Παγκόσμιος συναγερμός έχει σημάνει λόγω του κοροναϊού, που ξεκίνησε από την πόλη Ουχάν της Κίνας. Ο ιός αυτός έχει επεκταθεί στον κόσμο, για να μεταφέρει μαζί του και κάποιες άλλες… ασθένειες της εποχής, όπως η ξενοφοβία και ο ρατσισμός, με τις κοινότητες των Ασιατών παγκοσμίως να είναι αντιμέτωπες με τον φόβο και την καχυποψία.

Στην Αυστραλία, στην περιοχή Γκολντ Κόουστ, ένας ασθενής αρνήθηκε να κάνει χειραψία με τη χειρουργό του, Ρία Λίανγκ, επικαλούμενος τον κίνδυνο να μολυνθεί από τον νέο κοροναϊό. Αρχικά, εκείνη σοκαρίστηκε και στη συνέχεια ανέφερε το περιστατικό στο Twitter για να καταλάβει ότι δεν είναι το μοναδικό.

Ολοένα και συχνότερα οι Ασιάτες γίνονται στόχος αντικινεζικής ρητορικής, είτε έχουν έρθει σε επαφή με τον ιό είτε όχι, είτε έχουν ταξιδέψει στις περιοχές από όπου ξεκίνησε η επιδημία, είτε όχι.

Στη Μεγάλοι Βενετία άγνωστοι έφτυσαν Κινέζους τουρίστες, σύμφωνα με δημοσιεύματα των τοπικών ΜΜΕ. Στο Τορίνο κατηγόρησαν μια οικογένεια ότι μετέδωσε την ασθένεια. Μητέρες στο Μιλάνο απηύθυναν έκκληση στους ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης να μένουν τα παιδιά μακριά από Κινέζους και κινέζικα καταστήματα.

Στον Καναδά ένας άνδρας βιντεοσκοπήθηκε σε χώρο στάθμευσης εμπορικού κέντρου να επιτίθεται σε μια Σινοκαναδή, λέγοντάς της «μας φέρατε τον κοροναϊό σας».

Στη Μαλαισία σχεδόν 500.000 άνθρωποι υπέγραψαν σε διάστημα μίας εβδομάδας αίτηση με την οποία ζητούν «να μην επιτρέπεται στους Κινέζους να εισέρχονται στην πολυαγαπημένη μας χώρα».

«Πρόταση» στα social media να αποφευχθούν τα νουντλς

Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχει γίνει viral ένα μήνυμα, το οποίο ισχυρίζεται ότι αν κανείς δεν καταναλώνει νουντλς, δεν θα μολυνθεί από τον νέο κοροναϊό.

Τα περιστατικά αυτά αποτελούν μέρος αυτό που το Australasian College for Emergency Medicine χαρακτηρίζει «ψευδείς πληροφορίες», οι οποίες τροφοδοτούν «τις διακρίσεις βάσει της φυλής».

Είναι κάτι που συνέβαινε πάντα: να κατηγορούν τους ξένους για τις επιδημίες, όπως για παράδειγμα τους Ιρλανδούς μετανάστες για την επιδημία τύφου στις αρχές του 20ού αιώνα στις ΗΠΑ.

Ο νέος κοροναϊός «όντως εμφανίστηκε στην Κίνα», επισήμανε ο Ρομπ Γκρένφελ, διευθυντής υγείας και βιοασφάλειας στο CSIRO, έναν δημόσιο οργανισμό της Αυστραλίας. «Όμως αυτό δεν είναι λόγος να δαιμονοποιούμε τους Κινέζους», πρόσθεσε, όπως μεταφέρει το Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων.

«Απάντηση στους φόβους»

Σύμφωνα με την Κλερ Χούκερ του πανεπιστημίου του Σίδνεϊ, οι αντιδράσεις των κρατών ενδέχεται να ενίσχυσαν τις προκαταλήψεις.

Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας εκτίμησε ότι δεν υπάρχει λόγος να περιοριστούν τα ταξίδια και οι εμπορικές συναλλαγές με την Κίνα, όμως πολλές χώρες έχουν ανακοινώσει ότι δεν θα επιτρέπουν την είσοδο στο έδαφός τους Κινέζων. Αυτό δεν εμπόδισε πολλές χώρες να θέσουν σε ισχύ τέτοιου είδους περιορισμούς. Για παράδειγμα η Μικρονησία στον Ειρηνικό Ωκεανό απαγόρευσε στους πολίτες της να ταξιδεύουν στην Κίνα.

«Οι περιορισμοί στα ταξίδια αποτελούν σε μεγάλο βαθμό απάντηση στους φόβους του πληθυσμού», υπογράμμισε ο Χούκερ, και παρόλο που κάποιες φορές είναι δικαιολογημένοι «έχουν ως αποτέλεσμα να ενισχύουν τη σύνδεση μεταξύ των Κινέζων και του φόβου για τον ιό».

Η Άμπεϊ Σι, φοιτήτρια από το Σίδνεϊ που γεννήθηκε στη Σανγκάη, δήλωσε ότι κάποιοι από τους συμφοιτητές της «σχεδόν επιτέθηκαν στους Κινέζους φοιτητές».

Η Χούκερ αναφέρθηκε στις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν στο Τορόντο για τις επιπτώσεις της επιδημίας του Sars το 2002-03, επισημαίνοντας ότι η ξενοφοβία συχνά διαρκεί περισσότερο από τους φόβους που προκαλούνται από την ασθένεια.

«Αν και οι άμεσες μορφές του ρατσισμού εξαφανίζονται παράλληλα με τη δημοσίευση πληροφοριών για την ασθένεια, η οικονομική ανάκαμψη παίρνει χρόνια και οι άνθρωποι εξακολουθούν να νιώθουν ότι κινδυνεύουν», υπογράμμισε.

Και συμπλήρωσε: «Κατά μία έννοια θα μπορούσαμε να πούμε ότι οι επιπτώσεις του προηγούμενου κοροναϊού διαρκούν ως τον τωρινό, διότι παραμένει η παρουσίαση της Κίνας ως μια περιοχή από την οποία ξεκινούν ασθένειες».