H κυβέρνηση συνεχίζει με την πολιτική της δογματικής λιτότητας, ανέφερε κατά τη συζήτηση του προϋπολογισμού, ο βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Θανάσης Θεοχαρόπουλος και προειδοποίησε ότι μια σειρά παραδοχών του προϋπολογισμού δεν θα ευοδωθούν.
«Καταθέσατε και φέτος έναν προϋπολογισμό που δεν εδράζεται σε κάποιο αναπτυξιακό πλάνο, σε μεμονωμένες μόνο ενέργειες, που μοναδικό στόχο έχουν να “βγουν τα νούμερα”, με πρώτο απ’ όλα τον υπερβολικό στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα» είπε ο κ. Θεοχαρόπουλος, που κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι παρατείνει την φοροεπιδρομή, η οποία θα συνδυαστεί μάλιστα με σκληρότατα μέτρα μέχρι το 2022 και την ίδια ώρα η κυβέρνηση επιτίθεται σε ανεξάρτητες αρχές, όπως το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής.
«Ξαφνικά, ο κ. Τσίπρας ανακάλυψε ότι δεν είναι και τόσο σημαντική η ένταξη της χώρας στην ποσοτική χαλάρωση. Πότε είχε δίκιο; Όταν έλεγε ότι είναι σημαντική πριν λίγο καιρό ή τώρα;» είπε επίσης ο κ. Θεοχαρόπουλος και πρόσθεσε:
«Η έξοδος της χώρας από την κρίση που ευαγγελίζεστε λοιπόν, δεν είναι παρά ένα ευχολόγιο που δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Για την δε έξοδο από την εποπτεία, το ίδιο το μνημόνιο στο οποίο έχετε συμφωνήσει για τα επόμενα χρόνια, προβλέπει τη σταθερή συνεργασία με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και 3,5% πρωτογενές πλεόνασμα. Η Ελλάδα βρίσκεται σε αδιέξοδο, οι πολίτες έχουν ξεπεράσει τα όρια της αντοχής τους. Με αυτή την πολιτική και την δογματική λιτότητα, ουσιαστικά θα συνεχίσουν τα αδιέξοδα».
«Το μίγμα οικονομικής πολιτικής που περικόπτει κοινωνικές δαπάνες, αυξάνει τις επιβαρύνσεις σε μια ήδη εξοντωμένη κοινωνία και περιστέλλει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, αποτελεί την ατράνταχτη απόδειξη της έλλειψης, όχι αριστερής, αλλά κάθε ευαισθησίας» είπε ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος και πρόσθεσε, ότι για να υπερβεί η χώρα την κρίση, επιτέλους, χρειάζεται αλλαγή πολιτικής, αποτελεσματική διαπραγμάτευση, προοδευτική πολιτική, με στόχο τη μείωση της σπατάλης πόρων με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, υγιές παραγωγικό μοντέλο ανάπτυξης, με αρμονική συνύπαρξη ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, με ενίσχυση της υγιούς επιχειρηματικότητας, με κοινωνική συνοχή και ποιοτικές υπηρεσίες κοινωνικής πολιτικής, χωρίς επιδοματική πολιτική ανακύκλωσης της φτώχειας.
«Αυτά μόνο ο δικός μας χώρος μπορεί να τα εγγυηθεί και θα τα προωθήσει το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα» είπε ο κ. Θεοχαρόπουλος.