Υπήρξαν δεκαετίες ολόκληρες στην Ελλάδα που η βδομάδα έκλεινε με έναν συγκεκριμένο τρόπο. Για πολλούς μάλιστα το άκουσμα του σήματος σήμαινε πως ήταν ώρα για ύπνο, καθώς και αργά ήταν για τα σχολιαρόπαιδα αλλά και ο μπαμπάς ήθελε να καθίσει αναπαυτικά στον καναπέ και να απολαύσει επιτέλους απερίσπαστος την «Αθλητική Κυριακή»! Το βαρύ πυροβολικό της ελληνικής τηλεόρασης δηλαδή, που προβάλλεται (σχεδόν) αδιαλείπτως εδώ και αρκετές δεκαετίες, μεγαλώνοντας γενιές και γενιές ελλήνων φιλάθλων. Το ηχητικό σήμα της εξάλλου όσες φορές κι αν το ακούσεις δεν το χορταίνεις ποτέ, συνυφασμένο καθώς είναι με την παιδική, εφηβική και ενήλικη ζωή μας…
Όλα φαίνεται να ξεκινούν στις 27 Μαΐου 1966, όταν ένας νεαρός σπορτσκάστερ του ΕΙΡ, κάποιος Γιάννης Διακογιάννης, παρουσιάζει στους διψασμένους για μπάλα έλληνες φιλάθλους το Παγκόσμιο Κύπελλο Αγγλίας. Μέσα σε λίγους μήνες, τον Σεπτέμβριο συγκεκριμένα, παρουσιάζει πια τη δική του εκπομπή, η οποία σε λιγότερο από έναν μήνα προβάλλεται πια την Κυριακή (από τη Δευτέρα) και σύντομα αποκτά το νέο της όνομα: «Αθλητική Κυριακή». Όλα γίνονται σε μια εποχή που η ελληνική τηλεόραση είναι κυριολεκτικά στα σπάργανα και το ποδόσφαιρο το απολαμβάνει ο Έλληνας στις αλάνες κάπως έτσι… Περισσότερες από τέσσερις δεκαετίες αργότερα, όταν η εκπομπή είναι πια θεσμός τόσο στον αθλητικό χώρο όσο και την καρδιά των φιλάθλων, συμβαίνει κάτι αναπάντεχο: το μαύρο στην οθόνη της κρατικής τηλεόρασης στις 11 Ιουνίου 2013, που παρά τις φήμες, δεν είναι κάποιο τεχνικό πρόβλημα. Μέσα στις πολιτικές περιπέτειες με το κλείσιμο της ΕΡΤ, ένα ερώτημα τριβελίζει επίπονα το μυαλό του τηλεθεατή και κυρίως του φιλάθλου: δεν θα ξαναδούμε ποτέ την «Αθλητική Κυριακή»; Δεν θα ξανακούσουμε το σήμα της; Για τέτοιο ανεξίτηλο βίωμα μιλάμε! Γιατί η ΕΡΤ ήταν ταυτισμένη εξάλλου με τον αθλητισμό, όχι μόνο λόγω του ιστορικού ειδικού βάρους της για τον κόσμο των σπορ, αλλά και εξαιτίας του γεγονότος ότι η αθλητική εκπομπή της ήταν διαχρονικά ένα από τα λίγα προγράμματα της κρατικής τηλεόρασης που ανταγωνιζόταν και ξεπερνούσε σε τηλεθέαση πολλές εκπομπές των ιδιωτικών καναλιών. Η ΕΡΤ ήταν άλλωστε αυτή που έβαλε τα σπορ μέσα στο σπίτι του Έλληνα και ο αντίκτυπος της «Αθλητικής Κυριακής» ήταν εδώ κολοσσιαίος. Όταν άρχισε εξάλλου να προβάλλεται στο ΕΙΡ, ταυτόχρονα με τις πρώτες ζωντανές μεταδόσεις αγώνων από τα ελληνική γήπεδα, προκάλεσε πύρινους διαξιφισμούς στα Μέσα και τα καφενεία, ακολουθώντας το αμφιθυμικό μοτίβο του Έλληνα. Έδιωχνε η τηλεόραση τον κόσμο από τα γήπεδα; Απειλούσε τα έσοδα των συλλόγων, καταστρέφοντας λες το ίδιο το ποδόσφαιρο; Κι αν ναι, πώς φτάσαμε να θεωρούνται σήμερα τα τηλεοπτικά δικαιώματα ζωογόνο ύδωρ των αθλητικών σωματείων; Η «Αθλητική Τηλεόραση» είναι πολλά περισσότερα από άλλη μια αθλητική εκπομπή. Είναι η ίδια η προϊστορία και ιστορία της ελληνικής τηλεόρασης, και να γιατί…
Η… προϊστορία
Το 1966 ήταν μια χρονιά-σταθμός για την ελληνική τηλεόραση. Κι αυτό γιατί στις 11 Ιουλίου αρχίζει το Μουντιάλ της Αγγλίας, η διοργάνωση που άλλαξε την ιστορία του ποδοσφαίρου. Όχι αγωνιστικά, αλλά τηλεοπτικά! Ήταν το πρώτο Παγκόσμιο Κύπελλο που είχε πλήρη τηλεοπτική κάλυψη, μια πρώτης τάξεως ευκαιρία δηλαδή για τη γέννηση της ελληνικής TV. Στις παραμονές του Μουντιάλ της Αγγλίας λοιπόν το ΕΙΡ (Εθνικόν Ίδρυμα Ραδιοφωνίας) είχε ήδη ξεκινήσει τις πρώτες πειραματικές του εκπομπές. Ένα από τα στελέχη του σταθμού ήταν ο δημοσιογράφος Κώστας Σισμάνης, ο οποίος μέσω των διασυνδέσεών του στο BBC καταφέρνει να εξασφαλίσει -δωρεάν, εννοείται!- 15 φιλμαρισμένους αγώνες από τους 32 που έλαβαν χώρα στα αγγλικά γήπεδα. Λίγο πρωτύτερα, το αντίπαλο δέος του ΕΙΡ, το κανάλι του στρατού ΤΕΔ (Τηλεόρασις Ενόπλων Δυνάμεων), που θα γινόταν μετέπειτα ΥΕΝΕΔ (και ΕΤ2 τελικά), είχε αρχίσει από τον Φεβρουάριο της ίδιας χρονιάς να προβάλει κινηματογραφημένα δεκάλεπτα αποσπάσματα από ελληνικά ντέρμπι. Το πρώτο ποτέ μεταδόθηκε την Παρασκευή, 25 Φεβρουαρίου 1966, στις 8:15 το βράδυ και αφορούσε στο ματς Παναθηναϊκός-ΑΕΚ που είχε γίνει στις 19 Δεκεμβρίου 1965 στο γήπεδο της Λεωφόρου (νικήτρια η ΑΕΚ με 2-3). «Η τηλεόραση αδειάζει τις εξέδρες», διαμαρτύρονται οι εφημερίδες της εποχής διαβλέποντας τον κίνδυνο ήδη από την παρθενική μετάδοση! Την ώρα που συμβαίνουν όλα αυτά στην ΤΕΔ, στο ΕΙΡ ακούγονται εκείνο τον μοιραίο Φεβρουάριο (23 του μηνός, 6:30 το απόγευμα) οι πρώτες λέξεις της ελληνικής τηλεόρασης: «Κυρίες και κύριοι, καλησπέρα σας. Από το Εθνικόν Ίδρυμα Ραδιοφωνίας καθιερώνεται το νέο του βραδινό ωράριο για τις τεχνικές δοκιμές του πειραματικού πομπού τηλεοράσεως», λέει η Ελένη Κυπραίου και γράφει αυτομάτως τηλεοπτική ιστορία. Ήταν η πρώτη ζωντανή εκπομπή της ντόπιας TV, η οποία εξέπεμπε από ένα υποτυπώδες στούντιο του πέμπτου ορόφου του κτιρίου του ΟΤΕ στην 3ης Σεπτεμβρίου. Η τηλεόραση είχε μόλις γεννηθεί στη χώρα μας και χίλια περίπου νοικοκυριά του Λεκανοπεδίου ήταν οι αποδέκτες της. Το μακρινό 1966 η τηλεόραση ήταν εξάλλου είδος πολυτελείας. Κόστιζε 7.500 δραχμές, όσο δύο μέσα μηνιάτικα ενός υπαλλήλου δηλαδή. Γι’ αυτό και κόσμος συνωστίζονταν έξω από τις βιτρίνες των καταστημάτων ηλεκτρονικών ειδών, για να παρακολουθήσει γεμάτος περιέργεια το σχεδόν εξωγήινο θέαμα. Και γιατί υπήρχε η πρωτόγνωρη αυτή κοσμοσυρροή έξω από τις βιτρίνες; Μα για το ποδόσφαιρο, τι άλλο; Όπως μας πληροφορεί ο Τύπος της εποχής, το «φαινόμενο της βιτρίνας» εντάθηκε όταν στο πρόγραμμα της τηλεόρασης μπήκε το ποδόσφαιρο. Από τις πρώτες της στιγμές δηλαδή. Μόνο όταν άρχισε να κυλά η μπάλα στο γρασίδι απέκτησε η τηλεόραση άλλο νόημα, καθώς τώρα υπήρχε ένας καλός λόγος να ξεπουληθείς για να τη βάλεις στο σαλόνι σου. Ήταν το Μουντιάλ του 1966 και του Διακογιάννη η φωνή αυτά που θα έκαναν όλη την προωθητική δουλειά για τη νέα εφεύρεση! Όπως είπαμε, λίγους μήνες μετά τις πρώτες πειραματικές εκπομπές των δύο καναλιών, ο παλιός αθλητικός συντάκτης Κώστας Σισμάνης κατάφερε να εξασφαλίσει αρκετούς από τους αγώνες της διοργάνωσης σε φιλμ. Οι μπομπίνες του ΒΒC κατέφταναν στο στούντιο την επομένη των αγώνων, αλλά το σπικάζ γινόταν ζωντανά για να είναι πιο άμεσο το αποτέλεσμα. Την περιγραφή των αναμετρήσεων ανέλαβε ο άγνωστος τότε Γιάννης Διακογιάννης. Ήταν η πρώτη αθλητική φωνή της ελληνικής τηλεόρασης, η οποία περιέγραψε 14 αγώνες του Μουντιάλ και έγινε αμέσως θρύλος! Όπως το θυμόταν και ο ίδιος: «Μου τηλεφώνησε ένα πρωί ο Κώστας Σισμάνης: ‘‘Σε θέλει ο Μιχάλης Γιαννακάκος’’, μου είπε. Ο Γιαννακάκος ήταν διευθυντής της τηλεόρασης και ο άνθρωπος που έκανε τις περιγραφές των ποδοσφαιρικών αγώνων. Πήγα και μου είπαν το αντικείμενό μου. Να παρουσιάσω μια εκπομπή με κάποια φιλμάκια για το Μουντιάλ από την προετοιμασία των ομάδων που είχε εξασφαλίσει ο Σισμάνης και να περιγράψω κάποιους αγώνες που θα ερχόντουσαν αργότερα από την Αγγλία. Αυτή ήταν η αρχή». Οι καταστηματάρχες έβγαζαν τώρα τις τηλεοράσεις τους στον δρόμο, όπου συνέρρεε ο λαός για να παρακολουθήσει για πρώτη φορά διεθνές ποδόσφαιρο. Η κοινωνική απήχηση του ποδοσφαίρου εξαργυρώθηκε αμέσως από το καθημερινό δελτίο ειδήσεων του Φρέντυ Γερμανού, όπου άρχισαν να προβάλλονται τα πρώτα αθλητικά στιγμιότυπα…
Η ιστορία και το αθάνατο ελληνικό δαιμόνιο
Οι κινηματογραφημένοι αγώνες του Μουντιάλ καθιέρωσαν την τηλεόραση (δεν υπήρχαν άλλωστε και πολλά ή ενδιαφέροντα να παρακολουθήσει κανείς) και εκείνο το σημαδιακό καλοκαίρι εμφανίστηκαν στους τηλεοπτικούς δέκτες οι δύο πρώτες τακτικές αθλητικές εκπομπές. Με διαφορά μιας μέρα. Και με τον ίδιο τίτλο φυσικά, καθώς το ελληνικό δαιμόνιο ήταν και πάλι εδώ! «Ματιές στα σπορ» ονόμασε το ΕΙΡ την αθλητική εκπομπή της Δευτέρας (4 Ιουλίου) και «Ματιές στα σπορ» αποκάλεσε η ΤΕΔ την επομένη το βράδυ το δικό της αθλητικό πρόγραμμα! Οι «Ματιές στα σπορ» του ΕΙΡ θα εξελίσσονταν στην «Αθλητική Κυριακή», καθώς η εκπομπή έγινε δημοφιλέστατη και ο κόσμος μαζευόταν για να παρακολουθήσει τα στιγμιότυπα των αγώνων (όχι όλων, προς θεού, δύο ματς μόνο κι αυτά σε φιλμ) και τις συνεντεύξεις. Στις 10 Οκτωβρίου 1966, για παράδειγμα, καλεσμένος είναι ο εκλέκτορας της εθνικής ποδοσφαίρου Κλεάνθης Βικελίδης. Στις 28 Νοεμβρίου συνομιλούν ο Νίκος Γιούτσος και ο Γιώργος Μαρσέλος, πρωταθλητής και βαλκανικονίκης στον στίβο και πολλοί ακόμα. Αυτές οι «Ματιές στα σπορ» θα μεταφερθούν αργότερα το βράδυ της Κυριακής, δίνοντας υπόσταση στον αθλητικό θρύλο «Αθλητική Κυριακή», την οποία σφράγισε ο Γιάννης Διακογιάννης. Τι απέγιναν όμως οι άλλες «Ματιές στα σπορ»; Το μεγάλο όπλο της ΤΕΔ των στρατιωτικών στον τηλεοπτικό ανταγωνισμό με το ΕΙΡ ήταν η πλήρως οργανωμένη κινηματογραφία Στρατού. Σε αντίθεση με το ΕΙΡ που έδινε τα φιλμ για εμφάνιση σε χέρια ιδιωτών, η ΤΕΔ είχε δικά της εμφανιστήρια, κι έτσι την Τρίτη η εκπομπή παρουσίαζε δεκάλεπτα στιγμιότυπα από έναν αγώνα πρωταθλήματος!
Η εκπομπή μεταφέρεται τελικά κι αυτή την Κυριακή το βράδυ και προβάλλει τώρα εκτεταμένα στιγμιότυπα από το σημαντικότερο ματς της αγωνιστικής που λαμβάνει χώρα εντός της Αττικής. Ιστορία γράφεται στις 27 Νοεμβρίου 1966, όταν παρουσιάζονται για πρώτη φορά στιγμιότυπα από ποδοσφαιρικό αγώνα που έγινε λίγες ώρες νωρίτερα! Είναι το ΠΑΟΚ-Ολυμπιακός (3-2), όπου ο τηλεθεατής είδε 15 ολόκληρα λεπτά από το ματς και μάλιστα την ίδια μέρα. Οι φίλαθλοι εκπαιδεύονται σιγά σιγά να περιμένουν το βραδάκι της Κυριακής για τα καθιερωμένα αθλητικά στιγμιότυπα. Τα κανάλια επιδόθηκαν σε έναν πραγματικό αγώνα δρόμου για να προλαβαίνουν την εμφάνιση και το μοντάρισμα του φιλμ. Και οι δύο εκπομπές απέκτησαν χορηγούς, ελληνικές καπνοβιομηχανίες, και γύρω από το αθλητικό πρόγραμμα της ΕΙΡ και της ΥΕΝΕΔ (όπως ονομάστηκε η ΤΕΔ μετά το απριλιανό πραξικόπημα) στήθηκε μια ολόκληρη βιομηχανία. Οι μεγαλύτερες εταιρίες ηλεκτρονικών ειδών διαφήμιζαν τις τηλεοράσεις τους έχοντας ως κράχτη το αθλητικό πρόγραμμα των τηλεοπτικών σταθμών. Οι άλλες «Ματιές στα σπορ» της ΥΕΝΕΔ έκαναν κίνηση-ματ όταν έφεραν στις τάξεις τους τον Κώστα Σισμάνη, τον άνθρωπο που έφερε το Μουντιάλ στην Ελλάδα. Εκείνος συγκρότησε ένα αμιγώς αθλητικό τμήμα για να στελεχωθεί η 15λεπτη εκπομπή της Κυριακής, που έβγαινε τώρα στον αέρα λίγο μετά το τέλος των αγώνων. Η πρώτη μάλιστα μετάδοση αγώνα ελληνικού πρωταθλήματος ήρθε μόλις το 1969, όταν η ΥΕΝΕΔ μετέδωσε το δεύτερο ημίχρονο της αναμέτρησης Παναθηναϊκός-Εθνικός την 1η Δεκεμβρίου 1969…
Η πραγματική «Αθλητική Κυριακή»
Οι «Ματιές στα σπορ» του ΕΙΡ μετατρέπονται στον ημίωρο «Κόσμο των σπορ» το 1967 (προβαλλόταν στο τότε ΕΙΡΤ-Κανάλι 5) και κατόπιν (2 χρόνια μετά περίπου) σε «Αθλητικά νέα». Τα «Αθλητικά νέα» κράτησαν μόλις τρεις εβδομάδες. Ο Μιχάλης Γιαννακάκος ζήτησε και πέτυχε η εκπομπή να προβάλλεται την Κυριακή (από τη Δευτέρα που είχε μεταφερθεί εκ νέου) και να μετονομαστεί σε «Αθλητική Κυριακή», φιλοξενώντας προβολή στιγμιοτύπων από τον καλύτερο αγώνα του Σαββατοκύριακου, άφθονη αθλητική ενημέρωση αλλά και συζήτηση με έναν καλεσμένο. Η μακροβιότερη εκπομπή της Ελλάδας είχε μόλις γεννηθεί! Παρουσιαστής συνέχισε να είναι ο Διακογιάννης, ο οποίος εμφανιζόταν στους δέκτες την Κυριακή το βράδυ στις 21:05 ακριβώς. Χορηγός ήταν τα τσιγάρα «Άσσος Φίλτρο», την ίδια ώρα που οι «Ματιές στα σπορ» της ΥΕΝΕΔ είχαν σπόνσορα τον Κεράνη. Η επαφή του χορηγού Παπαστράτου με την εκπομπή θα γεννούσε και το εμβληματικό ηχητικό σήμα της «Αθλητικής Κυριακής», για το οποίο θα μιλήσουμε παρακάτω. Ο Διακογιάννης παρουσίαζε την «Αθλητική Κυριακή» μέχρι και το 1983, αποκτώντας σταδιακά μπόλικους συμπαρουσιαστές. Αναφέρουμε ενδεικτικά τους Βαγγέλη Φουντουκίδη, Φίλιππο Συρίγο, Σταύρο Τσώχο, Μανώλη Μαυρομμάτη, Δημήτρη Κωνσταντάρα, Νίκο Κατσαρό, Γιάννη Μαμουζέλο, Γιάννη Θεοδωρακόπουλο, Χάρη Αλευρόπουλο, Κώστα Καπάνταη και τόσοι ακόμα. Η «Αθλητική Κυριακή» με τη μορφή που την ξέρουμε σήμερα ντεμπουτάρει στις 27 Φεβρουαρίου 1972 και εκπέμπει κάθε Κυριακή αδιάλειπτα μέχρι και το μαύρο στην ΕΡΤ το 2013. Όχι ότι αυτό θα τη σκότωνε, καθώς αποδεικνύεται πολύ σκληρή για να πεθάνει. Όπως ακριβώς και η ελληνική TV. Όλες σχεδόν οι παλιές δόξες της αθλητικής δημοσιογραφίας πέρασαν από τις τάξεις της «Αθλητικής Κυριακής», η οποία εξελίχθηκε προοδευτικά και ενέταξε στο πρόγραμμά της πλούσια ρεπορτάζ από τα ματς του ελληνικού πρωταθλήματος, σχολιασμό από καλεσμένους, συνεντεύξεις και αποκλειστικές δηλώσεις, ζωντανές συνδέσεις από αθλητικά γεγονότα και όλη τη δράση της τρέχουσας αγωνιστικής, σε εγχώριο και διεθνές επίπεδο, αλλά και όλων των αγωνισμάτων της εβδομάδας. Το βίαιο κλείσιμο της ΕΡΤ τη νύχτα της Τρίτης, 11 Ιουνίου 2013, επηρέασε όπως ήταν φυσικό τη θρυλική εκπομπή, απειλώντας τη χρονική πρωτοκαθεδρία της. Σε αδρές γραμμές, οι απολυμένοι εργαζόμενοι που παρέμεναν στο ραδιομέγαρο της κρατικής τηλεόρασης ξεκίνησαν εκ νέου την προβολή ζωντανών εκπομπών της «Αθλητικής Κυριακής» τις γνωστές ώρες της. Ταυτόχρονα, ο μεταβατικός ραδιοτηλεοπτικός φορέας ΔΤ ξεκίνησε με τη σειρά του την προβολή της «Αθλητικής Κυριακής» τις ίδιες ώρες με αυτήν της «πειρατικής» ΕΡΤ, μέχρι τις 4 Μαΐου 2014 τουλάχιστον, όταν το κανάλι έκλεισε οριστικά! Μετά την εισβολή των ΜΑΤ στο Ραδιομέγαρο στις αρχές Νοεμβρίου, η ΕΤ3 ανέλαβε την μετάδοση των εκπομπών. Η ΝΕΡΙΤ επανεκκίνησε την «Αθλητική Κυριακή», με νέο μεν σήμα αλλά τους ίδιους παρουσιαστές με πριν από τις περιπέτειες της κρατικής μας τηλεόρασης. Βασίλης Μπακόπουλος, Κατερίνα Αναστασοπούλου και Πέτρος Μαυρογιαννίδης παρουσιάζουν σήμερα την ιστορική εκπομπή της ΕΡΤ (επέστρεψε δριμύτερη στην ΕΡΤ1 την Κυριακή 23 Αυγούστου 2015 στις 22:00 ακριβώς)…
Το περίφημο ηχητικό σήμα
Σήμα κατατεθέν της εκπομπής και μια μελωδία που γνωρίζουν οι πάντες στην Ελλάδα, λάτρεις των σπορ ή όχι, η μουσική έναρξης της «Αθλητικής Κυριακής». Το έργο του μουσικοσυνθέτη Χρήστου Λεοντή μάς έρχεται από το 1969, όχι βέβαια χωρίς περιπέτειες! Ο Λεοντής έλαβε μεν την παραγγελία για τη σύνθεση του μουσικού σήματος, το κομμάτι δεν προοριζόταν όμως για την «Αθλητική Κυριακή». Ο μουσουργός το έγραψε ως ηχητική επένδυση για διαφήμιση της καπνοβιομηχανίας Παπαστράτος και ο Παπαστράτος ήταν χορηγός εκείνη τη χρονιά της «Αθλητικής Κυριακής» (μέσω του «Άσσου Φίλτρο»). Οι συνεπαγωγές είναι πρόδηλες! Ενάμιση μάλιστα χρόνο μετά, η δικτατορία των συνταγματαρχών απαγόρευσε τη διαφήμιση στην τηλεόραση. Όπως έχει αποκαλύψει ο ίδιος ο Λεοντής, δεν είχε καμιά ιδέα ή ενημέρωση ότι η μελωδία του θα έντυνε μουσικά τους τίτλους αρχής της «Αθλητικής Κυριακής». Το άκουσε κι αυτός από τη συχνότητα της τηλεόρασης και δεν πίστευε στα αυτιά του. Ο συνθέτης δεν φαίνεται να έχει αποζημιωθεί για τα δικαιώματα χρήσης του κομματιού του εδώ και 45 χρόνια(!), καθώς ένας μύθος περιέβαλλε πάντα την αγαπημένη μουσική σύνθεση. Όπως είχε εξομολογηθεί χαρακτηριστικά και ο Διακογιάννης, πίστευε κι αυτός ότι το μουσικό σήμα ήταν έργο ξένου καλλιτέχνη, μιας και αυτό είχε υπαινιχθεί η τότε μουσική επιμελήτρια του ΕΙΡ. «Παρά τις εκκλήσεις μου ουδέποτε θέλησε να μου πει από πού προήλθε αυτό το μουσικό σήμα και με τα πολλά μου είπε μόνο ότι είναι ξένο». Δεν ήταν όμως!