Μία νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Psychological Medicine του πανεπιστημίου του Cambridge αναδεικνύει ότι οι έφηβοι που χρησιμοποιούν κάνναβη διατρέχουν ενδεκαπλάσιο κίνδυνο να αναπτύξουν ψυχωσική διαταραχή σε σύγκριση με εκείνους που δεν χρησιμοποιούν τη ναρκωτική ουσία.
Αυτή η ανακάλυψη υπογραμμίζει τους πιθανούς κινδύνους για την ψυχική υγεία που σχετίζονται με τη χρήση κάνναβης κατά την εφηβεία, υποδηλώνοντας ότι η σύνδεση μπορεί να είναι ισχυρότερη από ό,τι είχε προηγουμένως θεωρηθεί.
Η κάνναβη, γνωστή κοινώς ως μαριχουάνα, έχει χρησιμοποιηθεί ανά τους αιώνες και εξακολουθεί να χρησιμοποιείται τόσο για ιατρικούς όσο και για ψυχαγωγικούς σκοπούς. Περιέχει πολυάριθμες χημικές ενώσεις, γνωστές ως κανναβινοειδή, με την τετραϋδροκανναβινόλη (THC) να είναι η πιο γνωστή λόγω των ψυχοδραστικών της επιδράσεων.
Αυξημένη THC και ανησυχίες για την υγεία
Η THC είναι η ουσία που ευθύνεται κυρίως για το «φτιάξιμο», καθώς αλληλεπιδρά με το ενδοκανναβινοειδές σύστημα του εγκεφάλου, επηρεάζοντας τη διάθεση, την αντίληψη και διάφορες γνωστικές λειτουργίες. Μια άλλη ουσία που περιέχεται στην κάνναβη είναι η κανναβιδιόλη (CBD), η οποία δεν είναι ψυχοδραστική και έχει αναδειχθεί για τα πιθανά θεραπευτικά της οφέλη. Μάλιστα στην κάνναβη για ιατρική χρήση η THC αφαιρείται και διατηρείται μόνο η CBD.
Η ισχύς της κάνναβης, ιδίως όσον αφορά την περιεκτικότητα σε THC, έχει εκτοξευτεί τις τελευταίες δεκαετίες.
Σύμφωνα με το PsyPost, τη δεκαετία του 1980, η μέση περιεκτικότητα σε THC στην κάνναβη ήταν περίπου 1%. Ωστόσο, λόγω της επιλεκτικής καλλιέργειας και των προχωρημένων τεχνικών καλλιέργειας, οι σύγχρονες ποικιλίες μπορεί να περιέχουν επίπεδα THC που υπερβαίνουν το 20%, ενώ ορισμένα εκχυλίσματα μπορούν να ξεπεράσουν ακόμα και το 90%.
Η μελέτη και τα ευρήματά της
Η μελέτη συνέδεσε δεδομένα από έρευνες σε πληθυσμό πάνω από 11.000 νέους στο Οντάριο του Καναδά με αρχεία χρήσης υπηρεσιών υγείας, συμπεριλαμβανομένων των νοσηλειών, των επισκέψεων στα επείγοντα και των εξωτερικών ιατρείων. Τα δεδομένα προέρχονται από τον Καναδικό Κοινοτικό Υγειονομικό Έλεγχο (CCHS) και αφορούν την περίοδο 2009-2012.
Η έρευνα περιέλαβε άτομα ηλικίας 12 έως 24 ετών. Για να εξασφαλίσουν την ακρίβεια των ευρημάτων, οι ερευνητές απέκλεισαν τα άτομα που είχαν χρησιμοποιήσει υπηρεσίες υγείας για ψυχωσικές διαταραχές τα έξι χρόνια πριν τη συνέντευξή τους. Αυτή η εξαίρεση στόχευε στη μείωση του κινδύνου της αντίστροφης αιτιότητας, όπου τα άτομα ενδέχεται να είχαν αρχίσει να χρησιμοποιούν κάνναβη για αυτο-θεραπεία υπαρχόντων ψυχωσικών συμπτωμάτων.
Οι έφηβοι που ανέφεραν χρήση κάνναβης τον τελευταίο χρόνο βρέθηκαν να έχουν πάνω από ενδεκαπλάσια πιθανότητα να διαγνωστούν με ψυχωσική διαταραχή σε σύγκριση με τους μη χρήστες. Ενδιαφέρον είναι ότι αυτός ο αυξημένος κίνδυνος δεν παρατηρήθηκε σε νέους ενήλικες ηλικίας 20 έως 24 ετών, υποδηλώνοντας ότι η εφηβεία είναι μια ιδιαίτερα ευάλωτη περίοδος για τις επιπτώσεις της κάνναβης στην ψυχική υγεία.
Τα δεδομένα έδειξαν ότι η πλειονότητα των εφήβων που διαγνώστηκαν με ψυχωσική διαταραχή είχε ιστορικό χρήσης κάνναβης. Συγκεκριμένα, περίπου 5 στους 6 εφήβους που νοσηλεύτηκαν ή επισκέφθηκαν το τμήμα επειγόντων για ψυχωσική διαταραχή είχαν προηγουμένως αναφέρει χρήση κάνναβης.
Αυτό το εύρημα ενισχύει τη θεωρία ότι ο εφηβικός εγκέφαλος είναι ιδιαίτερα ευαίσθητος στις επιδράσεις της κάνναβης, η οποία μπορεί να διαταράξει την κανονική ανάπτυξή του και να αυξήσει τον κίνδυνο σοβαρών ψυχικών προβλημάτων.
Περιορισμοί της μελέτης και τελικές σκέψεις
Παρόλο που η μελέτη παρέχει ισχυρές ενδείξεις για μια ισχυρή σύνδεση μεταξύ της χρήσης κάνναβης στην εφηβεία και των ψυχωσικών διαταραχών, εξακολουθεί να έχει ορισμένους περιορισμούς.
Το ενδεχόμενο αντίστροφης αιτιότητας παραμένει, καθώς τα πρώιμα συμπτώματα ψύχωσης θα μπορούσαν να οδηγήσουν κάποιους εφήβους στη χρήση κάνναβης ως μορφή αυτο-θεραπείας πριν αναζητήσουν επίσημη ιατρική βοήθεια.
Επιπλέον, η μελέτη δεν μπορούσε να λάβει υπόψη τις γενετικές προδιαθέσεις, το οικογενειακό ιστορικό ψυχικών προβλημάτων ή τα τραύματα — όλα τα οποία θα μπορούσαν να επηρεάσουν τόσο τη χρήση κάνναβης όσο και τον κίνδυνο ψυχωσικών διαταραχών.
Παρά ταύτα, τα ευρήματα ενισχύουν τις ανησυχίες για την πρώιμη χρήση κάνναβης. Καθώς τα εμπορικά προϊόντα κάνναβης γίνονται ολοένα και πιο διαθέσιμα και έχουν υψηλότερη περιεκτικότητα σε THC, η ανάπτυξη στρατηγικών πρόληψης που στοχεύουν στους εφήβους είναι πιο σημαντική από ποτέ.
Ο συγγραφέας της μελέτης Αντρέ Μακντόναλντ, μεταδιδακτορικός συνεργάτης του CIHR στο Κέντρο Peter Boris. για την Έρευνα Εθισμών και το Κέντρο Έρευνας Φαρμακευτικής Κάνναβης Michael G. DeGroote στο Πανεπιστήμιο McMaster, υπογράμμισε:
«Είναι σημαντικό να αναγνωρίσουμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων που κάνουν χρήση κάνναβης δεν θα αναπτύξουν ψυχωσική διαταραχή, αλλά αυτή η μελέτη δείχνει ότι οι περισσότεροι έφηβοι που αναπτύσσουν ψυχωσική διαταραχή έχουν ιστορικό χρήσης κάνναβης. Αυτές είναι σημαντικές πληροφορίες που πρέπει να μεταφέρουμε στους εφήβους αλλά και στους γονείς των εφήβων, οι οποίοι μπορεί να μην γνωρίζουν ότι τα προϊόντα κάνναβης σήμερα είναι διαφορετικά και μπορεί να είναι πιο επιβλαβή από αυτά που υπήρχαν όταν ήταν οι ίδιοι έφηβοι».