Ένα καλά οργανωμένο κύκλωμα παράνομης διακίνησης μεταναστών το οποίο είχε «πλοκάμια» σε ΗΠΑ, Ελλάδα, Καναδά, Ηνωμένο Βασίλειο και Αυστραλία εξάρθρωσε η Δίωξη Οργανωμένου Εγκλήματος.
Σύμφωνα με δηλώσεις του εκπροσώπου της ΕΛ.ΑΣ., στο κύκλωμα εμπλέκονταν και ένας αρχιφύλακας ενώ «εγκέφαλος» όπως διαπιστώθηκε ήταν ένας 41χρονος. Ειδικότερα, ύστερα από μια συντονισμένη αστυνομική επιχείρηση σε διάφορες περιοχές της Αττικής και ειδικότερα στο κέντρο της Αθήνας, την Πετρούπολη και το Διεθνή Αερολιμένα Αθηνών «Ελευθέριος Βενιζέλος», εντοπίστηκαν και συνελήφθησαν έξι άτομα, τέσσερις Έλληνες, ηλικίας 41, 28, 25 και 38 ετών και δύο αλλοδαποί, 26 και 31 ετών.
Από τις αστυνομικές αρχές αναζητούνται ακόμα τέσσερα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης.
Επίσης, για τη συμμετοχή τους, σε επιμέρους εγκληματικές πράξεις της οργάνωσης, κατηγορούνται άλλα τέσσερα άτομα, τρεις γυναίκες (36χρονη ομογενής από τη Γεωργία – ιδιοκτήτρια ταξιδιωτικού γραφείου στη Θεσσαλονίκη, 40χρονη ομογενής από το Ουζμπεκιστάν και 23χρονη Αλβανίδα) και ένας 44χρονος ομογενής από το Καζακστάν.
Στο πλαίσιο των αστυνομικών ερευνών, αλλά και σε κατ’ οίκον έρευνες που διενεργήθηκαν στο σπίτι του 41χρονου αρχηγικού μέλους της οργάνωσης, σε ισόγειο γραφείο που διατηρεί και σε διαμέρισμά του, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν:
– Πλήθος εγγράφων και πιστοποιητικών, πρωτότυπων και φωτοαντιγράφων, σφραγίδων δημοσίων υπηρεσιών, δελτίων αστυνομικής ταυτότητας, που επιβεβαιώνουν τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης.
– Ηλεκτρονικός εξοπλισμός (υπολογιστές, εκτυπωτικά μηχανήματα κ.ά.)
– Τρία οχήματα (ένα με αμερικάνικες πινακίδες) και μία μοτοσυκλέτα, ως μέσα τέλεσης εγκλήματος και προϊόντα νομιμοποίησης.
– Ένα πιστόλι 32 mm με σιγαστήρα και οχτώ φυσίγγια, ένα πιστόλι 635 με γεμιστήρα και επτά φυσίγγια, ένα όπλο-συναρμολογούμενο μεταλλικό τύπου «στυλό», καθώς επίσης 51 φυσίγγια διαφόρων διαμετρημάτων.
Από τη μέχρι τώρα αστυνομική έρευνα έχει προκύψει ότι η εγκληματική οργάνωση δραστηριοποιούνταν τουλάχιστον από το 2010 και ενέχεται σε 53 περιπτώσεις διακίνησης 96 αλλοδαπών, σε χώρες του εξωτερικού.
Όπως προέκυψε, η οργάνωση εναρμόνιζε τη μεθοδολογία δράσης της (modus operandi), ανάλογα με τις εξελίξεις-διαφοροποιήσεις στις διαδικασίες έκδοσης δημοσίων εγγραφών. Πιο αναλυτικά :
– Για την παράνομη έξοδο από τη χώρα αλλοδαπών και ειδικότερα για την έκδοση διαβατηρίων χρησιμοποιούσαν αρχικά νοθευμένα δελτία αστυνομικής ταυτότητας, τα οποία ήταν γνήσια ως έγγραφα, αλλά η φωτογραφία του πραγματικού κατόχου είχε αντικατασταθεί από αυτή του αλλοδαπού.
– Για το σκοπό αυτό η εγκληματική οργάνωση εντόπιζε Έλληνες υπηκόους και τους έπειθε – έναντι αμοιβής – να παραχωρήσουν τα δελτία αστυνομικής τους ταυτότητας, τα οποία ακολούθως νοθεύονταν για να χρησιμοποιηθούν στη διαδικασία έκδοσης διαβατηρίων.
– Στη συνέχεια τα «συνεργαζόμενα» αυτά άτομα, για να αποποιηθούν ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών, προσέρχονταν και δήλωναν απώλεια των δελτίων ταυτότητας, μόνο αφότου είχε «επιτυχώς» εκδοθεί/υφαρπαχθεί το διαβατήριο ή είχε εξέλθει από τη χώρα μας ο αλλοδαπός.
– Επίσης, σε ορισμένες περιπτώσεις, και άλλα συγγενικά τους πρόσωπα δήλωναν τακτικά «απώλειες» δελτίων ταυτότητας, που είχαν χρησιμοποιηθεί, νοθευμένα, για την υφαρπαγή διαβατηρίων, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για έξοδο αλλοδαπών από τη χώρα μας.
– Μετά τη ψηφιοποίηση του αρχείου των εκδοθέντων δελτίων ταυτότητας, που ξεκίνησε από τον Απρίλιο του 2012 και παρείχε τη δυνατότητα στις αρμόδιες Υπηρεσίες απευθείας πρόσβασης στη φωτογραφία του πραγματικού κατόχου, εντοπίστηκαν ανάλογα περιστατικά και συνελήφθησαν αλλοδαποί, κατά τη διαδικασία υποβολής αίτησης για την έκδοση/υφαρπαγή διαβατηρίου,
– Ύστερα από την εξέλιξη αυτή η εγκληματική οργάνωση άλλαξε μεθοδολογία και έκτοτε για την έκδοση διαβατηρίου χρησιμοποιούσε υφαρπαχθέν δελτίο αστυνομικής ταυτότητας (από αρχική χορήγηση, ή έπειτα από δήλωση απώλειας ή φθοράς παλαιότερου), καθώς επίσης γνήσιο δελτίο αστυνομικής ταυτότητας ημεδαπού, ο οποίος προσομοίαζε, ηλικιακά και φυσιογνωμικά, με τον αλλοδαπό (μέθοδος «σωσία»).
Γενικότερα όπως προέκυψε από τα στοιχεία της έρευνας η εγκληματική οργάνωση έχει αποκομίσει από τη δράση της, παράνομα έσοδα, που σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, υπερβαίνουν τα (3.000.000) ευρώ. Τα κεφάλαια αυτά συνήθως εκταμιεύονταν τμηματικά, σε μετρητά ή επιταγές, ή μετατρέπονταν σε δολάρια ΗΠΑ, τα οποία είτε αναλαμβάνονταν μετρητά, είτε εμβάζονταν στις Η.Π.Α.
Όπως διαπιστώθηκε μεταξύ των αλλοδαπών, που διακινήθηκαν προς τις αγγλοσαξωνικές χώρες, συμπεριλαμβάνονταν και ανήλικα τέκνα, τα οποία στην πλειονότητα των περιπτώσεων ταξίδεψαν με τους πραγματικούς γονείς τους.
Στο πλαίσιο διερεύνησης της υπόθεσης, προέκυψαν επίσης τα ακόλουθα:
– Ο συλληφθείς αστυνομικός διευκόλυνε τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης, με την παροχή συμβουλών και κατευθύνσεων αναφορικά με την επίτευξη του επιδιωκόμενου εγκληματικού αποτελέσματος, δηλαδή την υφαρπαγή του δελτίου αστυνομικής ταυτότητας, ενώ λάμβανε 2.000-3.000 ευρώ για κάθε ταυτότητα που εκδίδονταν.
– Η 36χρονη κατηγορούμενη από τη Γεωργία, πράκτορας-ιδιοκτήτρια ταξιδιωτικού γραφείου στη Θεσσαλονίκη, κατόπιν απευθείας επικοινωνίας με τον 41χρονο αρχηγό της οργάνωσης, εξέδιδε τα εισιτήρια των υπό διακίνηση αλλοδαπών. Σε έρευνα που διενεργήθηκε στο γραφείο της, βρέθηκε και κατασχέθηκε πλήθος εισιτηρίων που είχαν εκδοθεί κατά παραγγελία του 41χρονου.
– Η 23χρονη κατηγορούμενη αλλοδαπή υπήκοος, υφάρπαξε διαβατήριο με στοιχεία ημεδαπής γυναίκας και προσπάθησε, ανεπιτυχώς, να εξέλθει παράνομα από τη χώρα μας προς την Αυστραλία.
– Τέλος, η 40χρονη από το Ουζμπεκιστάν και ο 44χρονος από το Καζακστάν, συνέδραμαν στην υφαρπαγή διαβατηρίων και στη συνέχεια συνόδευσαν τους διακινούμενους αλλοδαπούς προς τη χώρα προορισμού τους.
Για τη συγκεκριμένη υπόθεση σχηματίστηκε δικογραφία κακουργηματικού χαρακτήρα σε βάρος των εμπλεκομένων, η οποία αφορά στα – κατά περίπτωση – αδικήματα της συγκρότησης, ένταξης και διεύθυνσης εγκληματικής οργάνωσης, της διευκόλυνσης παράνομης εξόδου από τη χώρα, της πλαστογραφίας, της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες (ξέπλυμα βρώμικου χρήματος), της υφαρπαγής ψευδούς βεβαίωσης καθώς επίσης της παραβίασης του υπηρεσιακού απορρήτου και της παράνομης οπλοκατοχής.
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν χθες στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών, ενώ η υπόθεση παραπέμφθηκε σε κύρια ανάκριση.
Ο εμπλεκόμενος αστυνομικός με Απόφαση του Αρχηγείου της Ελληνικής Αστυνομίας τέθηκε σε διαθεσιμότητα και διατάχθηκε σε βάρος του η διενέργεια Ένορκης Διοικητικής Εξέτασης.