Για πολλά χρόνια υπήρχε η άποψη ότι τα μωρά γεννιούνται χωρίς συνείδηση ηθικής και πως ήταν δουλειά της κοινωνίας να τους διδάξει τη διαφορά ανάμεσα στο καλό και το κακό.
Ωστόσο, μελέτες σε πολύ μικρά μωρά δείχνουν ότι ίσως είναι… πιο καλά από ό,τι πιστεύαμε αρχικά.
Για παράδειγμα, τα μωρά φαίνεται ότι συμπάσχουν με τον πόσο των άλλων: κλαίνε όταν ακούσουν το κλάμα άλλων μωρών και χαϊδεύουν ή προσφέρουν τα παιχνίδια τους σε εκείνους που μοιάζουν αναστατωμένοι για κάποιο λόγο.
Τα μικρά παιδιά προσφέρουν ακόμη αυθόρμητα τη βοήθειά τους σε κάποιον, όταν δουν ότι τη χρειάζεται. Ερευνητές έστησαν μια σειρά «σεναρίων», κατά τα οποία κάποιος προσπαθούσε να ανοίξει μια ντουλάπα με τα χέρια του γεμάτα πράγματα, ή πάσχιζε να πιάσει ένα μανταλάκι που του είχε πέσει. Στο πείραμα συμμετείχαν παιδιά ηλικίας 1 έτους, τα οποία έσπευσαν να προσφέρουν τη βοήθειά τους, μερικές φορές «υπερπηδώντας» σημαντικά εμπόδια μέχρι να τους φτάσουν.
Και δεν είναι απλά το γεγονός ότι στα παιδιά τούς αρέσει να σηκώνουν πράγματα που πέφτουν κάτω, αναφέρει δημοσίευμα στον Guardian.
Κι αυτό αποδείχτηκε από το γεγονός ότι όταν κάποιος έριχνε επίτηδες κάτι κάτω, και όχι κατά λάθος, τα παιδιά δεν έσπευδαν να τον βοηθήσουν.
Αυτά τα ευρήματα υποδηλώνουν ότι τα μικρά παιδιά μπορεί να έχουν φυσικές κλίσεις και ικανότητες, προκειμένου να αξιολογούν τις προθέσεις εκείνων που βρίσκονται γύρω τους και να αποφασίζουν αν θα τους βοηθήσουν να πετύχουν το στόχο τους, όταν μοιάζουν να πασχίζουν να καταφέρουν κάτι.
Εκείνοι που συμμετείχαν στο πείραμα ήταν άγνωστοι στα παιδιά, παρόλ’ αυτά εκείνα προθυμοποιήθηκαν να τους βοηθήσουν αυθόρμητα, χωρίς να τους παροτρύνει κάποιος (οι γονείς τους) γι΄αυτό, ή να τους προσφερθεί κάποια ανταμοιβή.
Οι ερευνητές ερμηνεύουν αυτή τη συμπεριφορά, ως απόδειξη ότι τα βασικά στοιχεία της ενσυναίσθησης, της συμπόνιας και του αλτρουισμού μπορεί «να υπάρχουν ήδη εκεί», ίσως ακόμη και από τη γέννησή τους.
Ωστόσο, το να συνειδητοποιεί κανείς την προσπάθεια που καταβάλλει κάποιος, δε σημαίνει απαραίτητα ότι μπορεί να διαχωρίσει το καλό και το κακό, προσθέτει το δημοσίευμα.
Έτσι, προκειμένου να κατανοήσουν τις «ρίζες» αυτής της «ηθικής αξιολόγησης», ερευνητές από τα πανεπιστήμια Yale και British Columbia, έδειξαν σε μικρά παιδιά μια οθόνη με μαριονέτες οι οποίες είτε προσπαθούσαν να βοηθήσουν, είτε να εμποδίσουν η μία την άλλη.
Για παράδειγμα, μία προσπαθούσε να ανέβει σε ένα λόφο και η άλλη είτε την έσπρωχνε προς τα κάτω, είτε τη βοηθούσε να ανέβει.
Έχοντας την επιλογή να παίξουν το ίδιο παιχνίδι στη συνέχεια, τα παιδιά επέλεγαν το ρόλο «εκείνου που βοηθούσε» και όχι «εκείνου που εμπόδιζε».
Αυτό δείχνει ότι τα μωρά, από την ηλικία των 6 μηνών ακόμη, μπορούν να κάνουν κρίνουν την «καλή» και «κακή» συμπεριφορά.
Και όπως και οι περισσότεροι ενήλικες, δείχνουν μια προτίμηση στο «καλό».
Επιπλέον, τα μωρά δείχνουν να πιστεύουν ότι η «κακή συμπεριφορά» θα έπρεπε να τιμωρείται.
Σύμφωνα με τους ερευνητές τα μωρά δεν επιλέγουν απλά την «καλή κούκλα» από την «κακή», αλλά με τη συμπεριφορά τους προχωρούν ακόμη παραπέρα. Χαμογελούν τη στιγμή που η «καλή» σπεύδει να βοηθήσει, και «κουνούν τα κεφάλια τους στεναχωρημένα, όταν στη μέση μπαίνει η κακιά», ενώ μερικές φορές δίνουν στην «κακιά» και ένα μικρό χτύπημα προτού επιλέξουν να παίξουν με την «καλή».
Οι περισσότερες μελέτες έχουν γίνει με μωρά από 8 μηνών και πάνω, ωστόσο αντίστοιχα ευρήματα έχουν διαπιστωθεί και σε μωρά ηλικίας μόλις 3 μηνών!
Θεωρείται απίθανο να έχουν μάθει την έννοια της καλής συμπεριφοράς και της τιμωρίας της κακής συμπεριφοράς σε τόσο σύντομο χρονικό διάστημα.
Ακόμη κι αν αυτού του είδους η αξιολόγηση μπορούσε να διδαχθεί τόσο σύντομα, πολλά από τα μωρά που συμμετείχαν στις έρευνες δεν είχαν αδέρφια, με αποτέλεσμα να μην έχουν τη δυνατότητα να παρατηρήσουν επεισόδια που θα «διαμόρφωναν την ηθική συμπεριφορά».
Η ηθική συμπεριφορά των ενηλίκων είναι φυσικά πιο περίπλοκη, ωστόσο αυτές οι μελέτες υποδηλώνουν ότι ίσως οι συναισθηματικές ρίζες της «καλοσύνης» να ενυπάρχουν στον άνθρωπο από τη στιγμή της σύλληψής του.