Η ιβουπροφαίνη φαίνεται ότι είναι ασφαλής και πιο αποτελεσματική από την παρακεταμόλη, για την αντιμετώπιση του πόνου της ¨περιόδου¨, σύμφωνα με τα αποτελέσματα νέας επιστημονικής μελέτης. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας δημοσιεύτηκαν πρόσφατα από ομάδα επιστημόνων, με επικεφαλής τον Επικ Καθηγητή Μαιευτικής Γυναικολογίας Παναγιώτη Χριστόπουλο, από τη Β’ Μαιευτική – Γυναικολογική Κλινική, της Ιατρικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου της Αθήνας, στο Αρεταίειο νοσοκομείο.
Από τα σημαντικότερα φάρμακα, που συχνότερα χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της πρωτοπαθούς δυσμηνόρροιας, είναι τα αντιφλεγμονώδη φάρμακα, κυρίως ιβουπροφαίνη και παρακεταμόλη. Σκοπός αυτής της προοπτικής τυχαιοποιημένης διασταυρούμενης μελέτης ήταν η σύγκριση της αποτελεσματικότητας και του προφίλ ασφάλειας μεταξύ αυτών των δύο φαρμακευτικών ουσιών.
Στη μελέτη, συμπεριλήφθηκαν 100 νεαρές γυναίκες, ηλικίας μεταξύ 18-25 ετών, χωρίς παρούσα ή προηγούμενη πυελική παθολογία, που χωρίστηκαν σε δύο ομάδες. Η διάρκεια της μελέτης ήταν δύο μήνες. Η πρώτη ομάδα έλαβε ιβουπροφαίνη για τον πρώτο μήνα και παρακεταμόλη για τον δεύτερο, ενώ η δεύτερη ομάδα έλαβε το αντίστροφο.
Και οι δύο ομάδες συμπλήρωσαν ερωτηματολόγιο σχετικά με το πώς ανταποκρίθηκαν σε κάθε θεραπεία. Επιπλέον, συγκρίθηκε το προφίλ ασφάλειας των φαρμάκων, η επίδρασή τους πάνω στα χαρακτηριστικά της εμμήνου ρύσεως και οι πιθανές παρενέργειές τους.
Πριν από τη χορήγηση αναλγητικών, οι γυναίκες που συμμετείχαν ανέφεραν ότι ο πόνος ήταν 9% «βαρύς», 56% «έντονος», 23% «μέτριος», 12% «ήπιος». Όλες οι συμμετέχουσες δήλωσαν ότι είναι σημαντικό να μην αισθάνονται πόνο κατά τη διάρκεια της έμμηνου ρύσης τους, ενώ το 79% απάντησε ότι είναι «πολύ σημαντικό». Επιπλέον, το 62% των γυναικών απάντησε ότι χρειάζονταν παυσίπονα (μέσος αριθμός 3 χαπιών την ημέρα), χωρίς όμως ικανοποιητική αποτελεσματικότητα.
Μετά τη χορήγηση αναλγητικών για τους επόμενους δύο μήνες, η σύγκριση και η στατιστική ανάλυση των νέων ερωτηματολογίων αποκάλυψε ότι, όταν η ιβουπροφαίνη συγκρίθηκε με την παρακεταμόλη, η αναλγητική αποτελεσματικότητα ήταν 98,9 και 91,1% αντίστοιχα.
Η ιβουπροφαίνη φάνηκε ότι αντιμετωπίζει πιο γρήγορα τον πόνο, καθώς παρείχε μέγιστη ανακούφιση σε 30 λεπτά στο 53,3% των συμμετεχουσών – όταν η παρακεταμόλη έδειξε τη μέγιστη ανακούφιση από τον πόνο σε 60 λεπτά (64,4%).
Επίσης, το «βάθος» της αναλγησίας φάνηκε να είναι μεγαλύτερο με την ιβουπροφαίνη, καθώς ο πόνος μειώθηκε στο «μέτρια» με τη χρήση παρακεταμόλης (37,8%) και «ολικά» με ιβουπροφαίνη (58,9%).
Άλλο σημαντικό αποτέλεσμα ήταν ότι, η διάρκεια της αναλγησίας με ιβουπροφαίνη ήταν μεγαλύτερη. Η ανακούφιση από τον πόνο διήρκησε 4–8 ώρες στο 73,3% των συμμετεχουσών, σε σύγκριση με 1–4 ώρες με παρακεταμόλη (57,4%). Ως αποτέλεσμα όλων των παραπάνω, η καθημερινή δραστηριότητα φαίνεται να βελτιώθηκε σημαντικά με τη χρήση ιβουπροφαίνης (62%) σε σύγκριση με την παρακεταμόλη (μόνο 9%).
Όσο αφορά τις παρενέργειες των φαρμάκων, η ιβουπροφαίνη φάνηκε να είναι πιο ασφαλής, καθώς μετά τη χορήγηση παρακεταμόλης, το 4% των γυναικών εμφάνισαν παρενέργειες, ενώ με τη χρήση ιβουπροφαίνης καμία από τις γυναίκες δεν εμφάνισε κάποιο σημαντικό πρόβλημα.
Συμπερασματικά, η μελέτη φαίνεται να δείχνει ότι η ιβουπροφαίνη μοιάζει να είναι πιο αποτελεσματική σε σύγκριση με την παρακεταμόλη και να παρέχει μια σημαντικά βελτιωμένη ποιότητα ζωής στη γυναίκα που υποφέρει από πόνους στην περίοδο.
Βιβλιογραφία:
Comparison between ibuprofen and paracetamol in primary dysmenorrheal. Panagiotis Christopoulos, Maria-Konstantina Liakopoulou, Victoria Perdikari, Nicolaos Vrachnis, Theodoros Kalampokas, Nikolaos Vlachos. HJOG 2021, 20 (4), 205-212. doi: 10.33574/hjog.0305