την ανησυχία της σχετικά με αναφορές αιτούντων άσυλο για σεξουαλική παρενόχληση και βία στα κέντρα υποδοχής στα νησιά, όπως επισήμανε σήμερα η εκπρόσωπος Τύπου του οργανισμού, Σεσίλ Πουιγί, σε συνέντευξη Τύπου στη Γενεύη.
Ειδικότερα, κατά το 2017 η Ύπατη Αρμοστεία έλαβε αναφορές από 622 επιζήσαντες σεξουαλικής και έμφυλης βίας, από τους οποίους τουλάχιστον το 28% βίωσαν τέτοια περιστατικά μετά την άφιξή τους στην Ελλάδα. Ωστόσο, διευκρινίζεται ότι ο αριθμός των περιστατικών μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερος από τα καταγεγραμμένα, καθώς, όπως τονίζεται «ο εντοπισμός και η παροχή βοήθειας σε επιζήσαντες και επιζήσασες παρεμποδίζονται από μια απροθυμία τους να αναφέρουν τις επιθέσεις επειδή νιώθουν φόβο, ντροπή ή αβοήθητοι. Επίσης, ανησυχούν μην υποστούν διακρίσεις και αντίποινα ή μη στιγματιστούν ενώ δε νιώθουν αρκετή εμπιστοσύνη για να ανοιχτούν, ακόμα και στο προσωπικό της Ύπατης Αρμοστείας και σε επαγγελματίες κρατικών φορέων στους τομείς της περίθαλψης και της ψυχικής υγείας».
Όπως αναφέρεται, η κατάσταση είναι ιδιαίτερα ανησυχητική στη Μόρια και το Βαθύ της Σάμου, όπου διαμένουν περίπου 5.500 άνθρωποι. Στα δύο αυτά κέντρα, επισημαίνεται ότι οι τουαλέτες και τα ντους είναι χώροι προς αποφυγή όταν πέσει η νύχτα για τις γυναίκες και τα παιδιά, εκτός αν συνοδεύονται. Σημειώνεται επιπλέον ότι ο υπερπληθυσμός και η έλλειψη ασφάλειας επιτείνουν το πρόβλημα, ενώ οι συνθήκες αυτές προκαλούν όλο και περισσότερη απογοήτευση και αγανάκτηση μεταξύ του πληθυσμού, αυξάνοντας περαιτέρω τον κίνδυνο περιστατικών σεξουαλικής και έμφυλης βίας.
Η Ύπατη Αρμοστεία καλωσορίζει τα μέτρα που έχει λάβει η κυβέρνηση για τη μείωση του κινδύνου τέτοιων περιστατικών, ωστόσο επισημαίνει ότι πρέπει να ληφθούν και άλλα ουσιώδη μέτρα για την προστασία όσων διαμένουν σε κέντρα υποδοχής, όπως ο διαχωρισμός στα καταλύματα και τους χώρους υγιεινής με βάση το φύλο, η βελτίωση των συνθηκών και των υπηρεσιών (μεταξύ άλλων της ιατρικής και ψυχοκοινωνικής υποστήριξης και της πολιτισμικής διαμεσολάβησης), η αύξηση της παρουσίας της αστυνομίας και των περιπολιών, η ενίσχυση του φωτισμού, η ενίσχυση των προσπαθειών για τη μείωση του υπερπληθυσμού και ο διορισμός επιπλέον προσωπικού που θα ειδικεύεται στην πρόληψη και την αντιμετώπιση περιστατικών σεξουαλικής και έμφυλης βίας.