Τρεις δεκαετίες έχουν περάσει από τότε που ο κορυφαίος Οδυσσέας Ελύτης έπαιρνε από τα χέρια του Κάρολου Γουστάβου, βασιλιά της Σουηδίας, το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Μπορεί να πέρασαν τόσα χρόνια, αλλά ο ποιητής είναι ακόμα εδώ, συνεχίζει να τραγουδιέται και να διαβάζεται.

Ο κατά κόσμον Οδυσσέας Αλεπουδέλης από την Παναγιούδα Λέσβου, γεννήθηκε στις 2 Νοεμβρίου του 1911 στο Ηράκλειο Κρήτης. Ήταν το τελευταίο παιδί από τα έξι της οικογένειας, ο γιός που αρνήθηκε να συνεχίσει το πατρικό εργοστάσιο σαπωνοποιίας και πυρηνελαιουργίας και πήρε δικό του όνομα για να πορευτεί στο δρόμο της ποίησης.

Το όνομα Ελύτης, γράφει ο μελετητής του Μάριο Βίτι, αποτελεί συνδυασμό της συλλαβής που προέρχεται από τις λέξεις «Ελλάδα», «Ελευθερία», «Ελένη» και της γενικής τοπωνυμικής κατάληξης των ονομάτων , όπως «Πολίτης».

«Το πραγματικό μου όνομα κουβαλούσε το βάρος μιας μικρής εμπορικής και βιομηχανικής φήμης που για όσους το έφεραν με υπερηφάνεια , και ήταν όλοι τους άνθρωποι που μόνη τους φιλοδοξία ήτανε το κέρδος, θα ήταν μεγάλη δυστυχία να το δούνε να ταυτίζεται με την υπόσταση ενός ποιητικού έργου παράξενου και ριψοκίνδυνου» εξηγεί στα κατοπινά χρόνια της καταξίωσής του ο ποιητής.

Ο Ελύτης δεν αρνήθηκε μόνο το κέρδος “κατ’ όνομα”. Στα εφηβικά του χρόνια αρνήθηκε την υποδούλωση της πόλης των Αθηνών, όπου μετακόμισε η οικογένεια από το Ηράκλειο, γυρίζοντας όλα τα γύρω από την Αττική βουνά.

Η δόξα, που ήρθε το 1964 με την μελοποίηση του«’Αξιον Εστί» από τον Μίκη Θεοδωράκη και οι υποδοχή που είχαν τα προηγούμενα έργα του «Προσανατολισμοί» , « Ήλιος ο Πρώτος», «Άσμα ηρωικό και πένθιμο για τον χαμένο ανθυπολοχαγό της Αλβανίας», «Η καλοσύνη στις λυκοποριές» , δεν τον άλλαξαν.

Η μεταπολίτευση του Κωνσταντίνου Καραμανλή του ανέθεσε την προεδρία του Εθνικού Ιδρύματος Ραδιοφωνίας και Τηλεόρασης, στην οποία έμεινε για λίγους μήνες. Δεν δέχθηκε να γίνει βουλευτής Επικρατείας της Νέας Δημοκρατίας. Δεν αποδέχθηκε να αναγορευθεί ακαδημαϊκός. Συνέχισε την ποιητική γραφή μέχρι το τέλος της ζωής του, με κυριότερα δημιουργήματα «Τα ετεροθαλή», «Η Μαρία Νεφέλη», «Τρία ποιήματα σε σημαία ευκαιρίας», «Το μονόγραμμα», «Ο Μικρός ναυτίλος».

Τιμήθηκε και βραβεύτηκε από πολλούς φορείς και Πανεπιστήμια της Ελλάδας και του κόσμου. Ταξίδεψε σε Ευρώπη και Αμερική τιμώμενος για το έργο του με το οποίο ανανέωσε την ποίηση . Ως το τέλος του ζούσε σε ένα μικρό διαμέρισμα στην οδό Σκουφά.