Αναβρασμός επικρατεί το τελευταίο χρονικό διάστημα στον χώρο του Τύπου για τις κυκλοφορίες των εφημερίδων και το γνωστό στη δημοσιογραφική πιάτσα «καπέλο».
Οι κυκλοφορίες των εφημερίδων, τόσο τις καθημερινές μέρες όσο και τις Κυριακές έχουν μειωθεί δραστικά τα τελευταία χρόνια, τα διαφημιστικά έσοδα έχουν πέσει, ενώ νέες εφημερίδες βγαίνουν σε κυκλοφορία.
Το φαινόμενο με το «καπέλο» στις κυκλοφορίες δεν είναι κάτι νέο. Ο Νίκος Χατζηνικολάου ανακοίνωσε ότι αποσύρει τις εφημερίδες του από τις μετρήσεις, ενώ το ίδιο έχει κάνει η Καθημερινή εδώ και χρόνια. Ο Γιάννης Κουρτάκης έχει καταγγείλει ότι μπαίνουν «καπέλα» και ζητάει να εφαρμοστεί το barcode, ενώ και ο Γιάννης Φιλιππάκης που εκδίδει τη Δημοκρατία και την Espresso κάνει ανάλογες καταγγελίες.
Οι καταγγελίες για την ψεύτικη διόγκωση των πωλήσεων προέρχονται από ένα μεγάλο σύνολο εκδοτών που καλύπτουν όλο το πολιτικό φάσμα… ζητώντας να επιβληθεί ο νόμος για το barcode, προκειμένου να αποτυπώνονται οι πραγματικές κυκλοφορίες των εφημερίδων.
Στη δημοσιογραφική πιάτσα ακούγεται όλο και πιο έντονα ότι κάποια έντυπα βάζουν «καπέλο» στις κυκλοφορίες τους.
Πώς μπαίνει όμως το καπέλο; Η διόγκωση της κυκλοφορίας δεν γίνεται στο περίπτερο, δηλαδή δεν υπάρχει ένα βανάκι που σαρώνει περίπτερα και αγοράζει εφημερίδες. Τότε για να βάλει κάποιος καπέλο 10.000 φύλλα με την τιμή των 4 ευρώ θα έπρεπε να πληρώσει 40.000 ευρώ…
Το καπέλο μπαίνει απευθείας στο πρακτορείο διανομής. Εκεί αγοράζονται τα επιπλέον φύλλα πληρώνοντας μόνο το ποσοστό του πρακτορείου, δηλαδή περίπου στο 30%. Έτσι για 10.000 φύλλα τα χρήματα που χρειάζονται δεν είναι 40.000 ευρώ αλλά 12.000 ευρώ. Και αυτόματα μια εφημερίδα με πραγματικές πωλήσεις 12.000 φύλλα μπορεί να φτάσει τις 22.000 φύλλα.
Για να αντιμετωπιστεί το «καπέλο» η κυβέρνηση σχεδιάζει την καθιέρωση γραμμωτού κώδικα (barcode) για την on line παρακολούθηση και τον έλεγχο των κυκλοφοριών των εφημερίδων.
Οι εφημερίδες και τα περιοδικά θα σκανάρονται υποχρεωτικά σε όλα τα τμήματα της διανομής, της πώλησης και της επιστροφής τους.