Τέλη Δεκεμβρίου 2011. Έχουν περάσει έτσι δύο χρόνια από τότε που η κρίση έλαβε τον χαρακτήρα μιας βαθειάς κρίσης της ευρωζώνης. Παρά τη συμφωνία της 9ης Δεκεμβρίου, τίποτα δεν δείχνει ότι η ευρωζώνη θα τα καταφέρει να βγει από την κρίση το 2012. Αντίθετα, η εμπλοκή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου μπορεί να συνοδευτεί από μια απώλεια κυριαρχίας που θα απειλήσει ακόμη περισσότερο το μέλλον της Ευρώπης από μια καταστροφική έκρηξη της ευρωζώνης.
Η εμμονή του ζεύγους «Μερκοζί» στη δημοσιονομική πειθαρχία στηρίζεται σε μια λανθασμένη διάγνωση, γράφει στο σημερινό φύλλο της Liberation ο Γκιγιόμ Ντιβάλ, αρχισυντάκτης της επιθεώρησης «Alternatives conomiques».
Η κρίση της ευρωζώνης δεν οφείλεται πρωτίστως στη δημόσια, αλλά στην ιδιωτική χρέωση. Οι «χρυσοί κανόνες» θα ενίσχυαν τον περιοριστικό χαρακτήρα των πολιτικών που οδηγούν την ευρωζώνη στην ύφεση. Θα την εμπόδιζαν στην πραγματικότητα να μειώσει τη χρέωσή της, όπως δείχνει η περίπτωση της Ελλάδας: ύστερα από τέσσερα χρόνια ύφεσης, το ελληνικό χρέος σχεδόν διπλασιάστηκε. Μακροπρόθεσμα, η πολιτική αυτή θα αποδεικνυόταν ανεφάρμοστη.
Στις 9 Δεκεμβρίου, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων δεν έλαβαν κανένα μέτρο για να αντιμετωπίσουν την κερδοσκοπία εις βάρος του ευρωπαϊκού χρέους. Αρνήθηκαν να αυξήσουν τους πόρους του Ευρωπαϊκού Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (EFSF) και του μελλοντικού Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας.
Κι αυτό, παρά την αποτυχία των «λύσεων» που αποφασίστηκαν στην προηγούμενη σύνοδο για την ενίσχυση του EFSF με τη βοήθεια του ιδιωτικού τομέα ή αναδυόμενων οικονομιών.
Οι ηγέτες αρνήθηκαν επίσης να επιτρέψουν στον Μηχανισμό να χρηματοδοτείται από την ΕΚΤ, όπως το κάνουν σήμερα οι ευρωπαϊκές τράπεζες.
Και φυσικά δεν υπήρξε καμιά πρόοδος στο θέμα των ευρωομολόγων. Οσο για την ίδια την ΕΚΤ, δεν τόλμησε να δεσμευτεί ότι θα παρέμβει δραστικά αν τα επιτόκια της Ιταλίας ή της Ισπανίας παραμείνουν στα εξωφρενικά επίπεδα των τελευταίων εβδομάδων.
Με λίγα λόγια, δεν αποφασίστηκε τίποτα. Εκτός από μια σουρεαλιστική πρόταση: τα κράτη, ανίκανα να συνεννοηθούν για να αυξήσουν τα μέσα των ευρωπαϊκών εργαλείων κατά της κερδοσκοπίας, αποφάσισαν να δανείσουν 200 δισεκατομμύρια ευρώ στο ΔΝΤ, δηλαδή το 2% του ΑΕΠ της ευρωζώνης.
Κι αυτό, για να μπορέσει το ΔΝΤ να παρέμβει στην Ευρώπη στην περίπτωση που χρειαστούν στήριξη η Ισπανία ή η Ιταλία. Αυτό σημαίνει ότι πέντε χώρες της ευρωζώνης θα ετίθεντο για χρόνια υπό την εποπτεία ενός οργανισμού που δεν υπακούει ούτε στο ευρωκοινοβούλιο ούτε στα εθνικά κοινοβούλια, ούτε καν στο ευρωπαϊκό Συμβούλιο των αρχηγών κρατών και κυβερνήσεων, αλλά μονάχα στην Ουάσινγκτον.
Είναι αλήθεια ότι διευθύντρια του ΔΝΤ είναι μια Γαλλίδα, αλλά αυτό δεν αλλάζει τίποτα, πολύ περισσότερο μάλιστα που υπάρχουν πολλές πιθανότητες ο διάδοχός της να μην είναι πια Ευρωπαίος.
Από την αρχή, η εμπλοκή του ΔΝΤ στην κρίση του ευρώ πολεμήθηκε – και ορθώς – από την ΕΚΤ, αφού θεωρήθηκε ότι απειλεί την κυριαρχία της Ευρώπης.
Επιβλήθηκε όμως από τη γερμανική κυβέρνηση. Είναι αλήθεια ότι το ΔΝΤ διαθέτει μια εμπειρία στην επίλυση κρίσεων, την οποία η Ευρώπη δεν διαθέτει. Διδάχθηκε από τα λάθη του στην περίπτωση των προγραμμάτων που επέβαλε στην Αφρική και τη Λατινική Αμερική κατά τη δεκαετία του ’80. Και στην περίπτωση της Ελλάδας, οι εκπρόσωποι του ΔΝΤ ήταν λιγότερο «γεράκια» από εκείνους της ΕΚΤ και της Κομισιόν.
Παρά ταύτα, η εμπλοκή του ΔΝΤ στην ευρωζώνη, και μάλιστα στη στήριξη της Ιταλίας και της Ισπανίας, θα σήμαινε την επιτροπεία ολόκληρης της ευρωζώνης, και κατά συνέπεια της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Το πιο εξοργιστικό σ’αυτή την υπόθεση, καταλήγει ο γάλλος αρθρογράφος, είναι ότι η Ευρώπη δεν έχει ανάγκη από εξωτερικούς πόρους για να λύσει την κρίση.
Το μόνο πρόβλημα είναι ότι τα κράτη δεν μπορούν να συνεννοηθούν για να κινητοποιήσουν τα δικά τους μέσα. Κι έτσι, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων προτίμησαν στις 9 Δεκεμβρίου να παραδώσουν τα κλειδιά της Ευρώπης στο ΔΝΤ.