Στην αυξανόμενη σημασία των επενδύσεων στον τομέα της εκπαίδευσης για τη μελλοντική ανάπτυξη και απασχόληση στην Ε.Ε. αλλά και για τη μείωση των κοινωνικών αποκλεισμών εστιάζει η έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την εκπαίδευση το 2014.
Σύμφωνα με την έκθεση, η οποία δόθηκε χθες στη δημοσιότητα στις Βρυξέλλες και τιτλοφορείται «Η εκπαίδευση με μια ματιά», το ποσοστό των ιδιωτικών επενδύσεων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση έχει αυξηθεί από 14% το 2000 σε 21% το 2012 στις χώρες της Ε.Ε. Ωστόσο, το ποσοστό των ιδιωτικών δαπανών εξακολουθεί να είναι σημαντικά χαμηλότερο στην Ε.Ε. από το 31% του μέσου όρου του ΟΟΣΑ, ενώ διαπιστώνονται μεγάλες διαφορές μεταξύ των χωρών της Ε.Ε. που κυμαίνονται από 6% στη Δανία και τη Φινλανδία έως 65% στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Σχολιάζοντας τα πορίσματα της έκθεσης, η επίτροπος αρμόδια για θέματα Εκπαίδευσης Ανδρούλα Βασιλείου ανέφερε: «Η έκθεση συνάδει με την πολιτική της Επιτροπής: η βελτίωση της ποιότητας της εκπαίδευσης και η αναβάθμιση των επιπέδων δεξιοτήτων αποτελούν έξυπνες επενδύσεις και έναν ισχυρό τρόπο για την καταπολέμηση των ανισοτήτων στις κοινωνίες μας».
Παρουσιάζοντας τα κύρια πορίσματα της έκθεσης του ΟΟΣΑ, ο διευθυντής του ΟΟΣΑ, αρμόδιος για θέματα εκπαίδευσης, Αντρέας Σλέιχερ, τόνισε ότι το ποσοστό των ενηλίκων με πτυχίο τριτοβάθμιας εκπαίδευσης, αυξάνεται σταθερά στις περισσότερες χώρες της ΕΕ κατά την τελευταία δεκαετία (έως 29%). Ωστόσο, όπως αναφέρει ανταπόκριση του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, η Ε.Ε. εξακολουθεί να υστερεί σε σχέση με τον μέσο όρο των χωρών του ΟΟΣΑ (33%). Σύμφωνα με την έκθεση, εάν συνεχιστεί αυτή η τάση, ως το 2020, τουλάχιστον το 40% των νέων στην ΕΕ αναμένεται να ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση και λιγότερο από το 10% αναμένεται να εγκαταλείψει τη σχολική φοίτηση πριν ολοκληρώσει την ανώτερη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Εξάλλου, σύμφωνα με την έκθεση, σε όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ οι άνθρωποι με υψηλότερα επίπεδα εκπαίδευσης έχουν περισσότερες πιθανότητες να βρουν εργασία, ενώ επισημαίνεται ότι όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο εκπαίδευσης, τόσο υψηλότερες είναι οι μέσες αποδοχές. Ένας απόφοιτος τριτοβάθμιας εκπαίδευσης με τις ανώτατες δεξιότητες γραμματισμού – όπως μετρήθηκε στην «Survey of Adult Skills» (Έρευνα για τις δεξιότητες των ενηλίκων) του ΟΟΣΑ – κερδίζει 45% περισσότερο κατά μέσο όρο από παρόμοια μορφωμένο ενήλικο με το χαμηλότερο επίπεδο γραμματισμού.
Η έκθεση διαπιστώνει επίσης σημαντικές διαφορές στην ΕΕ μεταξύ των επιπέδων δεξιοτήτων των ανθρώπων με όμοια προσόντα. Για παράδειγμα, οι προσφάτως απόφοιτοι της ανώτερης δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης σε χώρες όπως η Ολλανδία και η Φινλανδία είχαν παρόμοιες ή υψηλότερες δεξιότητες γραμματισμού από τους απόφοιτους της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στην Ιρλανδία, την Ιταλία, τη Μ. Βρετανία και την Ισπανία.
Τέλος, η έκθεση του ΟΟΣΑ διαπιστώνει τη γήρανση του πληθυσμού των εκπαιδευτικών στην ΕΕ. Κατά μέσο όρο, στις χώρες της ΕΕ το 37% των καθηγητών δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι τουλάχιστον 50 ετών. Το ποσοστό είναι 45% ή υψηλότερο στην Αυστρία, την Εσθονία, τη Γερμανία και την Ολλανδία και 60% στην Ιταλία. Αυτό υπογραμμίζει τη σημασία της διατήρησης ή της αύξησης της ελκυστικότητας του επαγγέλματος του εκπαιδευτικού, θέμα για το οποίο η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προσφάτως δημοσίευσε μια διεξοδική μελέτη με συστάσεις για τη βελτίωση της αρχικής και της συνεχούς κατάρτισης των εκπαιδευτικών και την παροχή στήριξης στις πρώτες φάσεις της σταδιοδρομίας.
Η έκθεση καλύπτει τις 34 χώρες μέλη του ΟΟΣΑ, εκ των οποίων 21 κράτη μέλη της ΕΕ (Αυστρία, Βέλγιο, Τσεχική Δημοκρατία, Δανία, Εσθονία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ελλάδα, Ουγγαρία, Ιρλανδία, Ιταλία, Λουξεμβούργο, Κάτω Χώρες, Πολωνία, Πορτογαλία, Σλοβακική Δημοκρατία, Ισπανία, Σουηδία και Ηνωμένο Βασίλειο). Η Λετονία, μολονότι δεν είναι μέλος του ΟΟΣΑ, έχει επίσης συμπεριληφθεί στην έκθεση ως χώρα εταίρος του ΟΟΣΑ.