Πολύ μεγαλύτερος «εχθρός» από ό, τι θεωρείτο ως σήμερα είναι φυματίωση υπογράμμισε σήμερα ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας, αποκαλύπτοντας, παράλληλα, πως πέρυσι έχασαν τη ζωή τους από την ασθένεια αυτή του πνεύμονα 1,5 εκατ. άνθρωποι, ένας απολογισμός σχεδόν εξίσου βαρύς με αυτόν του AIDS.
Περίπου 9 εκατ. άνθρωποι προσβλήθηκαν από φυματίωση το 2013, ή σχεδόν μισό εκατομμύριο περισσότεροι από ό,τι το 2012, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.
Η αύξηση αυτή αποδόθηκε ωστόσο κυρίως στην ακριβέστερη συλλογή στοιχείων σχετικά με την ασθένεια αυτή σε πολλές χώρες, ιδίως στη Νιγηρία και στο Πακιστάν, όπου ο αριθμός των κρουσμάτων είναι υψηλός.
Στην Ασία καταγράφεται ο βαρύτερος απολογισμός από τη φυματίωση, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση του Οργανισμού για την ασθένεια.
Στην Ινδία καταγράφεται ένας αριθμός κρουσμάτων ο οποίος αντιστοιχεί στο 24% του παγκόσμιου• ενώ στην Κίνα καταγράφεται το 11% των κρουσμάτων παγκοσμίως.
Ο ΠΟΥ ανέφερε ότι οι μολύνσεις μειώθηκαν τα τελευταία χρόνια, αλλά το ποσοστό θνησιμότητας είναι ακόμη απαράδεκτα υψηλό για μια ασθένεια η οποία μπορεί να αντιμετωπιστεί και να θεραπευτεί με τη χρήση αντιβιοτικών.
Ωστόσο εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μολύνονται κάθε χρόνια με μυκοβακτήρια φυματίωσης τα οποία είναι ανθεκτικά στα κοινά αντιβιοτικά και άρα χρειάζονται ειδική θεραπεία.
«Όμως το χάσμα ανάμεσα στην διάγνωση και την πραγματική έναρξη της θεραπείας μεγεθύνεται, και χρειαζόμαστε επειγόντως να αυξηθεί η δέσμευση και η χρηματοδότηση ώστε να γίνονται εξετάσεις και να χορηγείται σε κάθε κρούσμα», δήλωσε η Κάριν Βέγερ, ειδικός του ΠΟΥ σε θέματα ανθεκτικότητας της φυματίωσης στα φάρμακα.
Ταυτόχρονα, ο ΠΟΥ σημείωσε ότι από το 2004, οι θάνατοι από φυματίωση μεταξύ των ανθρώπων που είναι φορείς του HIV έχουν μειωθεί κατά το ένα τρίτο, στους 360.000.
Ο ΠΟΥ επισημαίνει ότι έχουν καταγραφεί «σημαντικές πρόοδοι» και σώθηκαν 37 εκατ. ζωές από το 2000 ως το 2013 στον αγώνα κατά της φυματίωσης, αλλά η μάχη δεν έχει κερδηθεί ακόμη. Την περίοδο από το 1990 ως το 2013, τα κρούσματα μειώθηκαν κατά 45%.
Είκοσι χρόνια και πλέον αφότου ο Οργανισμός είχε χαρακτηρίσει τη φυματίωση «κατάσταση εκτάκτου ανάγκης για τη δημόσια υγεία παγκοσμίως», ο ΠΟΥ υπογράμμισε ότι «έχουν επιτευχθεί σημαντικές πρόοδοι» στις προσπάθειες για την αντιμετώπισή της ασθένειας.
Η φυματίωση παρέμεινε η δεύτερη πιο θανατηφόρα μολυσματική ασθένεια παγκοσμίως μετά το AIDS το 2013 με 9 εκατ. κρούσματα και 1,5 εκατ. θανάτους, έναντι 1,6 εκατ. θανάτων από το AIDS. Το 2012, οι αριθμοί των νέων και των κρουσμάτων ήταν 8,6 εκατ. και 1,2 εκατ. αντίστοιχα.
Οι άνδρες συνεχίζονται να πλήττονται πιο συχνά και πιο σκληρά από τις γυναίκες —αριθμούσαν τα δύο τρίτα των θανάτων από φυματίωση το 2013—, ενώ οι θάνατοι παιδιών από την ασθένεια ανήλθαν σε 80.000.
Εκδηλώνονται «πολύ σοβαρές επιδημίες» της ασθένειας «σε ορισμένες περιοχές, ιδίως στην ανατολική Ευρώπη και στην κεντρική Ασία», επισήμανε ο ΠΟΥ.
Η Γκράνια Μπρίγκντεν, μια ειδικός της μη κυβερνητικής οργάνωσης Γιατροί Χωρίς Σύνορα, τόνισε ότι είναι «εξαιρετικά ανησυχητική» η «εξάπλωση της πολυανθεκτικής φυματίωσης» κυρίως στα κράτη «της πρώην Σοβιετικής Ένωσης», όπου «η πρόσβαση σε επαρκή θεραπεία είναι πολύ χαμηλή», καθώς «μόλις ένας στους πέντε ασθενείς με πολυανθεκτική φυματίωση έχει πρόσβαση σε θεραπεία• τους υπόλοιπους τους αφήνουν να πεθάνουν, αυξάνοντας τον κίνδυνο για τις οικογένειές τους και τις κοινότητες όπου ζουν και τροφοδοτώντας την επιδημία».
Ο ΠΟΥ επισήμανε ότι η έλλειψη χρηματοδότησης προσκόπτει τις προσπάθειες αντιμετώπισης της επιδημίας. Χρειάζονται 8 δισεκ. δολάρια το χρόνο για να αντιμετωπιστεί πλήρως η ασθένεια, ανέφερε, και σε ετήσια βάση η χρηματοδότηση είναι κατά μέσον όρο χαμηλότερη κατά τουλάχιστον 2 δισεκ. δολάρια.
Μολαταύτα, τα νέα κρούσματα την περίοδο 1990-2013 μειώνονταν κατά 1,5% το χρόνο, σύμφωνα με τον ΠΟΥ.