Περισσότερα από 25 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων κατά του κορονοϊού αναμένονται να έρθουν αρχές του 2021 στη χώρα μας, όπως δήλωσε ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, καθώς τόσες αναλογούν στην Ελλάδα μέσω των συμβάσεων προαγοράς που έχει υπογράψει η Ευρωπαϊκή Ένωση με φαρμακευτικές εταιρείες. Αυτό σημαίνει ότι θα υπάρχει επαρκής ποσότητα προκειμένου να εμβολιαστεί όλος ο πληθυσμός με τις δύο δόσεις που προβλέπονται. Καθίσταται όμως και υποχρεωτικός αυτός ο εμβολιασμός προκειμένου να καταπολεμηθεί η Covid-19 που μαστίζει ολόκληρο τον πλανήτη εδώ και 11 μήνες;
Τι προβλέπει ο νέος νόμος που ψηφίστηκε τον Μάρτιο
Ο νόμος 4675/2020 που ψηφίστηκε εν μέσω της πανδημίας στις 11 Μαρτίου φέτος (ΦΕΚ 54/Α) περί «πρόληψης, προστασίας και προαγωγής της υγείας» αναφέρει στο άρθρο 4, παρ. 3β επί λέξει ότι «σε περιπτώσεις εμφάνισης κινδύνου διάδοσης μεταδοτικού νοσήματος, που ενδέχεται να έχει σοβαρές επιπτώσεις στη δημόσια υγεία, μπορεί να επιβάλλεται, με απόφαση του Υπουργού Υγείας, μετά από γνώμη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Δημόσιας Υγείας, υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού με σκοπό την αποτροπή της διάδοσης της νόσου.
Με την ανωτέρω απόφαση ορίζονται η ομάδα του πληθυσμού ως προς την οποία καθίσταται υποχρεωτικός ο εμβολιασμός με καθορισμένο εμβόλιο, η τυχόν καθορισμένη περιοχή υπαγωγής στην υποχρεωτικότητα, το χρονικό διάστημα ισχύος της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού, το οποίο πρέπει πάντοτε να αποφασίζεται ως έκτακτο και προσωρινό μέτρο προστασίας της δημόσιας υγείας για συγκεκριμένη ομάδα του πληθυσμού, η ρύθμιση της διαδικασίας του εμβολιασμού και κάθε άλλη σχετική λεπτομέρεια».
Η λέξη «κλειδί»
Το «κλειδί» της παραπάνω παραγράφου, βρίσκεται στη δεύτερη πρόταση που υπογραμμίζει πως η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού ορίζεται για συγκεκριμένη «ομάδα πληθυσμού» και όχι για το σύνολο της κοινωνίας. Όπως εξηγεί στο newsbeast ο κ. Τάκης Βιδάκης, δικηγόρος – συνταγματολόγος και διδάσκων Βιοδίκαιο και Βιοηθική στο Διεθνές Πανεπιστήμιο της Ελλάδας και στο πανεπιστήμιο Αθηνών, «η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού δεν προβλέπεται από το Σύνταγμα. Γενικά, δεν μπορεί να καταστεί υποχρεωτικός ο εμβολιασμός γιατί είναι μια ιατρική πράξη και η ιατρική πράξη προϋποθέτει πάντοτε τη συναίνεση του ασθενούς ή του προσώπου που τη δέχεται. Δεν μπορεί να γίνει καμία παρέμβαση στο σώμα μας χωρίς την άδειά μας».
Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός αν ταξιδέψουμε π.χ. στην Αφρική
Ο επιστημονικός συνεργάτης της Εθνικής Επιτροπής Βιοηθικής και εμπειρογνώμων της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμπληρώνει ωστόσο ότι «η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού μπορεί να έχει όμως άλλα χαρακτηριστικά. Παραδείγματος χάριν, να θεωρηθεί ως απαραίτητος όρος, προκειμένου να έχουμε μια σειρά από επιλογές. Για παράδειγμα, για να πάμε σε μια χώρα της Αφρικής, θα πρέπει υποχρεωτικά να είμαστε εμβολιασμένοι για τις τοπικές λοιμώξεις, ώστε να μας επιτραπεί η είσοδος. Αυτό δεν έχει την έννοια της υποχρεωτικότητας όμως όπως έχει καθιερωθεί να την αντιλαμβανόμαστε, γιατί είναι θέμα επιλογών μας. Αν θέλουμε να πάμε στην Αφρική, πρέπει να εμβολιαστούμε. Εάν δεν θέλουμε να πάμε, δεν κάνουμε το εμβόλιο, είναι θέμα επιλογής».
Η υποχρεωτικότητα του εμβολιασμού και οι επιλογές
Όσον αφορά την περίπτωση του κορονοϊού, ο κ. Βιδάλης μας δηλώνει στη συνομιλία που είχαμε μαζί του ότι «η υποχρεωτικότητα ως όρος για την άσκηση κάποιων δικαιωμάτων μπορεί να επιβληθεί μόνο σε δύο περιπτώσεις:
Πρώτον, στην περίπτωση όσων ανήκουν στο υγειονομικό προσωπικό, είναι γιατροί, νοσηλευτές ή διοικητικό προσωπικό σε νοσοκομεία. Εκεί πρέπει κατά τη γνώμη μου να είναι απαραίτητη προϋπόθεση ο εμβολιασμός για να μπορούν να κάνουν αυτοί οι άνθρωποι τη δουλειά.
Δεύτερον, πρέπει να είναι υποχρεωτικός ο εμβολιασμός ενός ηλικιωμένου εάν θέλει να μπει σε οίκο ευγηρίας. Και στις δυο περιπτώσεις κάποιος μπορεί να επιλέξει φυσικά να μην εμβολιαστεί αλλά αν είναι υγειονομικός δεν θα μπορεί να δουλέψει σε νοσοκομείο και εάν είναι ηλικιωμένος δεν θα μπορεί να εισαχθεί στον οίκο ευγηρίας. Όμως υποχρεωτικότητα του τύπου ας πούμε της επιβολή προστίμων ή αποκλεισμού κάθε δυνατότητας μετακίνησης όταν δεν είμαστε σε κατάσταση καραντίνας, αυτό δεν γίνεται, είναι αντισυνταγματικό. Γι’ αυτό ο προαναφερόμενος νόμος 4675/2020 κάνει μνεία σε συγκεκριμένες ομάδες πληθυσμού.
Κίνητρα για να αποκτήσουμε την «ανοσία της αγέλης»
«Κατά τη γνώμη μου, προσθέτει ο κ. Βιδάλης, μόνο σε αυτές τις δύο ομάδες (σ.σ. τους υγειονομικούς και τους ηλικιωμένους) μπορούμε να προβλέψουμε κάτι τέτοιο. Δεν μπορώ να φανταστώ ότι θα υπήρχε ποτέ γενικός υποχρεωτικός εμβολιασμός. Δεν το επιτρέπει το Σύνταγμα».
Δίνει όμως και μια ακόμη διάσταση. «Για να μπορέσουμε, όπως υποστηρίζει, να δημιουργήσουμε μια ανοσία στον πληθυσμό (σ.σ. την επονομαζόμενη «ανοσία της αγέλης»), μπορεί να υπάρξουν από την Πολιτεία κίνητρα για τον εμβολιασμό και κάποιοι που δεν θα έκαναν το εμβόλιο να παρακινηθούν και να το κάνουν. Για παράδειγμα, μπορεί να προβλεφθεί για παράδειγμα ότι σε καθεστώς καραντίνας, θα είναι ελεύθεροι να κυκλοφορήσουν χωρίς κανένα περιορισμό όσοι είναι εμβολιασμένοι. Αυτό είναι ένα κίνητρο με σκοπό να μη αφεθεί όλη η δημόσια υγεία στην καλή θέληση του καθενός αλλά να υπάρξει το κρίσιμο ποσοστό που θα φτάσει η κοινωνία στην ανοσία».
Αντισυνταγματική η αθέλητη επέμβαση στο σώμα
Κατά το άρθρο 5 παρ. 4 του Συντάγματος, προβλέπεται η δυνατότητα επιβολής περιοριστικών μέτρων μονάχα για «την ελεύθερη μετακίνηση ή εγκατάσταση στη Χώρα». Μπορεί μεν ένα πρόγραμμα εμβολιασμού να αποτελεί ισχυρό όπλο στη φαρέτρα πρόληψης μετάδοσης μολυσματικών ασθενειών όπως είναι ο κορονοϊός, αλλά ο εμβολιασμός χωρίς τη θέληση του ατόμου, η αθέλητη επέμβαση δηλαδή στο σώμα του, αντιβαίνει στον σεβασμό και στην προστασία της ανθρώπινης αξίας που κατά το άρθρο 2 του Συντάγματος αποτελεί πρωταρχική υποχρέωση της Πολιτείας. Ακόμη και η επιβολή τυχόν κύρωσης σε περίπτωση άρνησης εμβολιασμού θα ερχόταν σε σύγκρουση με την προστασία της αξίας του ανθρώπου.
Κατά συνέπεια δεν μπορεί να υπάρξει υποχρεωτικός εμβολιασμός χωρίς την συναίνεση του προσώπου που θα λάβει το παρασκεύασμα ή εάν πρόκειται για ανήλικους, των γονέων τους. Από συνταγματικής άποψης όμως, θα μπορούσε να επιβληθεί σε όσους δεν εμβολιασθούν, περιορισμοί στις μετακινήσεις, πάντα με γνώμονα την αρχή της αναλογικότητας.