Τα τελευταία χρόνια, με τα νεότερα δεδομένα και τις εφευρέσεις στον χώρο της υγείας, η διάρκεια ζωής των ηλικιωμένων ολοένα και αυξάνεται.
Έχει υπολογιστεί, ότι μέχρι το 2050, αναμένεται αύξηση κατά 70% των Ευρωπαίων με ηλικία μεγαλύτερη των 65 ετών και κατά 170% εκείνων με ηλικία μεγαλύτερη των 80 ετών. Το γεγονός αυτό δημιουργεί σοβαρές προκλήσεις, ειδικά όσον αφορά στις αυξημένες διατροφικές ανάγκες του πληθυσμού αυτού.
Γνωρίζουμε ότι όσο περισσότερο διατηρείται η καλή υγεία ενός ατόμου, τόσο βελτιώνεται η ποιότητα ζωής και παραμονή των ηλικιωμένων στην ενεργό ζωή – επίσης είναι μικρότερη η επιβάρυνση των συστημάτων υγείας.
Με την πάροδο της ηλικίας, συμβαίνουν πολλές αλλαγές στο σώμα και οι ανάγκες σε ενέργεια, μικροθρεπτικά και μακροθρεπτικά συστατικά αλλάζουν.
Οι ενεργειακές ανάγκες μειώνονται, ενώ οι ανάγκες σε θρεπτικά συστατικά δεν μειώνονται με τον ίδιο ρυθμό, σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα αυξάνονται κιόλας, όπως στην περίπτωση του ασβεστίου για την πρόληψη της οστεοπόρωσης. Επίσης, όσο γερνάει κάποιος, τόσο πιο πολύ κινδυνεύει από άνοια και νόσο Alzheimer ενώ όλο και αυξάνεται ο επιπολασμός τους στον πληθυσμό, λόγω της αύξησης της διάρκειας ζωής των ηλικιωμένων.
Πιο συγκεκριμένα, οι ανάγκες σε πρωτεΐνη παραμένουν υψηλές για την πρόληψη απώλειας μυϊκής μάζας (>0,8g/kg σωματικού βάρους). Εδώ χρειάζεται προσοχή, καθώς πολλοί, με την πάροδο των χρόνων, αντιμετωπίζουν δυσκολίες στη μάσηση και στην κατάποση, οπότε και δυσκολεύονται να καταναλώσουν το κρέας. Σε αυτές τις περιπτώσεις, μία λύση είναι η πολτοποίησή του ή να το κόβουν πολύ μικρά κομμάτια, ώστε να μπορέσουν να το καταναλώνουν πιο εύκολα.
Επίσης, νεότερα δεδομένα υποστηρίζουν ότι είναι καλύτερο για την πρόληψη της απώλειας μυϊκής μάζας να λαμβάνεται πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας σε κάθε γεύμα των ηλικιωμένων παρά την κατανάλωσή της μονομιάς, σε ένα μόνο γεύμα. Συγκεκριμένα, συστήνονται 25-30 γραμμάρια πρωτεΐνης υψηλής βιολογικής αξίας σε κάθε κύριο γεύμα, ανάλογα βέβαια και με το άτομο.
Με την πάροδο της ηλικίας, έχει επίσης παρατηρηθεί μείωση της ικανότητας ρύθμισης των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα και μειωμένη ανοχή στη γλυκόζη κάτι που μας εφιστά την προσοχή να συστήνουμε μικρά και συχνά γεύματα με κατανομή στους υδατάνθρακες και σύνθετους υδατάνθρακες από δημητριακά κυρίως ολικής αλέσεως, φρούτα, λαχανικά και όσπρια. Επίσης, καλό θα ήταν να αποφεύγονται τα πολλά γλυκά και η ζάχαρη, που έχουν υψηλό γλυκαιμικό δείκτη και αυξάνουν απότομα το σάκχαρο.
Όσον αφορά στην πρόσληψη λίπους, αυτή θα πρέπει να είναι χαμηλή (<30-35% της ημερήσιας πρόσληψης), καθώς οι ηλικιωμένοι αντιμετωπίζουν αυξημένο κίνδυνο για διάφορα χρόνια νοσήματα, όπως τα καρδιαγγειακά κι ο διαβήτης. Εκτός αυτού, οι περισσότεροι δεν κάνουν έντονη φυσική δραστηριότητα. Επίσης, θα πρέπει να αποφεύγουν την κατανάλωση κορεσμένου λίπους και trans λιπαρών οξέων. Όμως, καλό είναι να προσλαμβάνουν τα απαραίτητα ω-3 και ω-6 λιπαρά οξέα. Τα ω-3 πολυακόρεστα λιπαρά οξέα έχουν αντιθρομβωτική, αντιοξειδωτική και νευροπροστατευτική δράση και παίζουν πολύ σημαντικό ρόλο στην πρόληψη της άνοιας και της νόσου Alzheimer. Από μελέτες φαίνεται ότι η επαρκής κατανάλωση ω-3 λιπαρών οξέων αυξάνει την εγκεφαλική αιμάτωση.
Από τα μικροθρεπτικά συστατικά, η επαρκής πρόσληψη ασβεστίου και βιταμίνης D είναι πολύ σημαντική για την τρίτη ηλικία για την πρόληψη της οστεοπόρωσης. Έμφαση πρέπει να δοθεί στην κατανάλωση τουλάχιστον 3-4 μερίδων άπαχων γαλακτοκομικών και τυριού μέσα στη μέρα.
Η ανεπάρκεια βιταμίνης D αποτελεί συχνό φαινόμενο σε ευρωπαϊκές χώρες, ακόμη κι όταν υπάρχει ηλιοφάνεια. Προσοχή πρέπει να δοθεί τον χειμώνα, κυρίως σε χώρες όπου δεν υπάρχει αρκετή ηλιοφάνεια, ώστε να λαμβάνεται η απαραίτητη ποσότητα βιταμίνης D που χρειάζονται οι ηλικιωμένοι.
Τέλος, θα πρέπει να τονίσουμε ότι, επειδή οι περισσότεροι ηλικιωμένοι δεν έχουν επαρκείς διατροφικές γνώσεις, θα πρέπει να υπάρξει περισσότερη εκπαίδευση στον τομέα αυτό και οι κυβερνήσεις θα πρέπει να συμβάλουν σε αυτή την προσπάθεια, με αύξηση των δημοσίων δαπανών υγειονομικής περίθαλψης.
Πηγή: mednutrition.gr