Την αντίθεσή της στη διαφαινόμενη διακοπή λειτουργίας της ελληνικής υπηρεσίας του euronews, εκφράζει με ανακοίνωσή του, το διοικητικό συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ.
«Η ελληνική γλώσσα, μέσω της υπηρεσίας στην Ελλάδα, πρέπει να παραμείνει ζωντανή στο ευρωπαϊκό κανάλι ενημέρωσης και να διατηρηθεί η πληροφόρηση των ευρωπαίων πολιτών στη μητρική τους γλώσσα», τονίζεται μεταξύ άλλων.
ΕΣΗΕΑ: Η ανακοίνωση αναφέρει
«Ο διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας ενημέρωσε τους εργαζομένους ότι στο επιχειρηματικό σχέδιο που η διοίκηση του euronews προτείνει στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή για τα προσεχή χρόνια δεν περιλαμβάνεται η χρηματοδότηση της ελληνικής υπηρεσίας. Αν αυτό συμβεί η ελληνική υπηρεσία θα είναι η μόνη που θα κλείσει, αν και το euronews εξακολουθεί να χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Ήδη, η εργοδότρια εταιρεία διέκοψε τη συνεργασία με τους freelancers και κινδυνεύουν με απόλυση άλλοι 24 δημοσιογράφοι, τεχνικοί και διοικητικοί.
Θεωρούμε εξοργιστική και αντίθετη με τις αξίες της ΕΕ την αιτιολόγηση της εταιρίας ότι οι ειδήσεις από την Ελλάδα και την Κύπρο δεν ενδιαφέρουν πλέον το ευρωπαϊκό κοινό και ότι η ελληνική γλώσσα, η γλώσσα που έδωσε το όνομά της στην Ευρώπη, κατατάσσεται στις λιγότερο διεισδυτικές.
Η ΕΣΗΕΑ σε συντονισμό με τις δημοσιογραφικές Ενώσεις στην Κύπρο και τη Γαλλία, έδρα του euronews, αλλά και την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, αναλαμβάνει σειρά ενεργειών προκειμένου να ανατραπούν τα σχέδια διακοπής λειτουργίας της ελληνικής υπηρεσίας που θα είναι, αν προχωρήσει αυτός ο σχεδιασμός, η μοναδική υπηρεσία επίσημης γλώσσας της ΕΕ που κλείνει ενώ το euronews χρηματοδοτείται από την ΕΕ.
Το ΔΣ της ΕΣΗΕΑ καλεί επίσης τις κυβερνήσεις της Ελλάδας και της Κύπρου καθώς και τους επιτρόπους και τους ευρωβουλευτές των δύο χωρών να εξαντλήσουν όλα τα πολιτικά και διπλωματικά μέσα, στα ευρωπαϊκά όργανα, ώστε να παραμείνει ζωντανή η ελληνική γλώσσα στο κανάλι του euronews, και να διατηρηθούν όλες οι θέσεις εργασίας.
Ως δημοσιογράφοι, πιστεύουμε και υπηρετούμε τη θεμελιώδη αξία της ΕΕ, αυτή της ίσης συνύπαρξης των 24 επίσημων γλωσσών των κρατών-μελών ως μιας από τις πλέον διακριτές και σημαντικές συνιστώσες του ευρωπαϊκού ιδεώδους. Περιμένουμε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή δεν θα είναι εκείνη που θα απαρνηθεί αυτές τις αξίες και μάλιστα με οικονομικά και πληθυσμιακά κριτήρια».