Μια από τις σημαντικότερες μελέτες που ανακοινώθηκε στο πρόσφατο Πανευρωπαϊκό συνέδριο Καρδιολογίας στο Μόναχο της Γερμανίας, ανοίγει το δρόμο στη χρήση φαρμακευτικών σκευασμάτων με τη μορφή χαπιών, τα οποία οδηγούν με ασφάλεια στην στοχευμένη απώλεια βάρους σε ομάδες υπέρβαρων ή παχύσαρκων ασθενών.
Για τη μελέτη αυτή, αλλά και άλλες που ανακοινώθηκαν και αναθεωρούν αρκετά απ όσα γνωρίζαμε για την υγεία της καρδιάς, μίλησε στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και στον Μιχάλη Κεφαλογιάννη, ο πρόεδρος της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας Κωσταντίνος Τσιούφης.
Σύμφωνα με τις μελέτες αυτές, όπως τις μετέφερε ο κ. Τσιούφης, η προληπτική χρήση της ασπιρίνης από μη στεφανιαίους ασθενείς, δεν μείωσε την εμφάνιση οξέων καρδιαγγειακών επεισοδίων, ενώ αμφισβητείται και το μακροπρόθεσμο όφελος για την καρδιά, των διαιτών χαμηλής περιεκτικότητα σε υδατάνθρακες. Επίσης υπάρχουν νέες κατευθυντήριες οδηγίες για την ορθή αντιμετώπιση της Αρτηριακής Υπέρτασης, και νέοι απεικονιστικοί δείκτες πρόβλεψης του καρδιαγγειακού κινδύνου. Ανάμεσα στα σημαντικά νέα του συνεδρίου και η διαπίστωση ότι η διαδερμική αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας μπορεί να γίνει και σε ασθενείς χαμηλού χειρουργικού κινδύνου.
Νέο ασφαλές φάρμακο για την απώλεια βάρους;
Ένα νέο και ασφαλές, όπως προκύπτει από τις πρώτες διαπιστώσεις φάρμακο, συμβάλει στην απώλεια βάρους σε παχύσαρκους ασθενείς με αθηροσκληρυντική νόσο, όπως ανακοινώθηκε στο πρόσφατο Πανευρωπαϊκό συνέδριο Καρδιολογίας στο Μόναχο της Γερμανίας. Ο κ. Τσιούφης εξηγεί πως ο επιπολασμός της παχυσαρκίας έχει σχεδόν τριπλασιαστεί τα τελευταία 40 χρόνια παγκοσμίως και η ίδια συνδέεται με την ανάπτυξη και πρόοδο πολλαπλών επιπλοκών, συμπεριλαμβανομένης της αρτηριακής υπέρτασης, της δυσλιπιδαιμίας, του διαβήτη τύπου 2 και κατ’ επέκταση της καρδιαγγειακής νόσου που αποτελεί την πρώτη αιτία θανάτου παγκοσμίως.
Η μελέτη που ανακοινώθηκε στο πρόσφατο Πανευρωπαϊκό συνέδριο Καρδιολογίας, ανοίγει απ’ ότι φαίνεται το δρόμο στη χρήση φαρμακευτικών σκευασμάτων με τη μορφή δισκίων που οδηγούν με ασφάλεια στην στοχευμένη απώλεια βάρους σε ειδικές ομάδες ασθενών.
Όπως σημείωνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κ. Τσιούφης, «η φαρμακευτική ουσία Lorcaserin ρυθμίζει την όρεξη μέσω της υποθαλάμικης ενεργοποίησης ανορεξιογόνων μηχανισμών οδηγώντας σε σημαντική απώλεια βάρους.
Το φάρμακο χρησιμοποιήθηκε σε υπέρβαρους και παχύσαρκους ασθενείς με αθηροσκληρωτική καρδιαγγειακή νόσο ή πολλαπλούς καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου, οι οποίοι υποβάλλονταν παράλληλά σε θεραπεία με διαιτητικές παρεμβάσεις. Σημειώνεται πως σε διάστημα ενός έτους, απώλεια βάρους τουλάχιστον 5% παρατηρήθηκε στο 38,7% των ασθενών που έλαβαν την ουσία, ενώ ταυτόχρονα τα υψηλότερα ποσοστά απώλειας βάρους επιτεύχθηκαν χωρίς συνοδό αύξηση του κινδύνου καρδιαγγειακών επεισοδίων. Το φάρμακο έλαβε έγκριση από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Φαρμάκων (FDA) ενώ η σχετική δημοσίευση της μελέτης CAMELLIA-TIMI 61 έγινε στο New England Journal of Medicine»
Η προληπτική χρήση ασπιρίνης μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο εμφράγματος;
Οι περισσότερες καρδιαγγειακές παθήσεις μπορούν να αποφευχθούν με την ορθή αντιμετώπιση των παραγόντων κινδύνου, όπως η διακοπή του καπνίσματος και του αλκοόλ, η αντιμετώπιση της παχυσαρκίας, η ρύθμιση των επιπέδων της αρτηριακής πίεσης και των λιπιδίων καθώς και τη σωματική άσκηση. Ωστόσο τα τελευταία χρόνια σημειώνεται μια αλόγιστη χρήση της ασπιρίνης ως μέτρο πρωτογενούς πρόληψης καρδιαγγειακών επεισοδίων από το γενικό πληθυσμό ακόμα και χωρίς ιατρική υπόδειξη, εξηγεί ο κ. Τσιούφης.
«Σύμφωνα με τη μελέτη ARRIVE που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Lancet, η προφυλακτική χρήση της ασπιρίνης από ασθενείς με καρδιαγγειακούς παράγοντες κινδύνου δεν μείωσε την εμφάνιση τόσο οξέων στεφανιαίων επεισοδίων όσο και εγκεφαλικών επεισοδίων. Αντιθέτως πολλοί ασθενείς της ομάδας που ελάμβανε ασπιρίνη παρουσίασαν σοβαρά επεισόδια αιμορραγιών από το γαστρεντερικό», επισημαίνει ο πρόεδρος της ΕΚΕ. Επισημάνθηκε όπως τονίζει, ότι ουσιαστική μείωση του συνολικού καρδιαγγειακού κινδύνου επήλθε από τη συστηματική τροποποίηση των παραγόντων κινδύνου όπως προαναφέρθηκαν και αυτός θα πρέπει να είναι ο πραγματικός στόχος ιατρού και ασθενούς.
Βοηθούν μακροπρόθεσμα την καρδιά οι χαμηλές σε υδατάνθρακες δίαιτες;
Διαφορετικές δίαιτες έχουν προταθεί για την απώλεια βάρους, όπως δίαιτες χαμηλές σε υδατάνθρακες και υψηλές σε πρωτεΐνες και λίπη. Η μακροπρόθεσμη ασφάλεια αυτών των διαιτών είναι αμφιλεγόμενη, με προηγούμενες μελέτες να καταλήγουν σε αντικρουόμενα αποτελέσματα σχετικά με την επίδραση τους στον συνολικό καρδιαγγειακό κίνδυνο και την επίπτωση του καρκίνου .
Μία σημαντική ανακοίνωση που πραγματοποιήθηκε στο πρόσφατο Πανευρωπαϊκό συνέδριο Καρδιολογίας «επισημαίνει πως οι δίαιτες χαμηλών υδατανθράκων μπορεί να είναι χρήσιμες βραχυπρόθεσμα για την απώλεια βάρους, τη μείωση της αρτηριακής πίεσης και τη βελτίωση των επιπέδων γλυκόζης στο αίμα, μακροπρόθεσμα όμως συνδέονται με αυξημένο κίνδυνο θανάτου από οποιαδήποτε αιτία και θανάτους λόγω στεφανιαίας νόσου, αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων και καρκίνο» εξηγεί ο κ. Τσιούφης.
Συγκριτικά με τους συμμετέχοντες με υψηλότερη κατανάλωση υδατανθράκων, τα άτομα με τη χαμηλότερη πρόσληψη είχαν 32% υψηλότερο κίνδυνο θανάτου από όλες τις αιτίες μετά από μια μέση παρακολούθηση 6,4 ετών. Επιπλέον, οι κίνδυνοι θανάτου από στεφανιαία νόσο, εγκεφαλικά επεισόδια και καρκίνο αυξήθηκαν κατά 51%, 50% και 35% αντίστοιχα.
Αλλάζουν οι οδηγίες για την αντιμετώπιση της αυξημένης πίεσης;
Όπως αναγνωρίστηκε στο Πανευρωπαϊκό συνέδριο Καρδιολογίας ο λόγος που ελάχιστοι υπερτασικοί καταφέρνουν να ελέγξουν με επιτυχία τις τιμές της αρτηριακή τους πίεσης είναι η ότι δεν συμμορφώνονται στην α φαρμακευτική τους αγωγή.
«Φαίνεται λοιπόν ότι η χρήση δισκίων που αποτελούνται από δύο ή περισσότερες φαρμακευτικές ουσίες συμβάλλει σημαντικά στη βελτιστοποίηση της συμμόρφωσης των ασθενών στην αγωγή και την κατ’ επέκταση καλύτερη ρύθμιση της αρτηριακής τους πίεσης», επισημαίνει ο κ. Τσιούφης.
Επιπλέον επισημάνθηκε η ανάγκη έγκαιρης έναρξης αντιυπερτασικής αγωγής με τη χρήση από την αρχή τουλάχιστον 2 φαρμακευτικών παραγόντων για την επιτυχέστερη ρύθμιση των επιπέδων της αρτηριακής πίεσης.
Οι στόχοι για τα επίπεδα της αρτηριακής πίεσης των υπερτασικών ασθενών όλων των ηλικιών είναι χαμηλότεροι από ότι σε προηγούμενες οδηγίες. Συγκεκριμένα οι στόχοι της συστολικής αρτηριακής πίεσης είναι τώρα 120-129 mmHg για ασθενείς κάτω των 65 ετών και 130-139 mmHg για ασθενείς ηλικίας άνω των 65 ετών. Συστολική αρτηριακή πίεση κάτω από τα 120 mmHg δεν πρέπει να αποτελεί στόχο για οποιονδήποτε ασθενή, δεδομένου ότι ο κίνδυνος βλάβης υπερβαίνει τα πιθανά οφέλη.
Η στένωση της αορτικής βαλβίδας συμβαίνει όταν η αορτική βαλβίδα της καρδιάς στενεύει και δυσλειτουργεί γι αυτό πρέπει να αντικατασταθεί. Ως γνωστό τα τελευταία χρόνια εφαρμόζεται με μεγάλη επιτυχία η αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας μέσω διαδερμικής προσπέλασης (ΤΑVI), μιας ελάχιστα επεμβατικής τεχνικής που εφαρμόζεται σε ασθενείς υψηλού χειρουργικού κινδύνου που αδυνατούν να υποβληθούν σε χειρουργείο ανοικτής καρδιάς.
«Η εμπειρία πλέον από τις νέες αυτές τεχνικές αντικατάστασης της αορτικής βαλβίδας αλλά και η βελτίωση των προσθετικών βαλβίδων που χρησιμοποιούνται, οδήγησε σε μια σημαντική ανακοίνωση στο πρόσφατο Πανευρωπαϊκό συνέδριο Καρδιολογίας, όπου φαίνεται ότι η εφαρμογή της διαδερμικής αντικατάστασης της αορτικής βαλβίδας επεκτείνεται ακόμα και σε ομάδες πληθυσμού χαμηλού χειρουργικού κινδύνου» , αναφέρει ο κ. Τσιούφης.
Η μελέτη LRT επεσήμανε ότι η TAVI για ασθενείς χαμηλού κινδύνου είναι μια ασφαλής και αποτελεσματική εναλλακτική λύση στην αντικατάσταση της αορτικής βαλβίδας για τον πληθυσμό αυτό με συμπτωματική στένωση της αορτικής βαλβίδας συνδεόμενη με χαμηλά ποσοστά επιπλοκών, μικρότερη διάρκεια παραμονής στο νοσοκομείο, μηδενική θνησιμότητα και σχεδόν μηδενική επίπτωση αγγειακών εγκεφαλικών επεισοδίων.
Νέοι απεικονιστικοί δείκτες μπορούν να προβλέψουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο;
Πάρα πολλές ερευνητικές προσπάθειες τα τελευταία χρόνια κατευθύνονται προς την ανάδειξη νέων βιοδεικτών οι οποίοι θα μπορούσαν να υποδείξουν τις ομάδες του πληθυσμού που διατρέχουν υψηλότερο καρδιαγγειακό κίνδυνο.
«Ο Desai και οι συνεργάτες του ανέπτυξε έναν νέο βιοδείκτη απεικόνισης ο οποίος έχει βρεθεί ότι είναι σε θέση να προβλέψει την αιτία και την καρδιακή θνησιμότητα μετρώντας τη φλεγμονή του λιπώδους ιστού που περιβάλλει τις στεφανιαίες αρτηρίες (FAI) με τη χρήση της αξονικής υπολογιστικής στεφανιογραφίας (CT). Σύμφωνα με τη μελέτη CRISP-CT που ανακοινώθηκε στο συνέδριο, οι υψηλότερες περιαγγειακές τιμές FAI – που υποδηλώνουν μεγαλύτερη στεφανιαία φλεγμονή – συσχετίστηκαν με σημαντικά υψηλότερα ποσοστά θανάτου από οποιαδήποτε αιτία όσο και θάνατο από καρδιακές αιτίες», επισημαίνει ο πρόεδρος της Ελληνικης Καρδιολογικής Εταιρείας.
Αυτή η νέα τεχνολογία παρέχει τη δυνατότητα απλής και μη επεμβατικής ανίχνευσης ασθενών που διατρέχουν κίνδυνο μελλοντικών θανατηφόρων καρδιακών συμβαμάτων και η εφαρμογή προληπτικών μέτρων για την αποτροπής τους.