Η ακμή είναι ένα χρόνιο πρόβλημα που η βαρύτητά του ποικίλλει πολύ και δεν είναι όπως πολλοί πιστεύουν αποκλειστικά χαρακτηριστικό της εφηβείας. Εμφανίζεται με μεγαλύτερη συχνότητα σε αυτές τις ηλικίες αλλά μπορεί για πρώτη φορά να εμφανιστεί σε οποιαδήποτε ηλικία ακόμα και μέχρι τα 40 ή να συνεχιστεί και πέραν αυτής της ηλικίας.
Η αιτιοπαθογένεια της ακμής δεν είναι πλήρως γνωστή αλλά πολλοί παράγοντες εμπλέκονται αιτιολογικά στην εμφάνισή της. Η κληρονομικότητα, η υπερπαραγωγή σμήγματος, το προπιονικό βακτηρίδιο της ακμής, ορμονικές διαταραχές και το μπλοκάρισμα των σμηγματογόνων αδένων από κύτταρα της επιδερμίδας είναι λόγοι που συντελούν στη δημιουργία της.
Κυρίως προσβάλλεται το πρόσωπο, το άνω μέρος του θώρακα και της ράχης. Είναι ένα πρόβλημα που προκαλεί έντονη ψυχολογική επιβάρυνση, ειδικά στις νεαρές ηλικίες και έχει την τάση να υποτροπιάζει. Απαιτεί μετά το τέλος κάθε επιτυχημένης θεραπείας, συντήρηση με ειδικά προϊόντα και πολλές φορές αντιμετώπιση και των ουλών που έχουν προκληθεί. Οι πάσχουσες από ακμή γυναίκες, συχνά προσπαθούν να καλύψουν το πρόβλημα παρά να το αντιμετωπίσουν.
Απαιτείται η συνδρομή του δερματολόγου, που θα συστήσει την κατάλληλη θεραπεία και ορισμένες φορές θα αναζητήσει την αιτία όταν συνυπάρχει και ορμονική διαταραχή (πολυκυστικές ωοθήκες, συγγενής υπερτροφία επινεφριδίων, διαταραχές λειτουργίας θυρεοειδούς). Η έγκαιρη θεραπεία της ακμής είναι πολύ σημαντική, διότι προλαμβάνει το σχηματισμό ουλών. Αυτό θα πρέπει να το λάβουν υπ΄οψιν τους οι γονείς παιδιών που εμφανίζουν ακμή, ειδικά εάν και οι ίδιοι έχουν ιστορικό ακμής μέτριας έως βαριάς μορφής.
Υπάρχει ανάλογα με την κλινική εικόνα διαβάθμιση στη βαρύτητα της ακμής και η κάθε περίπτωση αντιμετωπίζεται διαφορετικά. Σε βαριές περιπτώσεις υπάρχει ο κίνδυνος να παραμείνουν ουλές. Παράγοντες που συσχετίζονται με έξαρση της ακμής είναι το στρες, λόγω αυξημένης παραγωγής κορτιζόλης, που αυξάνει την παραγωγή σμήγματος, οι ορμονικές διακυμάνσεις, η αυξημένη εφίδρωση.
Ο ήλιος έχει στις περισσότερες περιπτώσεις θετική επίδραση στην ακμή, ενώ δεν υπάρχει συσχέτιση θετική ή αρνητική με συγκεκριμένες τροφές αν και μια διατροφή πλούσια σε λιπαρά ίσως επιβαρύνει την κατάσταση.
Οι θεραπείες που προτείνονται είναι ποικίλες, ανάλογα με το είδος και τη βαρύτητα της ακμής, την ηλικία του ασθενούς, την εποχή του έτους. Σε μικρές ηλικίες και για ήπιας μορφής ακμή συνήθως προτείνεται τοπική θεραπεία με καθαριστικά σαπούνια, κρέμες που ελέγχουν τη λιπαρότητα, τοπικά αντιβιοτικά και ρετινοειδή, αζελαικό οξύ και υπεροξείδιο του βενζολίου.
Υπάρχουν επίσης και συνδυασμοί των παραπάνω ουσιών σε ένα προιόν. Ο κάθε δερματολόγος προτείνει ανάλογα με τον ασθενή το ενδεδειγμένο προιόν και πολλές φορές εναλλάσσονται οι θεραπείες ανάλογα με την εποχή και την ανταπόκριση στη θεραπεία.
Σε πιο εκτεταμένες ή σοβαρότερες ακμές συνδυάζεται η τοπική θεραπεία με αντιβιοτικά από το στόμα. Τονίζεται ότι η αποτελεσματικότητα των αντιβιοτικών μετά τη διακοπή της θεραπείας που διαρκεί 4-6 μήνες είναι γύρω στο 50%. Αντιβιοτικά που κυρίως χρησιμοποιούνται για την αντιμετώπιση της ακμής είναι τετρακυκλίνες, μινοκυκλίνη και αζιθρομυκίνη για χρονικό διάστημα 3-6 μηνων.
Η πιο αποτελεσματική θεραπεία είναι με ρετινοειδή από το στόμα (ισοτρετινοίνη), με αποτελεσματικότητα έως 80%. Συνιστάται σε βαριές ακμές ή χρόνιες περιπτώσεις ή όταν ο ασθενής επιθυμεί εξάλειψη της ακμής οριστικά, με όσο το δυνατόν μεγαλύτερες πιθανότητες. Προϋπόθεση αποτελεί η συμμόρφωση του ασθενούς που πρέπει να παρακολουθείται με εξετάσεις αίματος από το δερματολόγο κάθε μήνα.
Η θεραπεία έχει δοσολογία εξαρτώμενη από τα κιλά του ασθενούς και χορηγείται εποχές χωρίς έντονη ηλιοφάνεια λόγω της φωτοευαισθησίας που προκαλεί. Έχει ένδειξη σε ηλικίες από 12 ετών και πάνω και απαγορεύεται αυστηρά η εγκυμοσύνη κατά τη διάρκεια της θεραπείας (4,5 – 8μήνες ανάλογα την ημερήσια δόση). Η ξηρότητα του δέρματος και των βλεννογόνων είναι συνήθης παρενέργεια, ενώ μπορεί να εμφανιστεί κατά τη διάρκεια της θεραπείας πόνος στη ράχη, διαταραχές εμμήνου ρύσεως, δερματίτιδα χεριών, ειδικά σε μεγάλη δόση. Οι αιματολογικές και βιοχημικές διαταραχές παρατηρούνται σπανιότερα, κυρίως αύξηση των τρανσαμινασών (ενζύμων ενδεικτικών της ηπατικής λειτουργίας), χοληστερόλης και τριγλυκεριδίων.
Ωστόσο και στις λίγες αυτές περιπτώσεις οι διαταραχές είναι αναστρέψιμες και παρέρχονται πλήρως μετά τη διακοπή της θεραπείας. Σε σπάνιες περιπτώσεις απαιτείται επανάληψη της θεραπείας.
Όταν υπάρχει ορμονική διαταραχή, π.χ σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών, η θεραπεία με αντισυλληπτικά ή ορμόνες βοηθά και την ακμή.
Άλλες θεραπείες όταν αντενδείκνυνται η από του στόματος θεραπείες, ή ο ασθενής δεν τις επιλέγει, είναι με peelings ειδικά για την ακμή, με λέιζερ και με φωτοδυναμική θεραπεία. Η αποτελεσματικότητα ωστόσο είναι κατώτερη της ισοτρετινοίνης.
Ειδικά για την καλοκαιρινή περίοδο οι ασθενείς με ακμή πρέπει να έχουν υπ’οψιν τους τα εξής:
Ο ήλιος και το θαλασσινό νερό βοηθούν τις περισσότερες φορές την ακμή, αλλά η έκθεση στον ήλιο να γίνεται με μέτρο, διότι η υπερβολική έκθεση μπορεί να την επιδεινώσει. Η ακμή επίσης βελτιώνεται λόγω της καλής διάθεσης και έλλειψης στρες κατά τη διάρκεια των διακοπών.
Η χρήση του αντιηλιακού είναι απαραίτητη, ειδικά σε όσους πρόσφατα ολοκλήρωσαν αγωγή με ισοτρετινοίνη αλλά και σε όσους χρησιμοποιούν τοπική θεραπεία που μπορεί να κάνει το δέρμα φωτοευαίσθητο. Οι γυναίκες, επίσης, που χρησιμοποιούν αντισυλληπτικά για τη θεραπεία της ακμής, πρέπει να χρησιμοποιούν συστηματικά και αντιηλιακό στο πρόσωπο για να αποφύγουν τον κίνδυνο μελάσματος. Η επιλογή του αντιηλιακού είναι σημαντική, διότι πολλά αντιηλιακά που δεν είναι σχεδιασμένα για το ακνεικό ή λιπαρό δέρμα μπορεί να επιδεινώσουν ή και να προκαλέσουν.
Τα σημάδια, οι ουλές δηλαδή της ακμής αντιμετωπίζονται με λέιζερ. Το κατά την άποψή μου καλύτερο είναι το fractional CO2. Tα peelings δεν βοηθούν καθόλου στα σημάδια ακμής (εκτός από τη φαινόλη που δεν χρησιμοποιείται στα ιατρεία). Πρέπει ωστόσο να έχει ολοκληρωθεί επιτυχώς η θεραπεία της ακμής και εάν ο ασθενής έχει λάβει χάπια ισοτρετινοίνης, να ξεκινήσει τη θεραπεία με λέιζερ τουλάχιστον 3-4 μήνες μετά τη διακοπή τους.
Απαιτούνται 3-6 θεραπείες ανάλογα με το βάθος των ουλών και το αποτέλεσμα της κάθε συνεδρίας διαπιστώνεται 2 μήνες μετά την κάθε συνεδρία. Το λέιζερ απαιτεί προφύλαξη από τον ήλιο και γίνεται σε εποχή χωρίς έντονη ηλιοφάνεια (Οκτώβριο με Μάρτιο).
Πηγή: iatronet.gr