Ένα επταήμερο «φωτιά» με τα μέτωπα της διαπραγμάτευσης για τη δεύτερη αξιολόγηση ανοιχτά, με συμμαχίες αλλά και επικίνδυνες παγίδες ακολουθεί για την κυβέρνηση μέχρι το Eurogroup της 5ης Δεκεμβρίου, που αποτελεί ορόσημο για τον τριπλό στόχο του Μαξίμου: Αξιολόγηση, χρέος και ποσοτική χαλάρωση.
Μπορεί η καρδιά πολλών μελών της κυβέρνησης να βρίσκεται μαζί με τον Αλέξη Τσίπρα στην Αβάνα, όπου θα αποτίσει φόρο τιμής στον εκλιπόντα Φιντέλ Κάστρο, ωστόσο το μυαλό όλων βρίσκεται στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού και το Washington Group, το οποίο συνεδριάζει σήμερα και εν πολλοίς από τις αποφάσεις του θα κριθούν τόσο η ίδια η πορεία της κυβέρνησης όσο και οι επόμενες κινήσεις του Μαξίμου. Θα συμμετέχει το ΔΝΤ στο πρόγραμμα; Εάν ναι, θα υποχωρήσει ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στο θέμα των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος που προβάλλει ως εκ των ων ουκ άνευ το Ταμείο, ώστε να βρεθεί λύση σε αυτό που παλαιότερα είχε χαρακτηρίσει ως «μη εφικτό τρίγωνο» ο Ευκλείδης Τσακαλώτος λόγω της στάσης του Βερολίνου;
Αυτά είναι τα βασικά ερωτήματα, στα οποία θα κληθεί να απαντήσει η άτυπη Σύνοδος Κορυφής των πιστωτών για την Ελλάδα, με την Αθήνα να επιμένει πως «εφικτός και ρεαλιστικός στόχος παραμένει η πολιτική συμφωνία στις 5 Δεκεμβρίου», αλλά συγχρόνως να κορυφώνεται η αγωνία μην επιβεβαιωθεί το ρητό που θέλει… τα μυρμήγκια να την πληρώνουν όταν τσακώνονται τα βουβάλια.
Ενδεικτική της αγωνίας για το αποτέλεσμα της σύγκρουσης ΔΝΤ – Σόιμπλε είναι η δριμεία επίθεση – προειδοποίηση αλλά και η «ρελάνς» του υπουργού Οικονομικών από το βήμα του Ελληνοαμερικανικού Επιμελητηρίου, τόσο στο ΔΝΤ όσο και στο Βερολίνο. Τονίζοντας πως η κυβέρνηση έχει τηρήσει κατά γράμμα τα επώδυνα συμφωνηθέντα ο κ. Τσακαλώτος έστειλε το μήνυμα πως «δεν μπορούμε να δεχτούμε ο συμβιβασμός του ΔΝΤ με κάποιες χώρες της Ευρώπης να είναι στις δικές μας πλάτες», ενώ παράλληλα κατέθεσε πρόταση για μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων και δέσμευση της κυβέρνησης ότι η διαφορά θα ξοδευτεί μόνο για ελάφρυνση φόρων και εισφορών.
«Το ΔΝΤ πρέπει να αποφασίσει τι θα θέλει» τονίζουν πάντως συνεργάτες του πρωθυπουργού προς αυτή την κατεύθυνση. «Αυτό προέχει, να ξεκαθαρίσει το ταμείο εάν θέλει ή δε θέλει να μείνει. Αυτό που δημιουργεί βραχυκύκλωμα είναι η αμφισημία», σημείωναν και διευκρίνιζαν: «Το να θέλουμε το ΔΝΤ δεν σημαίνει ότι δεν θα μπορούσαμε χωρίς αυτό».
Για αυτόν τον λόγο εξάλλου και μετά την συνεδρίαση του Πολιτικού Συμβουλίου του ΣΥΡΙΖΑ υπό τον Αλέξη Τσίπρα το πρωί, κυβερνητικές πηγές επαναβεβαίωναν πως η κυβέρνηση δεν δέχεται πρόσθετα μέτρα για μετά το 2018, διατηρώντας στον κυβερνητικό σχεδιασμό το 2018 ως το έτος εξόδου από το Μνημόνιο.
Την ίδια ώρα πάντως πρωτίστης σημασίας παραμένει για το Μαξίμου το κλείσιμο της αξιολόγησης. Με τα κενά σε εργασιακά, δημοσιονομικό και ενεργειακά να επιβεβαιώνονται από το EuroWorking Group, στο κυβερνητικό στρατόπεδο επιμένουν σε πολιτική συμφωνία, ώστε να προχωρήσουν οι συζητήσεις για τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος, «ώστε να υπάρχει ένας καθαρός διάδρομος 10ετίας για να μπει η χώρα στην ποσοτική χαλάρωση και μετά στις αγορές» βλέποντας την είσοδο του QE να ανοίγει το Μάρτιο καλώς εχόντων των πραγμάτων. Κυβερνητικές πηγές εξάλλου υπενθυμίζουν πως με αντίστοιχο τρόπο (πολιτική συμφωνία) είχε κλείσει και η πρώτη αξιολόγηση όταν το ΔΝΤ διαφωνούσε με τα πρωτογενή πλεονάσματα.
Πάντως, στη φαρέτρα της κυβέρνησης για το επταήμερο «φωτιά» που ακολουθεί αλλά και για το σημερινό Washington Group εκτιμάται πως βρίσκονται τόσο η σαφής τοποθέτηση του Ευρωπαίου Επιτρόπου, Πιερ Μοσκοβισί για το χρέος αλλά και την κόκκινη γραμμή του ευρωπαϊκού κεκτημένου στα εργασιακά όσο και η τοποθέτηση του επικεφαλής της ΕΚΤ, Μάριο Ντράγκι, που τάχθηκε υπέρ μίας οριστικής λύσης για το χρέος. Ειδικότερα ο Πιερ Μοσκοβισί για την πορεία των διαπραγματεύσεων και το μέλλον του προγράμματος σημείωσε πως «χρειαζόμαστε μια συνολική συμφωνία συμπεριλαμβανομένων των μεταρρυθμίσεων, της αξιολόγησης και της διευθέτησης του χρέους ως το τέλος του έτους. Χρειαζόμαστε το ΔΝΤ στο πρόγραμμα και οι Θεσμοί εργάζονται από κοινού με την ελληνική κυβέρνηση σε πολύ καλό πνεύμα. Δεν μπορώ να κάνω κάποιο σχόλιο σαν να μιλάμε για διαιρεμένους θεσμούς».