Στη νέα παρέμβαση του πρώην πρωθυπουργού, Αντώνη Σαμαρά μέσω συνεργατών του για την τροπολογία του υπ. Μετανάστευσης για που δίνει τη δυνατότητα σε παράνομους μετανάστες που αποδεδειγμένα έχουν μέχρι τις 31/11/2023 ζήσει στη χώρα μας τουλάχιστον μια τριετία, να εργαστούν νόμιμα, απάντησαν κυβερνητικές πηγές.
Θυμίζουμε πως συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού επανήλθαν στο θέμα, αλλά αντί σχολίου παρέθεσαν την ενημέρωση του κυβερνητικού εκπροσώπου στους πολιτικούς συντάκτες, πριν από τρείς μήνες, στις 29 Σεπτεμβρίου 2023, στην οποία ο κ. Μαρινάκης υποστήριζε ότι δεν θα γίνουν ελληνοποιήσεις.
Τι απάντησαν οι κυβερνητικές πηγές
«Η ρύθμιση έχει επαρκώς αναλυθεί. Η διαφορά μεταξύ εφάπαξ συγκεκριμένου αριθμού αδειών διαμονής για εργασία υπό τον όρο της ανάκλησης και ελληνοποιήσεων είναι τόσο προφανής που περαιτέρω ανάλυση είναι περιττή», τονίζουν σε απάντησή τους κυβερνητικές πηγές.
Στο θέμα αναφέρθηκε και η Ντόρα Μπακογιάννη η οποία μίλησε στην Ολομέλεια, στο πλαίσιο της συζήτησης για τον προϋπολογισμό του 2024.
Η πρώην υπουργός άφησε αιχμές σε αυτούς που αντιδρούν επί της συγκεκριμένης τροπολογίας, λέγοντας χαρακτηριστικά πως «όλη μου τη ζωή έχω πολεμήσει το λαϊκισμό και θα μου επιτρέψετε να πω ότι ακούω επιχειρήματα που στερούνται αναγνώρισης της σημερινής πραγματικότητας.
Η κυβέρνηση έρχεται και λέει ότι κάποιος που είναι τρία χρόνια στην Ελλάδα και δεν έχει νομιμοποιήσει τα χαρτιά του και είτε εργάζεται «μαύρα» είτε έχει ροπή προς την παραβατικότητα είτε ζει από φιλανθρωπίες, έχει δικαίωμα να νομιμοποιηθεί και να δουλέψει, Ο βασικός όρος γι΄ αυτή την νομιμοποίηση είναι εργαστεί, να φέρει δηλαδή το συμβόλαιο εργασίας ή το εργόσημο ώστε να ξέρει και το κράτος ποιος είναι και πού εργάζεται. Υπάρχει όμως και η αντίθετη επιχειρηματολογία, που λέει ότι θα γίνουμε φάρος για να έρθουν κι άλλοι μετανάστες. Δεν μας ρωτάει κανένας αν θα έρθουν άλλοι και αν θα καταφέρουν να μπουν. Έχουμε μια δύσκολη κατάσταση στην Αίγυπτο, τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή, μια κατάσταση απελπισίας σε όλο το περιβάλλον εκεί. Αν έχουμε μείωση ροών το έχουμε καταφέρει ακριβώς λόγω αυτής της πολιτικής με την Τουρκία που επέτρεψε τη συνεργασία να κρατήσουμε τους παραβάτες και εμπόρους ανθρώπινων ψυχών υπό έλεγχο. Μπορούμε να νομιμοποιήσουμε ανθρώπους που βρίσκονται εδώ και βοηθούν την ελληνική οικονομία».
Η αρχική δήλωση Σαμαρά
Η τροπολογία που κατέθεσε στο «μίνι» ασφαλιστικό ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Δημήτρης Καιρίδης, με την οποία μειώνεται στα τρία από τα επτά χρόνια ο χρόνος αποδεδειγμένης διαμονής στη χώρα για να δοθεί άδεια παραμονής σε μετανάστες. είχε προκαλέσει την άμεση αντίδραση του Αντώνη Σαμαρά.
Μάλιστα, ο πρώην πρωθυπουργός τόνισε ότι πρόκειται για μια «απόφαση λανθασμένη» και ζήτησε από την κυβέρνηση να την αποσύρει.
«Αδυνατώ να καταλάβω γιατί η κυβέρνησή μας ελαστικοποιεί κι άλλο τη δυνατότητα παροχής άδειας διαμονής και εργασίας στους παράνομους μετανάστες. Ακόμα και σε αυτούς που έχει απορριφθεί η αίτηση ασύλου!», σημείωσε χαρακτηριστικά, ενώ δεν παρέλειψε να υπενθυμισει πως η δική του κυβέρνηση «το 2012-2014 είχε θεσπίσει ένα νομικό πλαίσιο που προέβλεπε, κάτω από πολύ αυστηρές προϋποθέσεις, τη χορήγηση της άδειας διαμονής μόνο εάν οι αιτούντες συμπλήρωναν 7 έτη συνεχούς παρουσίας στη χώρα», τονίζοντας μάλιστα πως αυτό το καθεστώς «το διατήρησε ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ…».
Τι προβλέπει η τροπολογία Καιρίδη για τους μετανάστες
Η τροπολογία του Δημήτρη Καιρίδη, που κατατέθηκε στο ασφαλιστικό νομοσχέδιο του υπουργείου Εργασίας προβλέπει πως μετανάστες τρίτων χωρών που διέμεναν μέχρι 30 Νοεμβρίου του 2023 χωρίς άδεια στην Ελλάδα, εδώ και τρία χρόνια, τώρα έχουν το δικαίωμα να τους χορηγηθεί νόμιμη άδειας διαμονής από την Γραμματεία της Αποκεντρωμένης Διοίκησης.
Η ρύθμιση παρέχει τη δυνατότητα χορήγησης άδειας διαμονής για εξαρτημένη εργασία και παροχή υπηρεσιών ή έργου σε πολίτες τρίτων χωρών που:
α) διαθέτουν προσφορά εργασίας από εργοδότη στην Ελλάδα για την απασχόλησή τους με καθεστώς εξαρτημένης εργασίας και υπηρεσιών ή έργου και, αποδεδειγμένα, στη συνέχεια, εργάζονται,
β) διέμεναν στην Ελλάδα έως και την 30η Νοεμβρίου 2023,
γ) συνεχίζουν να διαμένουν στη χώρα, και
δ) συμπληρώνουν τρία τουλάχιστον συνεχή έτη παραμονής πριν την υποβολή αίτησης, σύμφωνα με δημόσια έγγραφα βέβαιης χρονολογίας.