Νέα έρευνα υποδεικνύει ότι θεραπεία με μασάζ μπορεί ενδεχομένως να βοηθήσει ανθρώπους που πάσχουν από χρόνιο πόνο στη μέση.
Μετά από 10 εβδομάδες, ασθενείς που υποβάλλονταν σε μασάζ, σε εβδομαδιαία βάση, χρησιμοποίησαν λιγότερα παυσίπονα και πέρασαν λιγότερο χρόνο στο κρεβάτι σε σχέση με όσους δεν χρειάστηκαν ειδική φροντίδα- αν και τα αποτελέσματα εξαφανίστηκαν μετά από 1 χρόνο.
Ο Dr. Richard A. Deyo, από το Πανεπιστήμιο Oregon Health and Science, δήλωσε ότι εστιάζοντας σε ασθενείς με ουσιαστική βελτίωση, η ομάδα του μασάζ βελτιώθηκε κατά τα δυο τρίτα έναντι ενός τρίτου των ασθενών που έλαβαν τη συνήθη φροντίδα.
Η έρευνα πραγματοποιήθηκε από τον Daniel Cherkin, του Group Health Research Institute, στο Σηάτλ.
Ο Deyo δήλωσε ότι ο πόνος στη μέση είναι συνήθης πάθηση στον πληθυσμό με περίπου 10% των πασχόντων να εμφανίζουν μακροχρόνια συμπτώματα.
Αν και τα αναλγητικά είναι συνήθης αγωγή, πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν και εναλλακτικές θεραπείες όπως βελονισμό, μασάζ ακόμα και ψυχοθεραπεία.
Στη νέα έρευνα, που δημοσιεύεται στο περιοδικό «Annals of Internal Medicine», 401 άνθρωποι χρησιμοποίησαν τη συνήθη φροντίδα ή ένα από δυο είδη μασάζ.
Δέκα εβδομάδες αργότερα, η ομάδα του μασάζ είχε σημαντική βελτίωση σε σύγκριση με άλλους ασθενείς.
Για παράδειγμα, περίπου το 30% όσων επέλεξαν μασάζ είχαν χρησιμοποιήσει αναλγητικά την προηγούμενη εβδομάδα σε σύγκριση με 40% όσων ακολούθησαν τη συνήθη φροντίδα.
Επιπλέον, διπλάσιος αριθμός, ποσοστό 7%, όσων έλαβαν τη συνήθη φροντίδα έμεινε στο κρεβάτι τουλάχιστον 1 μέρα τον προηγούμενο μήνα.
Ωστόσο, ορισμένα από τα φανερά οφέλη του μασάζ είχαν εξαφανιστεί 6μήνες αργότερα και όλα τα κέρδη είχαν εξαφανιστεί 1 χρόνο μετά.
Δεν υπήρξαν σημαντικές διαφορές μεταξύ των δύο ειδών μασάζ.
Ο Deyo δήλωσε ότι τα νέα ευρήματα συγκρίνονται με αυτά άλλων ειδών αγωγής, αν και είναι ακόμα ασαφής η σχέση κόστους-αποτελεσματικότητας.
Ένα μειονέκτημα, πρόσθεσε, ήταν ότι οι ασθενείς ήξεραν ποιο είδος θεραπείας θα λάβουν και ορισμένοι ενδεχομένως μπορεί να απογοητεύτηκαν που δεν έκαναν μασάζ, γεγονός που θα μπορούσε να έχει επηρεάσει τα αποτελέσματα.
Πηγή: iatronet