Όσοι άνθρωποι χρησιμοποιούν συχνά, εκτός από την μητρική τους, μια δεύτερη ξένη γλώσσα, κάνουν πιο δυνατό τον εγκέφαλό τους πολύ περισσότερο από το να έλυναν σταυρόλεξα ή Σουντόκου. Με αυτό τον τρόπο καθυστερούν την την άνοια και το Αλτσχάιμερ για αρκετά χρόνια, σύμφωνα με νέα μελέτη.
Η ωφέλεια της δεύτερης γλώσσας στην καθυστέρηση εκδήλωσης των συμπτωμάτων φαίνεται να είναι μάλιστα μεγαλύτερη από οποιοδήποτε φάρμακο έχει μέχρι σήμερα χρησιμοποιηθεί για τον έλεγχο του Αλτσχάιμερ. Για «δραματική καθυστέρηση» κατά τέσσερα έως πέντε χρόνια στην έναρξη των συμπτωμάτων έκαναν λόγοι οι ερευνητές μια βελτίωση που καμία φαρμακευτική αγωγή δεν έχει ακόμα πετύχει.
Τα πειράματα δείχνουν ότι το όφελος για τον εγκέφαλο προκύπτει από την έξτρα νοητική προσπάθεια, την οποία καταβάλλει ο εγκέφαλος όσων μιλάνε δύο γλώσσες (ή και παραπάνω). «Είναι σαν να έχει κανείς ένα ρεζερβουάρ ασφαλείας στο αυτοκίνητό του. Όταν ξεμένει από καύσιμα, μπορεί να συνεχίσει να οδηγεί για περισσότερο χρόνο, επειδή έχει ακόμα αποθέματα βενζίνης», ανέφερε η υπεύθυνη της μελέτης.
Μεταξύ άλλων, οι δίγλωσσοι άνθρωποι βρίσκονται σε μια σχεδόν συνεχή εγκεφαλική «διαπραγμάτευση» για το ποια γλώσσα να χρησιμοποιήσουν κάθε στιγμή και αυτό λειτουργεί ευνοϊκά για τη νοητική υγεία τους. Σύμφωνα με τους ερευνητές, όσο πιο συχνή είναι η χρήση της δεύτερης γλώσσας ήδη από την παιδική ηλικία, τόσο πιο «εύπλαστος» γίνεται ο εγκέφαλος και τόσο μεγαλύτερη φαίνεται να είναι η ανθεκτικότητα των νευρώνων στη σταδιακή εκφύλισή τους.