Αρκετές νευρολογικές διαταραχές συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας, σύμφωνα με μία νέα δανική επιστημονική μελέτη, την πιο ολοκληρωμένη του είδους της μέχρι σήμερα, διεθνώς. Οι ασθενείς με νευρολογική πάθηση έχουν κατά μέσο όρο 75% μεγαλύτερη πιθανότητα αυτοκτονίας σε σχέση με όσους δεν έχουν νευρολογικό πρόβλημα, όμως οι θάνατοι από αυτοκτονία παραμένουν σπάνιοι.
Προηγούμενες έρευνες έχουν συσχετίσει τον αυξημένο κίνδυνο αυτοκτονίας με τις ψυχικές διαταραχές, αλλά η νέα έρευνα δείχνει ότι αυτό ισχύει και για τις νευρολογικές. Ενώ η αναλογία των αυτοκτονιών στον γενικό πληθυσμό της Δανίας είναι περίπου 20 ανά 100.000 ανθρωπο-έτη, στους πάσχοντες από νευρολογική διαταραχή είναι περίπου 44 ανά 100.000.
Οι ερευνητές της Σχολής Επιστημών Υγείας του Πανεπιστημίου της Νότιας Δανίας, με επικεφαλής τη δρα Ανέτε Ερλάνγκσεν, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο αμερικανικό ιατρικό περιοδικό JAMA (Journal of American Medical Association), ανέλυσαν στοιχεία της περιόδου 1980-2016 για 7,3 εκατομμύρια άτομα. Όπως μεταδίδει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων ανάμεσα στις νευρολογικές διαταραχές που εξετάστηκαν ήταν η άνοια, η πολλαπλή σκλήρυνση, η νόσος Πάρκινσον, η μηνιγγίτιδα, η εγκεφαλίτιδα, η νόσος Χάντινγκτον, η επιληψία, η πολυνευροπάθεια, η αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση (ALS) κ.ά..
Διαπιστώθηκε ότι αυτοκτονεί ο ένας στους 150 ανθρώπους που διαγιγνώσκεται με νευρολογική διαταραχή. Για τις πιο σοβαρές παθήσεις, όπως oι νόσοι Χάντινγκτον και ALS, αυτοκτονεί περίπου ο ένας στους 60. Σε αυτές τις περιπτώσεις ο κίνδυνος αυτοκτονίας είναι τέσσερις έως πέντε φορές μεγαλύτερος από τον γενικό πληθυσμό.
Άνθρωποι με επιληψία, πολλαπλή σκλήρυνση (σκλήρυνση κατά πλάκας) και προηγούμενο σοβαρό τραυματισμό στο κεφάλι εμφανίζουν περίπου διπλάσια ποσοστά αυτοκτονιών σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό. Οι άνθρωποι με άνοια (συχνότερη μορφή της οποίας είναι η νόσος Αλτσχάιμερ) έχουν διπλάσιο έως τριπλάσιο κίνδυνο αυτοκτονίας κατά τους πρώτους τρεις μήνες μετά τη διάγνωση. Από την άλλη, οι ασθενείς με άνοια, όταν έχει περάσει ένας χρόνος από τη διάγνωση τους, έχουν μικρότερο κίνδυνο αυτοκτονίας σε σχέση με τον γενικό πληθυσμό, κάτι που δεν είναι σαφές γιατί συμβαίνει.