Οι άνθρωποι που διαγιγνώσκονται με στεφανιαία νόσο της καρδιάς και στη συνέχεια εκδηλώνουν κατάθλιψη, αντιμετωπίζουν διπλάσιο κίνδυνο πρόωρου θανάτου, σε σχέση με τους ασθενείς χωρίς κατάθλιψη, σύμφωνα με μια νέα αμερικανική επιστημονική έρευνα.
Ο κίνδυνος θανάτου είναι αυξημένος είτε η κατάθλιψη εμφανισθεί αμέσως μετά τη διάγνωση του καρδιολογικού προβλήματος, είτε εκδηλωθεί μετά από χρόνια όπως αναφέρει το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων.
Οι ερευνητές, με επικεφαλής την επιδημιολόγο Χάιντι Μέι του ιατρικού κέντρου Intermountain της Σόλτ Λέικ στη Γιούτα, που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ευρωπαϊκό καρδιολογικό περιοδικό «European Heart Journal-Quality of Care & Clinical Outcomes», ανέλυσαν στοιχεία για περίπου 24.100 ασθενείς που είχαν διαγνωσθεί με στεφανιαία νόσο και οι οποίοι είχαν εξετασθεί μέσα στην επόμενη δεκαετία κατά πόσο είχαν και κατάθλιψη (κάτι που συνέβη στο 15% των ασθενών).
Η σχέση μεταξύ καρδιοπάθειας και κατάθλιψης είναι αμφίδρομη, καθώς η μία μπορεί να επιδεινώσει την άλλη. Η εκδήλωση κατάθλιψης, μεταξύ άλλων, επηρεάζει αρνητικά τη σωστή εκτέλεση της θεραπείας των καρδιοπαθών, οι οποίοι μπορεί να μην παίρνουν πλέον σωστά τα φάρμακά για την καρδιά τους. Επίσης, η κατάθλιψη μπορεί να προκαλέσει βιολογικές αλλαγές στο σώμα, οι οποίες αυξάνουν τον καρδιαγγειακό κίνδυνο.
Οι ερευνητές τόνισαν τη σημασία να ελέγχονται οι καρδιοπαθείς για πιθανή κατάθλιψη ακόμη και χρόνια μετά τη διάγνωση της καρδιαγγειακής νόσου. Όπως είπαν, η κατάθλιψη μετά τη στεφανιαία νόσο αποτελεί τον σημαντικότερο μεμονωμένο προγνωστικό δείκτη για τον κίνδυνο πρόωρου θανάτου του ασθενούς.
Η σημασία της κατάθλιψης -ακόμη και αν αυτή προηγήθηκε της διάγνωσης της στεφανιαίας νόσου- είναι μεγαλύτερη από άλλους παράγοντες κινδύνου, όπως η ηλικία, ο διαβήτης, η υπέρταση, η νεφρική ανεπάρκεια, η καρδιακή ανεπάρκεια, το έμφραγμα ή το εγκεφαλικό.
«Το βασικό μήνυμα από τη μελέτη», δήλωσε η δρ Μέι, «είναι ότι δεν έχει σημασία πόσος χρόνος έχει περάσει από τότε που ο ασθενής διαγνώσθηκε με στεφανιαία νόσο. Ο συνεχής έλεγχος για τυχόν κατάθλιψη πρέπει να συνεχίζεται για χρόνια μετά, με τον ίδιο τρόπο που συνεχίζουμε να μετράμε άλλα πράγματα, όπως η ‘κακή’ χοληστερίνη (LDL)».