Αδιαμφισβήτητα, το αλάτι συμβάλλει στην ανάδειξη της γεύσης των τροφίμων, ενώ ενισχύει την υφή τους και χρησιμεύει ως συντηρητικό. Το επιτραπέζιο αλάτι αποτελείται από 60% χλώριο και 40% νάτριο.
Το νάτριο είναι ένας από τους βασικούς ηλεκτρολύτες που το σώμα χρειάζεται σε μικρές ποσότητες για να κάνει τα πάντα, από την πέψη της τροφής μέχρι τη σύσπαση ενός μυός ή το ανοιγοκλείσιμο των ματιών σας. Το πρόβλημα είναι ότι η σημερινή πρόσληψη νατρίου υπερβαίνει κατά πολύ αυτό που χρειάζεται το σώμα για να είναι στην καλύτερη δυνατή κατάσταση.
Υπάρχουν περισσότερα από 25 συστατικά που περιέχουν νάτριο και τα οποία οι κατασκευαστές τροφίμων χρησιμοποιούν συνήθως στις συνθέσεις τους για να δημιουργούν προϊόντα που έχουν μεγάλη διάρκεια ζωής στο ράφι. Τα κοινά συστατικά που περιέχουν νάτριο μπορεί να αναφέρονται ως αλάτι, διττανθρακικό νάτριο, νιτρικό νάτριο και περισσότερες από 20 άλλες ονομασίες που σημαίνουν προστιθέμενο νάτριο. Τα περισσότερα υπερ-επεξεργασμένα τρόφιμα περιέχουν υψηλές ποσότητες νατρίου και ακόμη και τρόφιμα που δεν έχουν αλμυρή γεύση, όπως το ψωμί, τα δημητριακά και τα γαλακτοκομικά προϊόντα, μπορεί να έχουν εκπληκτικά υψηλές ποσότητες νατρίου. Ποια ποσότητα, ωστόσο, αλατιού είναι αρκετά υψηλή για τον οργανισμό σας;
Αλάτι: Η ιδανική ποσότητα κατανάλωσης σε ημερήσια βάση
Το σώμα μας χρειάζεται μόνο μια μικρή ποσότητα νατρίου κάθε μέρα, 500 χιλιοστόγραμμα ή το ισοδύναμο 1/4 κουταλάκι του γλυκού αλάτι, για να βοηθήσει στη σύσπαση των μυών, στη διατήρηση υγιών νευρικών ερεθισμάτων και στη διατήρηση της ισορροπίας των υγρών. Σύμφωνα με το eatthis.com, οι περισσότεροι Αμερικανοί καταναλώνουν περίπου 3.400 χιλιοστόγραμμα νατρίου κάθε μέρα, ενώ το συνιστώμενο μέγιστο όριο είναι μέχρι 2.300 χιλιοστόγραμμα (η ποσότητα που υπάρχει σε 1 κουταλάκι του γλυκού αλάτι) την ημέρα. Ωστόσο, τα 1.500 χιλιοστόγραμμα την ημέρα είναι το ιδανικό όριο, σύμφωνα με την Αμερικανική Καρδιολογική Εταιρεία.
Για πολλούς ανθρώπους, η οξεία και η χρόνια πρόσληψη υπερβολικού νατρίου μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στην υγεία, μεταξύ άλλων οδηγώντας σε υψηλή αρτηριακή πίεση, αυξημένο κίνδυνο για εγκεφαλικό επεισόδιο και στεφανιαία νόσο.