Να κερδίσουν τη μάχη με το Αλτσχάιμερ στοχεύουν Έλληνες επιστήμονες, οι οποίοι μελετούν τη δυνατότητα πρόληψης της νόσου στο στάδιο της Υποκειμενικής Νοητικής Διαταραχής. Στην προσπάθειά τους για την πρόληψη πριν την εκδήλωση της Ήπιας Νοητικής Διαταραχής, έχουν ως στόχο να δημιουργήσουν ένα νέο διαγνωστικό δείκτη, με τη βοήθεια του υψηλής ποιότητας-πυκνότητας ηλεκτροεγκεφαλογράφου EGI GES 300.
Η άνοια, απειλητική και μη αναστρέψιμη όταν φτάσει σε προχωρημένο στάδιο, πλήττει σήμερα εκατομμύρια ανθρώπους παγκοσμίως, καταστρέφοντας κυριολεκτικά τον εγκέφαλό τους. Σύμφωνα με στοιχεία της Παγκόσμιας Εταιρείας Νόσου Αλτσχάιμερ, κάθε τρία δευτερόλεπτα κάποιος στον κόσμο αναπτύσσει άνοια, η οποία είναι έβδομη αιτία θανάτου παγκοσμίως, ενώ σήμερα ο αριθμός των ανοϊκών έχει φτάσει στα 50 εκατομμύρια και το 2050 αναμένεται να ανέλθει στα 152 εκατομμύρια.
Καθώς η νόσος, όταν εκδηλωθεί, είναι μη αναστρέψιμη και δεν υπάρχει… φως στο τούνελ για την ίαση, τα υπάρχοντα φάρμακα στοχεύουν μόνο στην καθυστέρηση της εξέλιξής της, ενώ οι μελέτες πλέον στρέφονται στην πρόληψη μέσω της διάγνωσης σε όσο το δυνατόν πιο πρώιμο στάδιο.
«Οι μελέτες στρέφονται στην Υποκειμενική Νοητική Διαταραχή, γιατί προσπάθειά μας είναι να βάλουμε τη διάγνωση όσο νωρίτερα γίνεται για να μπορέσουμε να βρούμε φάρμακα και να σταματήσουμε την εξέλιξη της νόσου πριν καταστρέψει μεγάλες περιοχές του εγκεφάλου. Ο όρος της Υποκειμενικής Νοητικής Διαταραχής έχει αρχίσει να μελετάται και να θεωρείται πολύ ενδιαφέρον θέμα στον χώρο των νευροεπιστημών, δεδομένου ότι πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι η εμφάνιση της ανησυχίας που προκύπτει στους ηλικιωμένους, όταν αρχίζουν να ξεχνούν, ενώ δεν υπάρχει καμία οργανική ή αντικειμενική αιτιολογία, έχει θεωρηθεί σύμπτωμα με υψηλή προγνωστική αξία για την άνοια», ανέφερε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων η καθηγήτρια νευρολογίας του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ και επιστημονικά υπεύθυνη, μαζί με τον ερευνητή Α του ΕΚΕΤΑ-ΙΠΤΗΛ, Ιωάννη Κομπατσιάρη, της μελέτης που πραγματοποιείται με τον ηλεκτροεγκεφαλογράφο EGI GES 300, στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών ερευνητικών έργων Dem@Care FP7 και ΜΑΜΕΜ Η2020.
Για να προσθέσει: «Αυτό που μάθαμε με όλες αυτές τις μελέτες αυτά τα χρόνια είναι ότι όταν ο ασθενής έχει εμφανίσει Αλτσχάιμερ είναι πλέον πολύ αργά, γιατί έχει καταστραφεί το 70% του εγκεφάλου και δεν έχουμε την δυνατότητα να το αναστρέψουμε. Ξέρουμε ότι οι βλάβες στον εγκέφαλο αρχίζουν 20 χρόνια πριν τα κλινικά συμπτώματα της Αλτσχάιμερ. Οπότε αν τελικά βρούμε δείκτες/ εξετάσεις, που μπορούν να εντοπίσουν τα στοιχεία εκείνα, τα οποία δείχνουν ότι κάτι θα συμβεί στο μέλλον, τότε πρέπει να δοκιμάσουμε τις φαρμακευτικές αγωγές, τα μονοκλωνικά αντισώματα που έχουν ετοιμάσει οι φαρμακευτικές, για να μπορέσουμε να προλάβουμε την εμφάνιση της νόσου».
Τη μελέτη πραγματοποιούν ερευνητές του Τμήματος Ιατρικής του ΑΠΘ και του Ινστιτούτου Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών του Εθνικού Κέντρου Έρευνας και Τεχνολογικής Ανάπτυξης (EKETA-IΠΤΗΛ), σε συνεργασία με την Ελληνική Εταιρεία Νόσου Αλτσχάιμερ.
Ο ηλεκτροεγκεφαλογράφος αυτός, που διαθέτει 256 ηλεκτρόδια και είναι ο μοναδικός του είδους στην Ελλάδα (βρίσκεται στο EKETA), χρησιμοποιήθηκε για τη μελέτη της δραστηριότητας του εγκεφάλου 57 ηλικιωμένων ( 12 φυσιολογικών, 14 με Υποκειμενική Νοητική Διαταραχή, 17 με Ήπια Νοητική Διαταραχή και 14 με άνοια τύπου Αλτσχάιμερ). Η διαφορά του από τους άλλους ηλεκτροεγκεφαλογράφους είναι ότι έχει τη δυνατότητα να καταγράφει πολλές διαφορές δυναμικού από πάρα πολλά σημεία του εγκεφάλου, ενώ οι απλοί εγκεφαλογράφοι που έχουν 20 ηλεκτρόδια, καταγράφουν διαφορές δυναμικού μόνο από 20 περιοχές.
Οι συμμετέχοντες εξετάστηκαν με λεπτομερή κλινική και νευροψυχολογική εκτίμηση και στη συνέχεια παρακολούθησαν 34 εικόνες προσώπων ανθρώπων που παρουσίαζαν αρνητικά συναισθήματα (θυμό και φόβο). Ταυτόχρονα με την παρουσίαση των εικόνων γινόταν καταγραφή με τη χρήση του υψηλής ποιότητας-πυκνότητας ηλεκτροεγκεφαλογράφου EGI GES 300 με 256 ηλεκτρόδια, με στόχο την καταγραφή του σήματος του εγκεφάλου και τον εντοπισμό διαφορών ως προς τις περιοχές μέγιστης ενεργοποίησης μεταξύ των ομάδων.
Τα αποτελέσματα έδειξαν στατιστικά σημαντικές διαφορές ως προς την απόκριση, αλλά και την ένταση της ενεργοποίησης συγκεκριμένων περιοχών μεταξύ των υγιών και των συμμετεχόντων με Υποκειμενική Νοητική Διαταραχή, καθώς επίσης και των συμμετεχόντων με Ήπια Νοητική Διαταραχή κατά τη διάρκεια της εξέτασης. Όπως αναμενόταν, στην περίπτωση της ομάδας Άνοιας Τύπου Αλτσχάιμερ, οι ασθενείς παρουσίασαν την ελάχιστη ενεργοποίηση συγκεκριμένων περιοχών συγκριτικά με τις άλλες τρεις ομάδες.
Σύμφωνα με την κ. Τσολάκη, η μελέτη αποδεικνύει για πρώτη φορά ότι με τη χρήση προηγμένων μεθόδων νευροαπεικόνισης μπορούν να ληφθούν πληροφορίες για τη λειτουργία του εγκεφάλου των πρώιμων σταδίων που μπορεί να εξελιχθούν σε Αλτσχάιμερ, με απώτερο σκοπό να αναχαιτιστεί η πορεία της. Ωστόσο, το στάδιο της Υποκειμενικής Νοητικής Διαταραχής χρήζει περαιτέρω διερεύνησης, καθώς αποτελεί μια ξεχωριστή κατηγορία, που παρά τις μέχρι σήμερα πρακτικές είναι δύσκολο να διαφοροποιηθεί από τους υγιείς.