Με ταχείς ρυθμούς προχωρά η Τουρκία στην ενίσχυση της στρατιωτικής της παρουσίας στα κατεχόμενα από το 1974 εδάφη της Κύπρου, μετατρέποντας την περιοχή σε έναν από τους πλέον στρατηγικούς στρατιωτικούς κόμβους της Ανατολικής Μεσογείου. Με την καθοδήγηση του προέδρου της γείτονος, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η Άγκυρα έχει επενδύσει τεράστια κεφάλαια σε μια σειρά από στρατιωτικές υποδομές, με στόχο να εξασφαλίσει τον έλεγχο μιας κρίσιμης γεωγραφικής ζώνης που εκτείνεται από τη Λιβύη μέχρι τον Λίβανο, τη Συρία και τη Λωρίδα της Γάζας.

Μία από τις πλέον σημαντικές ενέργειες της Τουρκίας είναι η πλήρης αναβάθμιση του παράνομου αεροδρομίου στο Λευκόνοικο, το οποίο έχει μετατραπεί από ένα μικρό αεροδρόμιο σε μια προηγμένη βάση μη επανδρωμένων αεροσκαφών (drones). Αυτά τα drones, τύπου Bayraktar TB2, δεν αποτελούν απλώς όργανα επιτήρησης, αλλά είναι εξοπλισμένα με πυραύλους αέρος-αέρος και αέρος-επιφανείας, ενώ διαθέτουν τη δυνατότητα να μεταδίδουν σε πραγματικό χρόνο εικόνα στα τουρκικά σκάφη που επιχειρούν στην Ανατολική Μεσόγειο. Με την προσθήκη νέων σταθμών καθοδήγησης (Ground Data Terminals) στην οροσειρά του κατεχόμενου Πενταδάκτυλου, η ακτίνα δράσης αυτών των drones έχει διευρυνθεί σημαντικά, καλύπτοντας ακόμη και τις ακτές του Ισραήλ και του Λιβάνου.

Στην ίδια στρατηγική κατεύθυνση, η Τουρκία κατασκευάζει ναύσταθμο στο Μπογάζι των κατεχομένων, ο οποίος θα παρέχει δυνατότητες ελλιμενισμού και ανεφοδιασμού όχι μόνο σε πολεμικά πλοία, αλλά και σε ερευνητικά, που αναμένεται να προκαλέσουν νέες εντάσεις στην κυπριακή ΑΟΖ. Η κίνηση αυτή δεν είναι τυχαία, καθώς η Άγκυρα επιδιώκει να ενισχύσει την παρουσία της στην περιοχή, εξασφαλίζοντας στρατηγικά πλεονεκτήματα τόσο σε στρατιωτικό όσο και σε ενεργειακό επίπεδο.

Παρά τις πολεμικές επιχειρήσεις στη Συρία και τις άλλες στρατιωτικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει, η Τουρκία δεν έχει αποσύρει ούτε έναν στρατιώτη από τις 38.000 που βρίσκονται στα κατεχόμενα εδώ και δεκαετίες – επί της ουσίας από τις επιχειρήσεις «Αττίλας 1» και «Αττίλας 2» το καλοκαίρι του 1974. Αυτή η στρατιωτική δύναμη συνεχίζει να παραμένει ακέραιη και εξοπλισμένη, σε πολλές περιπτώσεις, με αμερικανικής κατασκευής οπλικά συστήματα, παρά τις διεθνείς αντιδράσεις και την απαγόρευση του Κογκρέσου.

Επιπρόσθετα, η Τουρκία προχωρά στην κατασκευή ενός νέου σταθμού παρακολούθησης πλοίων στο Ακρωτήρι, κοντά στο ιστορικό μοναστήρι του Αποστόλου Ανδρέα. Αυτός ο σταθμός θα επιτρέπει την παρακολούθηση της θαλάσσιας κυκλοφορίας και την καταγραφή των πλοίων που διασχίζουν την περιοχή, ενισχύοντας περαιτέρω τον έλεγχο της Άγκυρας στη θαλάσσια ζώνη γύρω από την Κύπρο. Η κίνηση αυτή αποδεικνύει την πρόθεση της Τουρκίας να αναλάβει τον ρόλο του «λιμενάρχη» στην περιοχή, εν μέσω της αυξανόμενης στρατηγικής σημασίας της Αλεξανδρούπολης που υποβαθμίζει τη σημασία των Δαρδανελλίων.

Ταυτόχρονα, η Άγκυρα συνεχίζει να προωθεί τα σχέδιά της για παράνομες γεωτρήσεις στις θαλάσσιες ζώνες της Κύπρου, αγνοώντας τις διεθνείς αντιδράσεις. Στόχοι για νέες γεωτρήσεις έχουν ήδη εντοπιστεί, επιβεβαιώνοντας ότι η Τουρκία δεν προτίθεται να υποχωρήσει από τον ενεργειακό της σχεδιασμό. Η ενίσχυση του στόλου των γεωτρυπάνων της είναι απλώς ένα ακόμη εργαλείο για την υλοποίηση της επεκτατικής της πολιτικής, με την κατεχόμενη Κύπρο να αποτελεί το επίκεντρο αυτών των φιλοδοξιών. Η στρατηγική της Άγκυρας είναι σαφής: η Τουρκία θέλει να εδραιώσει τον έλεγχό της στην Ανατολική Μεσόγειο, χρησιμοποιώντας τα κατεχόμενα ως βάση για την επίτευξη των γεωπολιτικών της στόχων.