Ας κάνουμε μία πρώτη παραδοχή: Η προεκλογική εκστρατεία ενός υποψήφιου βουλευτή (με το ΠΑΣΟΚ ή τη ΝΔ), έστω στη Β’ Αθηνών, κοστίζει πολύ περισσότερο από το σύνολο της βουλευτικής αποζημίωσης σε βάθος τετραετίας. Όσο για τα προεκλογικά έξοδα των δύο κομμάτων εξουσίας, φθάνουν σε δυσθεώρητα ύψη χωρίς καν να υπολογίσουμε τα «πάγια» που φουσκώνουν ακόμη περισσότερο το γενικό λογαριασμό. Ας κάνουμε, τώρα, και μία δεύτερη παραδοχή: Τα τελευταία χρόνια συγκροτήθηκε ισχυρή του Γένους Σχολή, οι εκπρόσωποι της οποίας (εθνοπατέρες εν προκειμένω) χρησιμοποιούν ανενδοίαστα την πολιτική ως μέσο εύκολου πλουτισμού, χωρίς καν να μπαίνουν στον κόπο να το κρύψουν.
Όλα αυτά και άλλα συναφή εξηγούν τους λόγους για τους οποίους, τελικά, η πολιτική περιέπεσε σε κατάσταση γενικής ανυποληψίας και οι κομματικές εστίες ταυτίστηκαν με τόπους εκτεταμένης διαφθοράς. Θα μου πείτε, για την κρίση της πολιτικής συζητάμε εδώ και τουλάχιστον δύο δεκαετίες, σιγά το καινούργιο. Σωστά, μόνο που την τελευταία περίοδο το πρόβλημα γιγαντώθηκε στη συνείδηση της κοινής γνώμης, προσλαμβάνοντας εκρηκτικές διαστάσεις και εκδηλώνεται πλέον με πρωτοφανή ένταση, ακόμα και με ακραίες συμπεριφορές. Δεν είναι περισσότεροι από δύο μήνες που μία δημοσκόπηση της GPO στο Mega (τότε πέρασε στα ψιλά) αναδείκνυε το «ΚΑΝΕΝΑ» ως το δεύτερο προσφιλέστερο κόμμα των ερωτηθέντων και τον «ΚΑΝΕΝΑ» ως τον κατά την κρίση τους «καταλληλότερο πρωθυπουργό» για να βγει η χώρα από το αδιέξοδο. Τόμπολα!
Αν αυτό δε λέγεται κολοσσιαίο πρόβλημα πολιτικής εκπροσώπησης και αν δεν ηχεί στα αυτιά του πολιτικού συστήματος σαν σειρήνα ασθενοφόρου εγκλωβισμένου στην κίνηση, τότε θα πρέπει να υποθέσουμε πως το πολιτικό σύστημα κοιμάται τον ύπνο του Βαρούχ και ονειρεύεται ότι θα τη βγάλει και πάλι καθαρή με συνταγές ληγμένες που στο παρελθόν το είχαν κατ’ επανάληψη ξελασπώσει. Μόνο που ως πριν από ενάμιση χρόνο το τοπίο ήταν δραματικά διαφορετικό. Σε ελάχιστα αυτιά έφθανε η βοή της επερχόμενης κρίσης και σχεδόν όλοι ζούσαμε, ο καθένας στο επίπεδο του, σε καθεστώς πλασματικής ευημερίας, δρέποντας τους καρπούς μιας ψευδεπίγραφης ανάπτυξης.
Τότε, λοιπόν, που στην κορυφή των top 10 βρίσκονταν η καλοπέραση, η ευκολία και το βόλεμα, τα περί διαφθοράς του πολιτικού συστήματος ήταν απλώς προσφιλές θέμα στην ατζέντα των κοινωνικών συναναστροφών, οι δε εκ των ένδον καταγγελίες -συνήθως προσεκτικά διατυπωμένες για να παραμένουν στη σφαίρα του αόριστου- αξιολογούντο ως συμπαθητικά ξεσπάσματα «πολιτικών που έχουν τσίπα» ή αν εκδηλώνονταν καθ’ έξιν, ως εκφράσεις γραφικού χαρακτήρα. Το τέλειο άλλοθι σε ένα τρελό σκηνικό υποκρισίας και αδιαφάνειας.
Από τότε, κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι. Συνέβησαν για την ακρίβεια δύο πράγματα ταυτόχρονα: Την ώρα που κάποιοι εκπρόσωποι του πολιτικού συστήματος αποθρασύνονταν, την ίδια ώρα τελείωνε και το πάρτυ της τεχνητής ευημερίας για όλο τον υπόλοιπο κόσμο. Μας ήλθε, λοιπόν, ο ουρανός σφοντύλι και μέσα σε αυτή την νέα πραγματικότητα η υπόθεση της κάθαρσης μετασχηματίστηκε από χαλαρή κοινωνική συζήτηση σε καθολική και οργισμένη απαίτηση. Ίσως, μάλιστα, να μετεξελιχθεί λίαν συντόμως σε ευρύτερο κίνημα (αυτό είναι το καλό σενάριο) ή σε άθροισμα τυφλών αντιδράσεων (αυτός είναι ο μεγάλος κίνδυνος).
Αφήνω κατά μέρος την ισοπεδωτική απόρριψη της πολιτικής και των πολιτικών. Την κατανοώ μεν, αλλά δεν τη συμμερίζομαι. Πιστεύω ακράδαντα ότι δεν είναι όλοι οι πολιτικοί ίδιοι. Όπως, επίσης, πιστεύω ότι η λύση και μάλιστα για μια χώρα που κινείται επί ξυρού ακμής, δεν μπορεί να προέλθει παρά μόνο από το ίδιο το πολιτικό σύστημα υπό την προϋπόθεση ότι αυτό θα αναζητήσει επειγόντως την χαμένη του αξιοπιστία. Θα κοιταχθεί με ειλικρίνεια στον καθρέφτη «του», όπου συνήθως βρίσκεται η αλήθεια -η οποία κατά πως λένε κόβει πιο πολύ και από λεπίδι- και θα σταματήσει να κυνηγάει ανεμόμυλους.
Μερικές φορές η ευκαιρία έρχεται στο πιάτο, αρκεί κανένας να έχει τα μάτια και τα αφτιά ανοιχτά για να διακρίνει τα σημάδια. Και να διαθέτει, παράλληλα, τη γενναιότητα για να πάρει το ρίσκο, έχοντας προηγουμένως αποτοξινωθεί από τα βολικά στερεότυπα μιας ολόκληρης διαδρομής.
Η υπόθεση της εξεταστικής επιτροπής για τη Siemens ήταν -κατά τη γνώμη μου- ιστορική ευκαιρία για να αρχίσει να ξελασπώνει ένα πολιτικό σύστημα το οποίο εδώ και καιρό χάνει συνεχώς πόντους στη σχέση του με τους πολίτες και έχει προ πολλού προσχωρήσει μοιρολατρικά στη συνταγή του κατενάτσιο. Κάτι σαν ασανσέρ, δηλαδή, που θα ξεκόλλαγε την πολιτική και τους πολιτικούς από το «υπόγειο» της γενικευμένης αμφισβήτησης και της βαριάς καχυποψίας.
Άλλο θεωρία, όμως, και άλλο πράξη, όπου τελικά επικράτησε η λογική του στυλ «μετά το φιάσκο του Βατοπαιδίου ας παίξουμε λίγο μπάλα για να μην εξαγριωθεί η εξέδρα και ως το επόμενο ματς έχει ο θεός». Με αυτό τον τρόπο δημιουργήθηκε η εικόνα ότι τα ονόματα του πορίσματος δεν ήταν παρά σπορά αποτυχημένης δικομματικής συνεννόησης ή τραβηγμένων από τα μαλλιά εσωκομματικών σκοπιμοτήτων. Όπως, επίσης, παγιώθηκε η άποψη ότι επελέγη ένας μονόπλευρος προσανατολισμός, αφού η έρευνα αφορούσε κυρίως την έκταση της βλάβης του δημόσιου συμφέροντος και ελάχιστα το αν πίσω από τις αμαρτωλές συμβάσεις κρυβόταν κάποιος ομφάλιος λώρος ανάμεσα στα μαύρα ταμεία της Siemens και σε εγχώρια πολιτικά και κομματικά πουγκιά.
Συμπέρασμα για την ώρα: Δεν «τα κουκουλώσαμε όλοι μαζί» -όπως, ειρήσθω εν παρόδω, δεν «τα φάγαμε όλοι μαζί». Όλοι μαζί, όμως, χάσαμε την ευκαιρία να γυρίσουμε σελίδα. Για την ώρα…
Της Όλγας Τρέμη από την aixmi.gr