Ένας από τους βασικότερους παράγοντες στην επίτευξη της βέλτιστης επίδοσης των αθλητών, είναι η σωστή διατροφή.
Είναι πλέον γνωστό, ότι η ποσότητα, η σύνθεση και η χρονική στιγμή της πρόσληψης τροφίμων μπορούν να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στην αθλητική απόδοση.
Η ορθή θρεπτική πρακτική θα βοηθήσει τους αθλητές, να αναρρώνουν γρήγορα και να προσαρμόζονται αποτελεσματικότερα και με το λιγότερο κίνδυνο τραυματισμού ή ασθένειας. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις τροφίμων ή συμπληρωμάτων τους με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα. Μάλιστα, κάποια από αυτά κατηγορήθηκαν, ίσως όχι άδικα, και για ντόπινγκ αθλητών.
Διατροφή και ντόπινγκ στην αρχαιότητα
Οι αθλητές των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αρχαία Ελλάδα είχαν τα βοηθήματά τους. Σύμφωνα με συμπεράσματα έρευνας της φιλολόγου-ιστορικού Ελένης Νικολαΐδου, η αρχή του ντόπινγκ χάνεται στα βάθη των αιώνων. Εκεί αναφέρεται ότι οι γνωστοί «παιδοτρίβαι» και οι «διαιτητικές συνταγές» τους θεωρούνταν απαραίτητα βοηθήματα των αθλητών. Ειδικές δίαιτες προτείνονταν στους ασκούμενους, όπως π.χ. η κατανάλωση πολλών σύκων, φρούτων με μεγάλη συγκέντρωση σακχάρου, που παρέχει ενέργεια.
Τον 6ο π.X. αιώνα οι αθλητές προσπαθούσαν να βελτιώσουν την απόδοσή τους, τρώγοντας διάφορα είδη κρέατος. Αναφέρεται ότι οι άλτες χρησιμοποιούσαν κρέας κατσίκας, ενώ οι παλαιστές, οι σφαιροβόλοι και οι ακοντιστές, κρέας ταύρου αναμεμειγμένο με χοιρινό λίπος -δηλαδή πλημμύρα ζωικών πρωτεϊνών.
Οι αθλητές έτρωγαν επίσης ολόκληρα τα κοκόρια που νικούσαν σε αγώνες, σε μια προσπάθεια λήψης της τεστοστερόνης του νικητή κόκορα. Ο Φιλόστρατος (2ος αι. π.X.) στο έργο του «Περί γυμναστικής» μας πληροφορεί ότι οι μάγειροι παρασκεύαζαν για τους αθλητές, ψωμί καρυκευμένο με χυμό μήκωνος της υπνοφόρου (φυτό από το οποίο παράγεται το όπιο). Ο Πλίνιος ο νεότερος (1ος και 2ος αι. μ.X.) αναφέρει ότι οι Έλληνες δρομείς έπιναν αφέψημα ενός φυτού, ώστε να αυξήσουν τη μυϊκή τους μάζα και να μπορέσουν να αντέξουν σε μεγαλύτερης διάρκειας αγώνες.
Αιώνες αργότερα, η επιστημονική έρευνα για τις διατροφικές συνήθειες κατά τις ολυμπιάδες μάλλον αρχίζει το 1922 και το πρώτο δημοσιευμένο άρθρο (Paul Schenk 1936, Βερολίνο) είχε τον τίτλο «Τι τρώνε οι καλύτεροι αθλητές στον κόσμο;». Αυτό που μαθαίνουμε από το άρθρο-ντοκουμέντο είναι κυρίως ότι υπήρχε ποικιλομορφία στα διαιτητικά σχήματα. Χαρακτηριστικό της εποχής εκείνης ήταν η υπερκατανάλωση πρωτεΐνης, ενώ διαπιστώθηκε και η χρήση βοηθημάτων-συμπληρωμάτων διατροφής από κάποιες αποστολές.
Καθώς τα επιστημονικά στοιχεία για τη διατροφή των αθλητών στους Ολυμπιακούς Αγώνες συνεχίζουν ακόμη και σήμερα να είναι ελάχιστα, στις μέρες μας η ελίτ της αθλητικής παγκόσμιας κοινότητας φαίνεται να μην αρκείται μόνο στη σωστή διατροφή, καταναλώνοντας παράλληλα συμπληρώματα διατροφής, αφεψήματα βοτάνων κ.λπ., τα οποία, κάποια στιγμή, έδωσαν εσφαλμένα αποτελέσματα σε εξετάσεις για ντόπινγκ.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η περίπτωση του Βρετανού Ολυμπιονίκη Linford Christie, ο οποίος στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Σεούλ το 1988, μετά τον τελικό στα 100 μέτρα, βρέθηκε θετικός στην ουσία εφεδρίνη και αντιμετώπισε το ενδεχόμενο να χάσει το χάλκινο μετάλλιο.
Ισχυρίστηκε ότι η εφεδρίνη προήλθε από ginseng τσάι που κατανάλωνε και τελικά η πειθαρχική επιτροπή της Σεούλ δέχτηκε τον ισχυρισμό του και τον απάλλαξε. Το 1999 όμως βρέθηκε ξανά θετικός, στην ουσία ναδρολόνη, και μάλιστα σε συγκέντρωση σχεδόν 100 φορές πάνω από το επιτρεπόμενο όριο. Παρότι ισχυρίστηκε ότι αυτή προήλθε από την κατανάλωση κόκκινου κρέατος, του επιβλήθηκε διετής αποκλεισμός από τους αγώνες. Ο L. Christie έπειτα από αυτό εγκατέλειψε την ενεργό δράση.
Τι πραγματικά συμβαίνει;
Τόσο ως προς τον ισχυρισμό του L. Christie για το ginseng όσο και για το κόκκινο κρέας, υπήρχε μία λογική επιχειρηματολογία. Συγκεκριμένα, υποστηρίζεται ότι μερικές ποικιλίες του ginseng μπορούν να έχουν επίδραση στο κεντρικό νευρικό σύστημα, δηλαδή επιδρούν τονωτικά, μειώνουν την κούραση, βελτιώνουν το ανοσοποιητικό και την ικανότητα συγκέντρωσης και επιβραδύνουν τη διαδικασία γήρανσης. Δεν υπάρχει καμία αδιαμφισβήτητη απόδειξη ότι το ginseng έχει άλλα οφέλη στην αθλητική απόδοση, όμως υπήρξαν περιπτώσεις σκευασμάτων με ginseng που περιέχουν απαγορευμένες ουσίες όπως εφεδρίνη, αναβολικά στεροειδή κ.λπ.
Παράλληλα, πολλά δημοφιλή βότανα που καταναλώνονται για «κτίσιμο μυών» (yohimbe, smilax, tribulus, κ.α.) περιέχουν φυτικά στεροειδή, που μπορεί να αυξήσουν τα επίπεδα ορού της τεστοστερόνης, αλλά δεν μπορούν να μετατραπούν απευθείας σε τεστοστερόνη ή άλλα αναβολικά, όπως τα χημικά στεροειδή από το ανθρώπινο σώμα.
Αξιοσημείωτο επίσης είναι, σύμφωνα με τη Dr. Suzanne Nelson Steen, διευθύντρια διατροφής των αθλητικών υπηρεσιών στο Πανεπιστήμιο της Ουάσιγκτον, ότι ακόμα και η κατανάλωση «ενεργειακών ποτών» που περιέχουν διάφορα βότανα, καφεΐνη και εφεδρίνη, μπορεί όχι μόνο να επηρεάσει τα αποτελέσματα των τεστ για ντόπινγκ, αλλά υπάρχει κίνδυνος για παρενέργειες και αρνητικές αλληλεπιδράσεις μεταξύ των ενώσεων που περιέχουν.
Αντίστοιχα, για το κρέας, οι απόψεις διίστανται περισσότερο, αφού είναι αποδεκτή η πιθανότητα ενός συνδέσμου μεταξύ της τροφικής αλυσίδας και των θετικών αποτελεσμάτων σε δοκιμές για ναδρολόνη, παρότι η χρήση των στεροειδών στην κτηνοτροφία είναι παράνομη.
Η κατανάλωση κρέατος που πιθανώς περιέχει ναδρολόνη, θεωρητικά, μπορεί να συμβάλει στην αύξηση του επιπέδου της ανδροστερόνης στα ούρα σε συγκέντρωση όχι μεγαλύτερη από 2ng/ml. Όπως έχουν τα πράγματα, διακρίνουμε την παρουσία της ναδρολόνης στο κρέας είτε φυσικά, είτε εξαιτίας της παράνομης μεταχείρισης των ζώων.
Τα επίπεδα ναδρολόνης σε κρέας που προέρχεται από την τελευταία, είναι πολύ χαμηλά για να καταδείξουν αυξημένη συγκέντρωση της ανδροστερόνης σε δείγματα ούρων, μία, δύο ή περισσότερες μέρες μετά την κατάποση του κρέατος από τους αθλητές. Συνεπώς, οι παραπάνω ποσότητες ναδρολόνης είναι αρκετά χαμηλές.
Επίλογος
Το «διατροφικό ντόπινγκ» απέχει πολύ από το χημικό, οι συνέπειες του οποίου αποτελούν ένα άλλο κεφάλαιο. Παρόλο που κάποιοι αθλητές μπορεί να χρησιμοποίησαν ως άλλοθι τη διατροφή, σε κάποιες περιπτώσεις τους κόστισε τουλάχιστον τη μη συμμετοχή τους στους αγώνες. Ωστόσο, αν προτείναμε εναλλακτικά τα «διατροφικά αναβολικά» στους νέους αθλητές και τους εμψυχώναμε με το Ολυμπιακό Πνεύμα, ίσως να κατέρριπταν «αμφισβητούμενα ρεκόρ» και να κέρδιζαν μετάλλια με αξιοπρέπεια.
Δυστυχώς όμως, η σύγχρονη πραγματικότητα, αφενός με τα συμφέροντα των εταιρειών που διαμορφώνουν τις συνθήκες ανταγωνισμού στον αθλητισμό, και αφετέρου με την εξέλιξη της τεχνολογίας των φαρμάκων και της βιοτεχνολογίας, καθιστούν τον αθλητή, κάποιες φορές, να καλείται να ανταγωνιστεί ανθρώπινες μηχανές.
Πηγή: mednutrition.gr