Η σεξουαλική αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση του άνδρα επηρεάζεται- εκτός των άλλων- και από την εμφάνιση των γεννητικών του οργάνων και ιδίως το μέγεθος του πέους. Πολύ συχνά όμως, η υποκειμενική εντύπωση δεν ταυτίζεται με τις αντικειμενικές εκτιμήσεις με συνέπεια αρκετοί, νέοι κυρίως άνδρες, να αισθάνονται μειονεκτικά θεωρώντας ότι έχουν «μικρό πέος». Η κατάσταση αυτή ονομάζεται «πεϊκή δυσμορφοφοβία» και διακρίνεται σε «αισθητικού» τύπου (65-77%) όταν το μέγεθος του χαλαρού πέους δεν ικανοποιεί τις απαιτήσεις και σε «λειτουργικού» τύπου (23-35%) όταν αυτό συμβαίνει με το πέος σε κατάσταση στύσης.
Σήμερα παρατηρείται μία ολοένα αυξανόμενη τάση αναζήτησης λύσης του προβλήματος του «μικρού πέους» με την προσφυγή σε ειδικούς για διενέργεια χειρουργικών επεμβάσεων που σκοπό έχουν την αύξηση των διαστάσεων του οργάνου (αυξητική φαλλοπλαστική). Οι επεμβάσεις αυτές εμπίπτουν στην σφαίρα της κοσμητικής – αισθητικής χειρουργικής όπως η ρινοπλαστική, πλαστικές προσώπου, μαστού κλπ, και υπό το πρίσμα αυτό, γίνεται προφανής ο υψηλός βαθμός απαίτησης από το αποτέλεσμα καθώς επίσης και ο ηθικός προβληματισμός για το εάν και σε ποιους θα πρέπει να διενεργούνται.
Αυτές οι χειρουργικές τεχνικές βρίσκονται σε στάδιο εξέλιξης με συνέπεια να υπάρχουν αντικρουόμενες απόψεις όσον αφορά την μεθοδολογία, την ασφάλεια και την αποτελεσματικότητα τους. Αναφορικά με τις φυσιολογικές διαστάσεις του πέους, οι περισσότεροι ειδικοί στο θέμα θεωρούν ως μικρότερο φυσιολογικό μήκος πέους τα 9 εκ και περίμετρο τα 6 εκ., σε χαλαρή κατάσταση και υπό έλξη.
Οι κυριότερες σήμερα εφαρμοζόμενες τεχνικές αυξήσεως του μεγέθους του πέους περιλαμβάνουν:
1. Επεμβάσεις αυξήσεως του μήκους του πέους
α. Διατομή των συνδέσμων που συγκρατούν το πέος σε συνδυασμό με μετακίνηση κοιλιακού δέρματος προς το πέος (πλαστική Ζ). Σε περιπτώσεις αυξημένου λίπους στην κοιλιά, η επέμβαση μπορεί να συνδυασθεί με αφαίρεση τμήματος δέρματος και λίπους από το πρόσθιο κοιλιακό τοίχωμα.
β. «Αποσυναρμολόγηση» του πέους και τοποθέτηση μεταξύ των ανατομικών του στοιχείων εμφυτευμάτων είτε φυσικών ή τεχνητών.
γ. Εμφύτευση ενδοπεϊκών προθέσεων σε περιπτώσεις που συνυπάρχει σοβαρή βλάβη του στυτικού μηχανισμού.
δ. Εμφύτευση μέσα στα σηραγγώδη σώματα κυλίνδρων που βαθμιαία διατείνονται και σταδιακά επιμηκύνουν το σώμα του πέους.
2. Επεμβάσεις αυξήσεως του όγκου του πέους
α. Εμφύτευση στο σώμα του πέους λίπους που λαμβάνεται με λιποαναρρόφηση. Μέθοδος που σταδιακά εγκαταλείπεται λόγω μη ικανοποιητικού τελικού αισθητικού αποτελέσματος.
β. Τοποθέτηση ελεύθερου τμήματος δέρματος και λίπους στην ραχιαία επιφάνεια του σώματος του πέους.
γ. Ενσωμάτωση τμημάτων φλέβας ή συνθετικών υλικών στο τοίχωμα των σηραγγωδών σωμάτων του πέους. Η μέθοδος ενδείκνυται σε αυστηρά επιλεγμένα περιστατικά και κυρίως σε περιπτώσεις συγγενούς υποπλασίας ή μετά ακρωτηριασμό του πέους.
Με εφαρμογή της τεχνικής της συνδεσμόλυσης σε συνδυασμό με πλαστική – Ζ μπορεί να προκύψει αύξηση του μήκους του πέους από 1,5 έως 2,5 εκατοστά, ενώ με «αποσυναρμολόγηση» του πέους, αναφέρονται αυξήσεις μήκους που κυμαίνονται από 2.5 έως 4 εκ. σε στύση και από 2 έως 3.5 εκ σε χαλαρή κατάσταση.
Παρά όμως τις αυξήσεις που επιτυγχάνονται , η τεχνική αυτή ενέχει δυνητικούς κινδύνους και όπως προαναφέρθηκε, ενδείκνυται σε επιλεγμένες περιπτώσεις. Αναφορικά με τις επεμβάσεις αυξήσεως του όγκου του πέους, με την τεχνική ενσωμάτωσης ελεύθερων μοσχευμάτων, επιτυγχάνεται αύξηση της περιμέτρου του πέους από 2,5 έως 5 εκ. Επισημαίνεται όμως, ότι κατά την πλήρη στύση παρατηρείται σχετική μείωση του αποτελέσματος εξαιτίας της διάτασης και συμπίεσης του μοσχεύματος.
Συνήθως, οι επιπλοκές των επεμβάσεων αυξήσεως του μήκους του πέους είναι μικρής βαρύτητας και περιορισμένης διάρκειας (δερματικές εκχυμώσεις, οίδημα του πέους και εμφάνιση παροδικού πόνου κατά την στύση). Σπανιότερα μπορεί να αναπτυχθεί υπερτροφική ουλή ή τριχοφυΐα στην βάση του πέους.
Όσον αφορά την γωνία ανύψωσης του πέους κατά την στύση, παρατηρείται μικρή μείωση (έως και 30 μοίρες) που όμως, συνήθως, δε δημιουργεί αισθητική ή στυτική δυσκολία. Παρόμοια και οι επεμβάσεις αυξήσεως του όγκου του πέους χαρακτηρίζονται από μικρή βαρύτητα και είναι συνήθως παροδικού χαρακτήρα. Τις συνηθέστερες επιπλοκές αποτελούν οίδημα του πέους και μείωση της αισθητικότητας που συνήθως επανέρχεται μετά μικρό χρονικό διάστημα. Πιο σπάνια, μπορεί να αναπτυχθεί αντίδραση απόρριψης του μοσχεύματος με συνέπεια σκλήρυνση και ανομοιομορφία της επιφάνειας του πέους .
Μολονότι οι χειρουργικές επεμβάσεις αυξητικής φαλλοπλαστικής δεν επιτυγχάνουν θεαματική βελτίωση του μεγέθους του πέους, η μικρή βαρύτητα των πιθανών μετεγχειρητικών επιπλοκών τους καθώς και η σημαντική βελτίωση της σεξουαλικής αυτοπεποίθησης που παρατηρείται στην πλειονότητα των ασθενών, τις καθιστούν δυνητικά εφαρμόσιμες θεραπευτικές επιλογές στο πλαίσιο αντιμετώπισης του προβλήματος της πεϊκής δυσμορφοφοβίας σε αυστηρά επιλεγμένους και πλήρως ενημερωμένους ασθενείς και υπό την προϋπόθεση ότι άλλοι θεραπευτικοί χειρισμοί δεν έχουν αποδώσει.
Ο Ευάγγελος Σπυρόπουλος είναι χειρουργός ουρολόγος, Διδάκτωρ της Ιατρικής του Πανεπιστημίου Αθηνών, διευθυντής της ουρολογικής κλινικής του Ναυτικού Νοσοκομείου Αθηνών.