Σε μεγάλη μελέτη ατόμων που ζήτησαν θεραπεία στις ΗΠΑ για λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος διαπιστώθηκε ότι η χρήση αντιβιοτικών δεν είχε μετρήσιμο αντίκτυπο στη σοβαρότητα ή τη διάρκεια του βήχα, ακόμα και αν υπήρχε βακτηριακή λοίμωξη.
«Οι λοιμώξεις του κατώτερου αναπνευστικού συστήματος τείνουν να έχουν την πιθανότητα να είναι πιο επικίνδυνες, καθώς περίπου 3% έως 5% των ασθενών έχουν πνευμονία. Αλλά δεν έχουν όλοι εύκολη πρόσβαση κατά την αρχική επίσκεψη σε ακτινογραφία, γεγονός που μπορεί να είναι ο λόγος που οι κλινικοί γιατροί εξακολουθούν να χορηγούν αντιβιοτικά χωρίς να υπάρχουν άλλες ενδείξεις βακτηριακής λοίμωξης. Επιπλέον, οι ασθενείς έχουν συνηθίσει να περιμένουν αντιβιοτικά για τον βήχα, ακόμη και αν δεν βοηθούν», επισημαίνει ο επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης και καθηγητής Οικογενειακής Ιατρικής στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Τζορτζτάουν, Νταν Μερενστάιν.
Στο 29% των ατόμων στα οποία χορηγήθηκε αντιβιοτικό κατά την αρχική ιατρική επίσκεψη, δεν υπήρξε καμία επίδραση στη διάρκεια ή στη συνολική σοβαρότητα του βήχα, σε σύγκριση με εκείνους που δεν έλαβαν αντιβιοτικό. Επίσης, για τα άτομα με επιβεβαιωμένη βακτηριακή λοίμωξη, η διάρκεια μέχρι την υποχώρηση της ασθένειας ήταν η ίδια για όσους έλαβαν αντιβιοτικό σε σχέση με όσους δεν έλαβαν, περίπου 17 ημέρες.
Για να προσδιοριστεί εάν υπήρχε πραγματικά βακτηριακή ή ιογενής λοίμωξη, οι ερευνητές επιβεβαίωσαν την παρουσία παθογόνων μικροοργανισμών με προηγμένες εργαστηριακές εξετάσεις για να αναζητήσουν μικροβιολογικά αποτελέσματα που ταξινομούνται ως μόνο βακτήρια, μόνο ιοί, ιός και βακτήρια ή καμία ανίχνευση.
«Γνωρίζουμε ότι ο βήχας μπορεί να αποτελεί ένδειξη σοβαρού προβλήματος. Είναι ο πιο κοινός λόγος επίσκεψης σε εξωτερικά ιατρεία που σχετίζονται με ασθένεια, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν 3 εκατομμύρια επισκέψεις σε εξωτερικά ιατρεία και περισσότερες από 4 εκατομμύρια επισκέψεις σε τμήματα επειγόντων περιστατικών ετησίως» επισημαίνει ο κ. Μερενστάιν και συμπληρώνει: «Τα σοβαρά συμπτώματα του βήχα και ο τρόπος σωστής αντιμετώπισής τους πρέπει να μελετηθούν περισσότερο, ίσως σε μια τυχαιοποιημένη κλινική δοκιμή, καθώς η μελέτη αυτή ήταν παρατηρησιακή και δεν έχουν γίνει τυχαιοποιημένες δοκιμές που να εξετάζουν αυτό το θέμα από το 2012 περίπου».
Μια σημαντική ανησυχία για την υπερβολική χρήση αντιβιοτικών είναι η ανθεκτικότητα. Σε δήλωση που εξέδωσε ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας στις 4 Απριλίου 2024 αναφέρει ότι «η ανεξέλεγκτη μικροβιακή αντοχή [λόγω της υπερβολικής χρήσης αντιβιοτικών] αναμένεται να μειώσει το προσδόκιμο ζωής και να οδηγήσει σε πρωτοφανείς δαπάνες υγείας και οικονομικές απώλειες».