Ένα 24ωρο πριν από την επίσκεψή του στην Αθήνα, ο τούρκος πρόεδρος Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν μίλησε στην εφημερίδα «Καθημερινή» και στους Αλέξη Παπαχελά και Μανώλη Κωστίδη για όλα τα θέματα που αφορούν τις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Ο Ερντογάν τονίζει στη συνέντευξή του ότι προσβλέπει σε μια νέα σελίδα στη βάση της «αρχής win win (καζάν – καζάν)».
«Η Ελλάδα είναι γειτονική μας χώρα και θα παραμείνουμε γείτονες. Μοιραζόμαστε την ίδια γεωγραφία, την ίδια θάλασσα. […] Μίλησα για μια νέα σελίδα στις σχέσεις μας και την αρχή win win. Η αντίληψη win win βρίσκεται ήδη στον πυρήνα της προσέγγισης της Τουρκίας στις διεθνείς σχέσεις και τη διπλωματία», τονίζει.
Ο τούρκος πρόεδρος καταφτάνει αύριο το πρωί στη χώρα μας με τη θέση ότι η Άγκυρα επιθυμεί να συμπεριληφθούν σε πιθανή προσφυγή στη διεθνή δικαιοσύνη περισσότερα θέματα, «αλληλένδετα» με την υφαλοκρηπίδα και την ΑΟΖ. Σημειώνει ακόμη ότι «υπάρχουν πολλά αλληλένδετα θέματα που πρέπει να λυθούν εκτός από την υφαλοκρηπίδα. Πρέπει να τα εξετάσουμε ως ένα σύνολο. Δεν είναι σωστή η επιλεκτική προσέγγιση».
Ο κ. Ερντογάν αναφέρει ότι η τουρκική βούληση για επίλυση των ελληνοτουρκικών προβλημάτων «είναι ισχυρή» και ζητεί «παρόμοια προσέγγιση» και χωρίς «εξωτερικές παρεμβάσεις και από την ελληνική πλευρά».
Λέει επίσης ότι η δήλωσή του «Μπορεί να έρθουμε μια νύχτα ξαφνικά» αφορούσε «τρομοκρατικά στοιχεία, που απειλούν την ασφάλεια» της Τουρκίας και υπογραμμίζει ότι «η δομική ακεραιότητα της Αγίας Σοφίας δεν θα ζημιωθεί τόσο υλικά όσο και πνευματικά».
«Η Ελλάδα δεν είναι εχθρός μας, αλλά πολύτιμο μέλος της Συμμαχίας, στην οποία είμαστε μέλη. Επιπλέον, είμαστε γείτονες, θα πρέπει να παραμείνουμε γείτονες. Θα παραμείνουμε γείτονες, πρέπει να σεβόμαστε αμοιβαία τα δικαιώματα και τα ζωτικά συμφέροντα ο ένας του άλλου. Ο ελληνικός λαός, με τον οποίο ζούμε μαζί εδώ και αιώνες, γνωρίζει καλά πόσο στοργικοί είμαστε, όταν απλώνουμε το χέρι φιλίας», συνεχίζει.
Ο Ερντογάν απαντά και σε ερώτηση σχετικά με τα αποθέματα ενέργειας στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο, λέγοντας πως «γίνονται ελπιδοφόρες μελέτες. Η Μεσόγειος και το Αιγαίο είναι πλούσιες σε φυσικούς πόρους, λεκάνες. Ειδικά στη Μεσόγειο υπάρχουν δυνατότητες και ευκαιρίες για συνεργασία. Η αξιολόγηση των δυνατοτήτων μιας τέτοιας συνεργασίας μπορεί να συμβάλει στην ενεργειακή ασφάλεια των χωρών της περιοχής όσο και στην επίλυση πολιτικών ζητημάτων».
Στην ίδια ερώτηση απαντά ακόμη: «Για τον λόγο αυτό είχα προτείνει δύο φορές τη διοργάνωση ενός περιεκτικού συνεδρίου σχετικά με τις ευκαιρίες στην Ανατολική Μεσόγειο. Δυστυχώς, στην αρχή η Ε.Ε. παρέμεινε σιωπηλή ως προς την πρόταση αυτή. Η σιωπή δεν λύνει προβλήματα. Ομοίως, η Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου είχε προτείνει κοινή επεξεργασία αποθεμάτων και κατανομή των εσόδων, έως ότου επιτευχθεί συνολική λύση στο νησί. … Γιατί οι δύο πλευρές στο νησί να μην μπορούν να συνεργαστούν;».
Αναφορικά με το μεταναστευτικό, ζητεί την αρωγή της Ε.Ε. αλλά και της διεθνούς κοινότητας.
Σχετικά με την Αγία Σοφία λέει πως δε θα ζημιωθεί ούτε υλικά ούτε δομικά και οι εικονογραφίες θα προστατευθούν: «Η δομική ακεραιότητα του Τζαμιού της Αγίας Σοφίας δε θα ζημιωθεί τόσο υλικά όσο και πνευματικά κι ότι οι εικονογραφίες και πάσης φύσεως στοιχεία της τέχνης δε θα μειωθούν και θα προστατευθούν».
«Όσο για τη Θεολογική Σχολή της Χάλκης, όλα τα ιδιωτικά ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα έχουν κρατικοποιηθεί από το 1971 με απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου μας. Δεδομένου ότι δεν υπάρχει επίσημο ίδρυμα τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, στο οποίο μπορεί να μεταφερθεί η Θεολογική Σχολή, δεν είχε νομική υπόσταση και οι δραστηριότητες της έχουν σταματήσει. Στην πραγματικότητα η επαναλειτουργία της Θεολογικής Σχολής της Χάλκης είναι δυνατή μόνο ως αποτέλεσμα συνολικών νομοθετικών αλλαγών. Από την άλλη πλευρά, το Πατριαρχείο του Φενέρ (σ.σ. Οικουμενικό Πατριαρχείο) δεν ήταν θετικό για την επανέναρξη της εκπαίδευσης της Σχολής υπό την αιγίδα ενός κρατικού πανεπιστημίου, υπαγόμενου στη νομοθεσία του Συμβουλίου Ανώτατης Εκπαίδευσης».