«Η χθεσινή επιβεβαίωση του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας για αύξηση των φόρων στα πετρελαιοειδή είναι απολύτως ενδεικτική της πλήρους σύγχυσης και της ανικανότητας μιας κυβέρνησης προσηλωμένης σε μια αδιέξοδη φορομπηχτική πολιτική στο πλαίσιο της εφαρμογής του 3ου Μνημονίου».
Αυτό τόνισε ο ευρωβουλευτής της Λαϊκής Ενότητας, Νίκος Χουντής, σε δήλωσή του που αφορά ερώτηση την οποία κατέθεσε σήμερα προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, την οποία εγκαλεί επίσης, διότι, ενώ πιέζει συνεχώς για αύξηση της φορολογίας και μείωση μισθών και συντάξεων, ανέχεται την πλήρη απραξία σε θέματα φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου.
Ο κ. Χουντής τόνισε επίσης πως «αποτελεί σκάνδαλο το γεγονός ότι, ενώ 4 χρόνια πριν έχει ψηφιστεί νόμος για την πάταξη της λαθρεμπορίας καυσίμων αλλά και προϊόντων καπνού και χρειάζονται μόνο κάποιες υπουργικές αποφάσεις για να τεθεί ο νόμος σε πλήρη εφαρμογή, η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, μέσω μη αρμόδιου υπουργού, εξήγγειλε χθες την αύξηση της φορολογίας στα καύσιμα, που θα έχει ως αποτέλεσμα δυσμενείς επιπτώσεις στις μεταφορές, στις παραγωγικές επιχειρήσεις του πρωτογενούς και δευτερογενούς τομέα, στα νοικοκυριά, στα τιμολόγια της ΔΕΗ, αλλά θα οδηγήσει και σε δραματική αύξηση του λαθρεμπορίου καυσίμων, αφού η αύξηση της φορολογίας προσφέρει στους λαθρέμπορους μεγαλύτερο κίνητρο».
«Καλούμε την κυβέρνηση», προσέθεσε ο ευρωβουλευτής της ΛΑΕ, «να αλλάξει την απόφασή της και να μην επιβάλλει καμία νέα φορολογία στα πετρελαιοειδή, που ήδη επιβαρύνονται με τους υψηλότερους φόρους στην Ευρώπη, και να προχωρήσει άμεσα στην πάταξη του λαθρεμπορίου, εκδίδοντας τις αναγκαίες υπουργικές αποφάσεις, οι οποίες, εδώ και πολύ καιρό, βρίσκονται κατατεθειμένες από υπηρεσιακούς παράγοντες στα γραφεία των αρμόδιων υπουργών (Οικονομικών), χωρίς να υπογράφονται!».
Στην ερώτησή του, ο Νίκος Χουντής επισημαίνει μεταξύ άλλων: «Το μητρώο πρατηρίων καυσίμων με εγκατάσταση συστήματος ελέγχου εισροών-εκροών που έπρεπε να είχε ολοκληρωθεί έως τον Αύγουστο 2014, είναι ακόμη ατελές και αναξιοποίητο. Δεν υπάρχει διασύνδεση της Δημόσιας Διοίκησης (ΓΓΠΣ) με τα πρατήρια, δεν διασταυρώνονται τα στοιχεία, δεν έχει δημιουργηθεί μηχανισμός πιστοποίησης και ελέγχου και δεν έχουν προβλεφθεί ούτε τα έξοδα που αφορούν την υλοποίηση αυτών των μέτρων».