Αίτημα άρσης ασυλίας του νυν βουλευτή Επικρατείας του ΛΑΟΣ και πρώην διοικητή της ΕΥΠ Ιω. Κοραντή αποστέλλει στην Βουλή η εισαγγελέας Πρωτοδικών Ευγενία Κυβέλου, η οποία ερεύνησε υπόθεση διαγωνισμού της υπηρεσίας Πληροφοριών για τη δημιουργία «Γεωγραφικού Συστήματος Πληροφοριών Διασυνοριακής Ασφάλειας».
Το πόρισμα της κ. Κυβέλου, που διαβιβάζεται στη Βουλή, αφορά στοιχεία της προκαταρκτικής εξέταση που διενήργησε από τα τέλη του 2010 και αναφέρεται σε δύο αδικήματα, που θα πρέπει να ερευνηθεί αν έχουν διαπραχθεί από τον νυν βουλευτή.
Κατά την Εισαγγελέα, τα αρμόδια όργανα του κοινοβουλίου θα πρέπει να διαπιστώσουν αν έχουν διαπραχθεί τα αδικήματα της απόπειρας απάτης κατά συναυτουργία σε βάρος των συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων και της απάτης σε βάρος του δημοσίου κατά συναυτουργία (κακουργήματα).
Η εισαγγελική έρευνα ξεκίνησε μετά από πόρισμα του Γενικού Επιθεωρητή Δημόσιας Διοίκησης, το Δεκέμβριο του 2010, στο οποίο γινόταν λόγος για το ενδεχόμενο διάπραξης ποινικών αδικημάτων κατά την προκήρυξη, από την ΕΥΠ, διαγωνισμού για το έργο «Γεωγραφικό Σύστημα Πληροφοριών Διασυνοριακής Ασφάλειας κατά τη μετακίνηση Ανθρώπων και Αγαθών».
Στόχος του εν λόγω έργου, κατά την προκήρυξη του διαγωνισμού, ήταν «η ποιοτικότερη εξυπηρέτηση των πολιτών και κυρίως όσων εμπλέκονται με το εμπόριο…».
Το 2006, μετά από πρόταση της ΕΥΠ, με απόφαση του Ειδικού Γραμματέα για την Κοινωνία της Πληροφορίας του Υπουργείου Οικονομίας και Οικονομικών, το έργο εντάχθηκε στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, με αποτέλεσμα να χρηματοδοτηθεί κατά 75% από την ΕΕ (Γ’ ΚΠΣ) και κατά 25% από Εθνικούς Πόρους.
Το συνολικό ποσό που προβλέφθηκε ήταν 1.583.120 ευρώ και μετά από διεθνή κλειστό διαγωνισμό, το ανέλαβε η κοινοπραξία «Πλανητική ΑΕ» και «Pansystems AE», το Μάιο του 2008.
Παρά το ότι η αρχική διάρκεια του έργου ήταν επτάμηνη, σημειώθηκαν πολλές επεκτάσεις παράδοσής του, βγήκε από το κοινοτικό πρόγραμμα, επανεντάχθηκε στη συνέχεια και τελικά εκδιώχθηκε και πάλι, οριστικά, το Σεπτέμβριο του 2010.
Στο εισαγγελικό πόρισμα αναφέρεται ότι αν και το έργο δεν παραδόθηκε ποτέ ολοκληρωμένο, εντούτοις καταβλήθηκαν 665.065,89 ευρώ, αλλά δεν καταβλήθηκε τελικά, το υπόλοιπο ποσό των 918.033,11 ευρώ, αν και είχαν πιστωθεί σε λογαριασμό της ΕΥΠ.
Η εισαγγελέας στο πόρισμα της τονίζει ότι το έργο «δεν πληρούσε καμία προϋπόθεση για την ένταξή του στην Κοινωνία της Πληροφορίας και τη χρηματοδότησή του», καθώς δεν πληρούσε ούτε τους εθνικούς ούτε τους κοινοτικούς όρους. Αναφέρει επίσης ότι η προκήρυξη βρίθει παρατυπιών.
Συγκεκριμένα αναφέρει:
«Το φυσικό αντικείμενο του έργου δεν συνάδει με την αποστολή και τις αρμοδιότητες της ΕΥΠ και επομένως η υπηρεσία δεν έπρεπε να εμπλακεί. Η Ιεραρχία της ΕΥΠ με την έγκριση και υποβολή της πρότασης, επιχείρησε με τη χρήση ανακριβών δηλώσεων να ελαττώσει παρανόμως πόρους του Γενικού Προϋπολογισμού των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, ενώ πέτυχε την λήψη χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό για άλλους σκοπούς από αυτούς για τους οποίους χορηγήθηκε». Τονίζει, επίσης, ότι «όλα τα εμπλεκόμενα πρόσωπα γνώριζαν εξ αρχής τα ανωτέρω, καθώς επίσης και πώς δεν επρόκειτο να υλοποιηθεί το έργο».
Για την υπόθεση η εισαγγελέας ήδη έχει καλέσει ως υπόπτους μη πολιτικά πρόσωπα, με βάση καταθέσεις στη δικογραφία, μέρος της οποίας αποστέλλει στη Βουλή και όχι ολόκληρη, όπως γίνεται συνήθως, καθώς, όπως αναφέρει, «σε αυτή διαλαμβάνονται και απόρρητα έγγραφα της ΕΥΠ».