Δυόμισι εκατομμύρια άνθρωποι συνεχίζουν να μολύνονται κάθε χρόνο παγκοσμίως από τον ιό ανθρώπινης επίκτητης ανοσολογικής ανεπάρκειας (HIV), ένας αριθμός που έχει πάψει να υποχωρεί πλέον εδώ και δέκα χρόνια, επισημαίνεται σε έκθεση που δημοσιεύθηκε σήμερα, με την ευκαιρία της διεθνούς διάσκεψης για το AIDS στο Ντέρμπαν της Νότιας Αφρικής.
Αυτή η νέα ανάλυση δίνει «μια ανησυχητική νέα εικόνα για τη βραδύτητα της προόδου» που επιτυγχάνεται στην προσπάθεια να μειωθούν οι νέες μολύνσεις, σύμφωνα με τον Χαϊντόνγκ Ουάνγκ του Ινστιτούτου Ιατρικής Μετρολογίας και Αποτίμησης του Πανεπιστημίου της Ουάσινγκτον στο Σιάτλ των ΗΠΑ, βασικό συγγραφέα αυτής της μελέτης, η οποία δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet HIV.
Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη δημοσίευση, ο ετήσιος αριθμός των νέων μολύνσεων σε διεθνές επίπεδο παρέμεινε σχετικά σταθερός—περίπου 7.000 την ημέρα—τα τελευταία δέκα χρόνια, έπειτα από μια περίοδο ταχείας υποχώρησής του, μεταξύ του 1997 και του 2005.
Οι αριθμοί αυτοί είναι «απίστευτοι», σχολίασε από το Ντέρμπαν ο Πέτερ Πιο, ο διευθυντής της Σχολής Υγιεινής και Τροπικής Ιατρικής του Λονδίνου. «Οι νέες μολύνσεις», εκτίμησε, «είναι πιθανόν το πιο ανησυχητικό στοιχείο που θα ανακοινωθεί σε αυτή τη διάσκεψη», η οποία θα διαρκέσει ως την Παρασκευή και όπου θα παρουσιαστεί η πρόοδος που έχει επιτευχθεί τελευταία στον αγώνα εναντίον μιας επιδημίας η οποία έχει στοιχίσει τη ζωή 30 και πλέον εκατομμυρίων ανθρώπων από τη δεκαετία του 1980.
Το 2015, τα τρία τέταρτα των νέων μολύνσεων καταγράφηκαν στην υποσαχάρια Αφρική.
Μεταξύ του 2005 και του 2015, ο λόγος των νέων μολύνσεων από τον HIV αυξήθηκε σε 74 χώρες, κυρίως στην Ινδονησία, στις Φιλιππίνες, στη βόρεια Αφρική και στη Μέση Ανατολή, αλλά επίσης και στην ανατολική Ευρώπη και σε ορισμένα κράτη της δυτικής Ευρώπης (Ισπανία, Ελλάδα), αποκαλύπτει η μελέτη που δημοσιεύεται στην ιατρική επιθεώρηση.
Στην Ευρώπη, οι περισσότερες μολύνσεις καταγράφηκαν το 2015 στη Ρωσία (57.340) και στην Ουκρανία (13.490).
Η κατάσταση υπάρχει κίνδυνος να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο καθώς μειώνονται οι χρηματοδοτήσεις για τα προγράμματα καταπολέμησης του HIV, προειδοποιούν οι ειδικοί.
«Το 2015, μειώθηκαν σε σχέση με το επίπεδο του 2014, και σε πολλές χώρες όπου οι πόροι δεν επαρκούν, τα ποσά που δίνονται για την υγεία είναι μικρά και δεν αναμένεται να αυξηθούν παρά βραδέως, εάν αυξηθούν καν», υπογράμμισε ο Χαϊντόνγκ Ουάνγκ, παρών στο Ντέρμπαν.
«Απαιτείται μια τεράστια αύξηση των προσπαθειών των κυβερνήσεων και των διεθνών οργανισμών για να φθάσουμε στα περίπου 36 δισεκατομμύρια δολάρια (33 δισεκ. ευρώ) που είναι απαραίτητα σε ετήσια βάση για να επιτευχθεί ο στόχος να τερματιστεί η επιδημία του AIDS ως το 2030», υπογράμμισε ο Κρίστοφερ Μάρεϊ, διευθυντής του Ινστιτούτου Ιατρικής Μετρολογίας και Αποτίμησης.
Σύμφωνα με την έκθεση, 38,8 εκατομμύρια άνθρωποι ζούσαν με τον HIV το 2015, έναντι 28 εκατομμυρίων το 2000.
Έπειτα από το αποκορύφωμά του, το 1,8 εκατομμύριο που είχε καταγραφεί το 2005, ο αριθμός των θανάτων που οφείλονται στο AIDS μειώθηκε σε 1,2 εκατομμύριο το 2015, κυρίως χάρη στην εντατικοποίηση της χορήγησης αντιρετροϊκής θεραπείας και τις επιτυχείς προσπάθειες πρόληψης της μετάδοσης του ιού από τη μητέρα στο παιδί.
Η χρήση των αντιρετροϊκών φαρμάκων επεκτείνεται ταχύτατα: από το 6,4% το 2005 ανήλθε στο 38,6% το 2015 για τους άνδρες φορείς, και από το 3,3% στο 42,4% για τις γυναίκες. Οι θεραπείες αυτές συμβάλουν να ελεγχθεί ο ιός και να αυξηθεί το προσδόκιμο ζωής των οροθετικών.
Όμως παρά την πρόοδο, οι περισσότερες χώρες βρίσκονται ακόμη μακράν της επίτευξης του στόχου που είχε θέσει το Κοινό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών για τον HIV και το AIDS (UNAIDS) να χορηγείται θεραπεία στο 90% των οροθετικών ως το 2020. Το 2015 μόλις οι 4 στους 10 οροθετικούς λάμβαναν αντιρετροϊκή θεραπεία, σύμφωνα με την έκθεση.
Αυτή η φαρμακευτική κάλυψη παρουσιάζει μεγάλες διακυμάνσεις από περιοχή σε περιοχή και από χώρα σε χώρα. Είναι απαραίτητη η εντατικοποίησή της, ειδικά στη Μέση Ανατολή, στη βόρεια Αφρική και στην ανατολική Ευρώπη, τονίζεται στην έκθεση.
Δεν υπάρχει μέχρι σήμερα κανένα εμβόλιο ή φάρμακο που να επιτρέπει την ίαση από το AIDS. Οι επιστήμονες που βρίσκονται στο Ντέρμπαν τονίζουν ότι η έρευνα βρίσκεται ακόμη σε πρώιμο στάδιο.
«Δεν γνωρίζουμε ακόμη πότε θα έχουμε μια θεραπεία, ούτε εάν θα βρούμε θεραπεία», προειδοποίησε η Φρανσουάζ Μπαρέ-Σινουσί, η Γαλλίδα η οποία είχε τιμηθεί το 2008 με το βραβείο Νόμπελ Ιατρικής διότι ανακάλυψε, μαζί με τον Λικ Μοντανιέ, τον HIV. «Αυτό δεν σημαίνει ότι η θεραπεία είναι αδύνατη, απλώς σημαίνει πως η ανακάλυψη μιας αληθινής θεραπείας είναι πάρα πολύ δύσκολη», εξήγησε η ίδια.