Τα ήρεμα νερά στις ελληνοτουρκικές σχέσεις φουρτούνιασαν τα τελευταία 24ωρα, με αφορμή τη μαύρη επέτειο του Αττίλα. Κατά την προσφιλή του τακτική, ο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έστησε φιέστες στα κατεχόμενα, ενώ παράλληλα οι λύσεις που πρότεινε για την επίλυση του Κυπριακού είναι εκ των προτέρων απορριπτέες, αφού αντίκεινται στα ψηφίσματα του ΟΗΕ. Σε όλα αυτά ήρθε να προστεθεί και η προσωπική επίθεση της Άγκυρας κατά του υπουργού Άμυνας, Νίκου Δένδια.
Στο Μέγαρο Μαξίμου παρακολουθούν με προβληματισμό, αλλά όχι με έκπληξη, την αλλαγή στάσης της Τουρκίας και τηρούν στάση αναμονής στέλνοντας όμως παράλληλα και τα δέοντα μηνύματα.
Το βασικότερο είναι η ευρωπαϊκή υπόσταση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Κάθε απειλή προς την Κύπρο γίνεται απειλή για όλη την ΕΕ τονίζει η κυβέρνηση και με τον τρόπο αυτό θέτει και την ΕΕ προ των ευθυνών της απέναντι στην τουρκική προκλητικότητα.
Επίσης, η παρουσία του Κυριάκου Μητσοτάκη στην Κύπρο στις εκδηλώσεις μνήμης είχε διπλή ανάγνωση, καθώς δεν είναι μόνο ο πρώτος έλληνας πρωθυπουργός που πράττει κάτι τέτοιο, αλλά και ο πρώτος ηγέτης χώρας-μέλους της ΕΕ και με ρόλο στην ανατολική Μεσόγειο που δηλώνει την αταλάντευτη στήριξή του στην Κύπρο.
Τις θέσεις της Ελλάδας εξέφρασε με τον πιο ξεκάθαρο τρόπο και πάντα σε απόλυτο συντονισμό με την Κυπριακή κυβέρνηση ο Κυριάκος Μητσοτάκης. «Δεν αποδεχόμαστε τετελεσμένα, η επιδίωξή μας είναι να υπάρξει Κυπριακή Δημοκρατία, με μια κυριαρχία, μια διεθνή προσωπικότητα και μια ιθαγένεια, σε μια διζωνική, δικοινοτική ομοσπονδία, σε ένα ενιαίο κράτος, χωρίς ξένο στρατό κατοχής, χωρίς αναχρονιστικές εγγυήσεις».
Το μήνυμα που στέλνει με απόλυτη σαφήνεια η Αθήνα στην Άγκυρα είναι ότι ναι μεν συζητούμε, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι συμφωνούμε και πολύ περισσότερο ότι υποχωρούμε.
Με ορίζοντα τον Σεπτέμβριο που είναι το επόμενο ραντεβού του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, στην κυβέρνηση δεν θεωρούν ότι πρέπει να ρίξουν στον κάλαθο τη Διακήρυξη των Αθηνών, αλλά τονίζουν ότι εμείς πιστεύουμε στον διάλογο γιατί μέσα από αυτόν προκύπτουν πολύ ξεκάθαρα οι ελληνικές θέσεις και οι διαφωνίες που έχουμε με την άλλη πλευρά.
Επαναλαμβάνουν προς πάσα κατεύθυνση ότι διάλογος δεν σημαίνει υποχώρηση ή αφέλεια. Παραθέτουν μάλιστα τα οφέλη που έχουν προκύψει στο μεταναστευτικό, στις εμπορικές σχέσεις, στον τουρισμό.
Και έχοντας αυτή την ξεκάθαρη θέση, θέτουν την Τουρκία προ των ευθυνών της και υπογραμμίζουν ότι είναι στο χέρι της να συμμετέχει σε μια τέτοια διαδικασία διαλόγου πάνω σε αυτή τη βάση.
Και μόνο έτσι θα φτάσουμε στην αρχή του φθινοπώρου σε μία ακόμα συνάντηση του Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η οποία θα πάει τις ελληνοτουρκικές σχέσεις ένα βήμα παραπέρα.