Τα δημητριακά αποτελούν τη βάση μιας ισορροπημένης διατροφής και αναπόσπαστο κομμάτι του πρωινού γεύματος.
Προσφέρουν στον οργανισμό «ενέσεις ενέργειας» μέσω των σύνθετων υδατανθράκων και των φυτικών ινών αργής πέψης και απορρόφησης, παρατείνοντας το αίσθημα του κορεσμού, βελτιώνοντας την καμπύλη της γλυκόζης, την «απάντηση» της ινσουλίνης, το λιπιδαιμικό προφίλ καθώς και την κινητικότητα του εντέρου.
Επιπλέον, οπλίζουν τον οργανισμό με ιδιαίτερα σημαντικά μικροθρεπτικά συστατικά όπως ο ψευδάργυρος, ο σίδηρος και το σύμπλεγμα βιταμινών Β, με πολλαπλά οφέλη τόσο σε κλινικό όσο και σε μεταβολικό επίπεδο. Παράλληλα, αποτελούν μια εξαιρετική πηγή φυτικών ινών, ιδιαιτέρως τα ολικής αλέσεως.
Οι φυτικές ίνες δεν ανήκουν στα «θρεπτικά συστατικά», αποτελούν όμως σημαντικό συστατικό της διατροφής μας. Το γεγονός ότι διέρχονται από τον οργανισμό μας χωρίς να απορροφώνται είναι ο κύριος λόγος που καθίστανται τόσο σημαντικές. Αποτελούν ουσιαστικά το βρώσιμο τμήμα των φυτικών τροφίμων, το οποίο δεν μπορεί να απορροφηθεί στο λεπτό έντερο και περνά ανέπαφο στο παχύ. Είναι μη αμυλώδεις πολυσακχαρίτες και χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες: τις διαλυτές και τις αδιάλυτες.
Οι διαλυτές ίνες απορροφούν νερό στο πεπτικό σύστημα και διογκώνονται, επιβραδύνοντας την πέψη και την απορρόφηση των θρεπτικών συστατικών. Διαλυτές υπάρχουν στο αλεύρι ολικής άλεσης, στους ξηρούς καρπούς, στα όσπρια και σε ορισμένα φρούτα και λαχανικά. Οι αδιάλυτες ίνες, που υπάρχουν στο πίτουρο, στους πλήρεις σπόρους, και στα λαχανικά, επιταχύνουν τη διέλευση της τροφής από τον πεπτικό σωλήνα και αυξάνουν τον όγκο των κοπράνων, διευκολύνοντας έτσι τις κενώσεις.
Επιπλέον αδυνατίζουν, επειδή καταλαμβάνουν όγκο στο στομάχι δημιουργώντας μας αίσθημα κορεσμού και μας ωθούν να περιορίσουμε την ποσότητα που προσλαμβάνουμε από τις υπόλοιπες τροφές.
Πηγή: neadiatrofis.gr