Ο πρώην υπουργός Οικονομικών επεσήμανε πως η προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης ήταν αναπόφευκτη ακόμα και εάν η ΝΔ είχε πάρει μέτρα στις αρχές του 2009.
Με δριμεία επίθεση κατά της ΝΔ αλλά και με στοιχεία αυτοκριτικής και κριτικής στους χειρισμούς του ΠΑΣΟΚ πλαισίωσε την κατάθεσή του ενώπιον της Εξεταστικής Επιτροπής της Βουλής για τα δημοσιονομικά στοιχεία του 2009, ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιώργος Παπακωνσταντίνου.
Όπως είπε χαρακτηριστικά ο κ. Παπακωνσταντίνου η προσφυγή στον μηχανισμό στήριξης ήταν αναπόφευκτη και πως «ακόμα και αν η Νέα Δημοκρατία έπαιρνε μέτρα στις αρχές του 2009, φοβούμαι ότι πάλι δεν θα γλιτώναμε…».
Παράλληλα, ωστόσο, σημείωσε πως «θα έπρεπε να είχαν προωθηθεί πιο επιθετικά οι μεταρρυθμίσεις και η είσπραξη των φόρων αλλά συναντήσαμε εμπόδια και στην Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ».
Ο πρόεδρος της Επιτροπής, Χρήστος Πρωτόπαπας, στάθηκε κριτικά στις ερωτήσεις του απέναντι στον μάρτυρα, ο οποίος είχε την ευκαιρία να απαντήσει σε πλήθος ερωτημάτων για την πολιτεία της κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ, από τις εκλογές του 2009 μέχρι την προσχώρηση της Ελλάδας στον μηχανισμό στήριξης.
«Θεωρώ ότι υπάρχουν βαρύτατες ευθύνες σε όσους συνειδητά έστελναν ψευδή στοιχεία, γιατί έβλαψαν τη χώρα – και θεωρώ αδιανόητο να κατηγορούνται αυτοί που αποτύπωσαν το πραγματικό έλλειμμα με βάση τους ευρωπαϊκούς κανόνες», ανέφερε στην κατάθεσή του ο πρώην υπουργός Οικονομικών. «Είναι ποινικές αυτές οι ευθύνες; Ας το κρίνει η ελληνική δικαιοσύνη. Γνωρίζετε καλύτερα από εμένα ότι για τα πολιτικά πρόσωπα αυτό το κρίνει η Βουλή».
Ο κ. Παπακωνσταντίνου παράλληλα, επανέλαβε πως θα μηνύσει τον πρώην επικεφαλής της Στατιστικής Υπηρεσίας, Μανώλη Κοντοπυράκη, καθώς όπως ανέφερε, «δεν διανοούμαι οποιονδήποτε να μου λέει ότι επιχείρησα να χειραγωγήσω το έλλειμμα». Για τον κ. Κοντοπυράκη εκτίμησε επίσης πως «με το περίφημο 25% αναθεώρησης του Α.Ε.Π. προς τα πάνω, στο οποίο συμπεριελάμβανε τα ναρκωτικά και την πορνεία, οδήγησε στον απόλυτο διασυρμό της χώρας μας».
Οι κατηγορίες του κ. Παπακωνσταντίνου για τον προκάτοχό του, Γ. Παπαθανασίου, δεν περιορίστηκαν στα περί «παραπλάνησης της ελληνικής κοινής γνώμης και της Eurostat» ή στην «μη έγκαιρη λήψη μέτρων για την αντιμετώπιση της επερχόμενης δημοσιονομικής εκτροπής», η οποία, όπως τόνισε ο μάρτυρας, «ήταν προφανής από το καλοκαίρι του 2009».
Όπως ισχυρίστηκε ο κ. Παπακωνσταντίνου, κατά την ανάληψη της διακυβέρνησης «δεν παραλάβαμε πρωτόκολλο ούτε καν υπολογιστές, δεν παραλάβαμε αρχείο με τι είχε και τι δεν είχε συμφωνηθεί με τους εταίρους μας, δεν παραλάβαμε προσχέδιο Προϋπολογισμού, ενώ αυτό έπρεπε να κατατεθεί άμεσα την επόμενη των εκλογών».
«Αν η εικόνα που είχαμε στις 5 Οκτωβρίου ήταν ότι το έλλειμμα θα ήταν 16%, είναι προφανές ότι η νέα κυβέρνηση θα επιχειρούσε πολύ πιο σκληρά μέτρα πιο γρήγορα» δήλωσε ο κ. Παπακωνσταντίνου, απαντώντας σε ένα ερώτημα που είχε τεθεί επανειλημμένα στους προηγούμενους μάρτυρες. «Έχοντας όμως εκείνη τη στιγμή υπόψη, ότι το έλλειμμα ήταν 12,5%, πήραμε μέτρα ύψους 1 δις για το 2009 – και συντάξαμε Προϋπολογισμό για το 2010 για μείωση του ελλείμματος κατά 3% του Α.Ε.Π.».
Παράλληλα ωστόσο, ο πρώην υπουργός Οικονομικών, εμφανίστηκε και κριτικός σε όψεις της διακυβέρνησης Σημίτη, εμφανιζόμενος και συγκαταβατικός για τους προκατόχους του:
Σε δηλώσεις του προς τους δημοσιογράφους, ο κος Παπακωνσταντίνου εκτίμησε πως με τις διαρθρωτικές αδυναμίες της ελληνικής οικονομίας, ή αποφυγή της προσφυγής στον μηχανισμό στήριξης ήταν αναπόφευκτη. «Το πρόβλημα ξεκίνησε το 2001 με το Ασφαλιστικό, που αν είχε ψηφιστεί θα είχαμε μιαν άλλη χώρα» ανέφερε ο μάρτυς. Την περίοδο δε, που ήταν υπουργός των Οικονομικών, «θα έπρεπε να είχαν προωθηθεί πιο επιθετικά οι μεταρρυθμίσεις και η είσπραξη των φόρων – αλλά συναντήσαμε εμπόδια και στην Κ.Ο. του ΠΑΣΟΚ».
Στην κατάθεσή του, ο κ. Παπακωνσταντίνου εκτίμησε πως «απ’ τις αρχές του 2000 και κυρίως μετά από το 2004, επειδή ως κοινωνία δεν πήραμε την απόφαση να κάνουμε βαθιές προσαρμογές, είχε πλέον χτιστεί κάτι, έγινε μη ελέγξιμο μετά την κατάρρευση της ανάπτυξης στη χώρα μας. Αυτό σημαίνει ότι ακόμα και αν η Νέα Δημοκρατία έπαιρνε μέτρα στις αρχές του 2009, φοβούμαι ότι πάλι δεν θα γλιτώναμε…»
«Για να πάρει αυτή την απόφαση η κοινωνία, πρέπει κάποιος να της το πει. Και όταν τα πολιτικά κόμματα λένε για παράδειγμα, «λεφτά υπάρχουν», τότε υπάρχει ένα ζήτημα» παρενέβη ο πρόεδρος της Εξεταστικής Επιτροπής, Χρήστος Πρωτόπαπας.
Η ρήση «λεφτά υπάρχουν» του Γιώργου Παπανδρέου, αποτελεί για τον κ. Παπακωνσταντίνου, «μία φράση η οποία δυστυχώς αναπαράγεται αποσπασματικά και όχι στην πληρότητά της, όπου αφορούσε τις σπατάλες στο Δημόσιο, την εξαγωγή κεφαλαίων στο εξωτερικό, τη φοροδιαφυγή». Αντίστοιχα, η παρομοίωση της ελληνικής οικονομίας με «Τιτανικό», που κατά τον κ. Πρωτόπαπα, οι μάρτυρες χαρακτήρισαν ως ιδιαίτερα ατυχή, αποτελεί κατά τον κ. Παπακωνσταντίνου μια παραφθαρμένη αναπαραγωγή της πραγματικής δικής του δήλωσης, πως «με Τιτανικό έμοιαζε η Ελλάδα με την προηγούμενη κυβέρνηση, όπου το παγόβουνο ήταν η χρεοκοπία».
Σε κάθε περίπτωση, κατά τον κ. Παπακωνσταντίνου, η δήλωσή του ουδόλως επηρέασε την πορεία των spreads, καθώς αυτή έγινε τον Φεβρουάριο, ενώ η Ελλάδα είχε πρόσβαση στις αγορές μέχρι τον Απρίλιο. Τότε δημιουργήθηκε ο μηχανισμός στήριξης της Ε.Ε. – κάτι που συνεπαγόταν πως η Ελλάδα θα μπορούσε να είχε πρόβλημα εντός ολίγου. «Αυτή ήταν η αντανάκλαση στις αγορές και έτσι αυξήθηκαν τα spreads» εκτίμησε ο μάρτυρας.
Αντίστοιχη υπήρξε η άποψη του κου Παπακωνσταντίνου και για τις διάφορες δηλώσεις «κυβερνητικών αξιωματούχων» στις αρχές του 2010, περί του ενδεχόμενου προσφυγής στο ΔΝΤ – και οι οποίες, «συνήθως δεν είχαν απολύτως τίποτα πίσω τους».
Κατά τον πρώην υπουργό Οικονομικών, η κυβέρνηση δεν εξέταζε το ενδεχόμενο προσφυγής στο ΔΝΤ – και οι επαφές του Γιώργου Παπανδρέου με τον Ντομινίκ Στρος Καν, αφορούσαν «τις επιλογές της χώρας» – «την τεχνική βοήθεια και το ότι εκείνη τη στιγμή δεν υπήρχε άλλη επιλογή δανεισμού από το ΔΝΤ. Ακόμα όμως και στην περίπτωση που αποφασίζαμε να πάμε στο ΔΝΤ, αυτό δεν είχε αρκετά χρήματα για να μας δανείσει» ανέφερε ο μάρτυς.
Όπως ανέφερε ο Γ. Παπακωνσταντίνου το ΔΝΤ εισάγεται στο προσκήνιο κατόπιν επιμονής της Γερμανίας και απόφασης του Eurogroup, «ώστε να είναι πιο πειστικό στις αγορές» – παρότι προηγουμένως ο Σαρκοζί, «μας είχε πει πως «το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν το θέλουμε στην Ευρώπη και θα φτιάξουμε το δικό μας μηχανισμό»«.
Ερωτηθείς για την διαδικασία αύξησης του ελλείμματος από το 12,4% στο 15,8%, ο κ. Παπακωνσταντίνου υπογράμμισε πως «αυτό το διαπίστωσε η ΕΛΣΤΑΤ σε συνεργασία με το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους και την Τράπεζα της Ελλάδος – και το ανακοίνωσε η Eurostat αφού έλεγξε τα στοιχεία. Ο υπουργός Οικονομικών, δεν έχει καμία αρμοδιότητα να πει εάν το νούμερο που δίνει η ΕΛΣΤΑΤ είναι το σωστό ή όχι». Σε κάθε περίπτωση, «όταν και τα δύο κόμματα έχουν αποδεχθεί το έλλειμμα του ’09, υπάρχει πρόβλημα ειλικρίνειας όταν το ένα κόμμα λέει στους πολίτες πως το έλλειμμα ήταν φουσκωμένο».
Για την από πλευράς του συμπερίληψη στο έλλειμμα του 2008 και του 2009, όλων των απαιτήσεων εις βάρος των νοσοκομείων ύψους 5,2 δις, αναθεωρώντας σχετικά και τα στοιχεία του 2008, (η ΝΔ είχε ανακοινώσει στην Eurostat χρέη 2,2 δις αφήνοντας τα υπόλοιπα να επανελεγχθούν στο τέλος του 2009), ο κος Παπακωνσταντίνου παρέπεμψε σε απόφαση της Βουλής με την οποία έγινε αποδεκτό το σύνολο των οφειλών των νοσοκομείων – οπότε «δεν ήταν δυνατόν να μην περάσουν στο έλλειμμα».
Τέλος, σχετικά με τις διαμάχες στο εσωτερικό της ΕΛΣΤΑΤ, ο κ. Παπακωνσταντίνου υπερασπίστηκε τον πρόεδρό της, Ανδρέα Γεωργίου, ο οποίος «είχε κάνει τη δουλειά του και απολάμβανε της απόλυτης εμπιστοσύνης των ομολόγων του». Η κα Γεωργαντά «ήθελε να έρχονται τα στοιχεία και να ψηφίζουν επ’ αυτών: Να λέει: «Πόσο είναι; 13,8%. Κόψε κάτι».
Όσο για τον Ν. Λογοθέτη, τον αντιπρόεδρο της ΕΛΣΤΑΤ που ήρθε σε σύγκρουση με τον Α. Γεωργίου, «του είπα πως δεν είναι δυνατόν να λειτουργεί ένα Διοικητικό Συμβούλιο, όταν στον αντιπρόεδρο έχει ασκηθεί ποινική δίωξη επειδή κλέβει τα email του προέδρου – κι εκείνος το αποδέχθηκε…».