Αδυναμία υποστήριξης των περίπου 3.500 προσφύγων που βρίσκονται στο hotspot της Χίου, περιγράφει με συνέντευξή του στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ανδρέας Μιχαηλίδης. Σε ερώτηση για τις συνθήκες διαβίωσης, απαντά πως δεν είναι οι καλύτερες δυνατές. «Δεν μπορούμε να είμαστε ικανοποιημένοι και ξέρουμε πως μόλις δυσκολέψουν οι καιρικές συνθήκες, τα πράγματα θα γίνουν ακόμα πιο δύσκολα», τονίζει.
«Οι διαδικασίες παροχής ασύλου, προχωρούν εξαιρετικά αργά, όπως εξίσου και οι επαναπροωθήσεις, καθώς επί της ουσίας η Τουρκία έχει “παγώσει” τη Συμφωνία με την ΕΕ», τονίζει ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ.
Ερωτηθείς για τα επεισόδια που προκαλούνται σχεδόν καθημερινά στο νησί, με πρόσφυγες κατά προσφύγων, αλλά και κατά κατοίκων, ο Ανδρέας Μιχαηλίδης χαρακτηρίζει αναμενόμενη μια τέτοια εξέλιξη, απόρροια των δύσκολων συνθηκών διαβίωσης, τα οποία άλλωστε ευθύνονται για την παραβατικότητα. Ωστόσο, όπως διευκρινίζει, πρόκειται για ένα πολύ μικρό ποσοστό προσφύγων.
«Έχουν γίνει ήδη οι κινήσεις σε υψηλό επίπεδο για να σταματήσουν τέτοια φαινόμενα», τονίζει, ενώ σε ερώτηση εάν υπάρχει ανοιχτή γραμμή επικοινωνίας με τον αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικών, αρμόδιο για την Προστασία του Πολίτη, μας απάντα πως ο κ. Τόσκας είναι απολύτως ενήμερος για την κατάσταση και έχει ήδη ενισχύσει τις αστυνομικές δυνάμεις. Ο κ. Μιχαηλίδης συμπληρώνει πως έχει αποφασιστεί να μεταφερθούν σε ειδικό χώρο όσοι παρουσιάζουν παραβατική συμπεριφορά.
Αίσθηση προκαλεί ωστόσο η καταγγελία του ότι πολιτικές δυνάμεις στοιχίζονται ή ακόμα και ενορχηστρώνουν αυτά τα επεισόδια, ποντάροντας στη δυσαρέσκεια των κατοίκων. «Πρέπει να καταστεί σαφές ότι αυτόκλητους σερίφηδες, μια συγκροτημένη Πολιτεία δεν γίνεται να τους ανεχτεί», υπογραμμίζει.
Τέλος, είπε πως σε ευρεία σύσκεψη, που πραγματοποιήθηκε την προηγούμενη εβδομάδα στο υπουργείο Μεταναστευτικής Πολιτικής, αποφασίστηκε σε σύντομο χρονικό διάστημα, και πάντως πριν έρθει ο χειμώνας, να ξεκινήσουν οι εργασίες για τη δημιουργία ενός οργανωμένου camp, που θα δίνει τη δυνατότητα στους πρόσφυγες να ζουν σε ανθρώπινες συνθήκες.