Απάτες, κλοπές και ληστείες… Αυτό ήταν το ρεπερτόριο πολυμελούς συμμορίας που εξαρθρώθηκε από την Ασφάλεια Δυτικής Αττικής μετά από αστυνομική επιχείρηση σε Ζεφύρι, Μενίδι και Θεσσαλονίκη. Συνολικά η ΕΛ.ΑΣ. προχώρησε σε 16 συλλήψεις, ενώ στη δικογραφία περιλαμβάνονται ακόμη 11 μέλη της εγκληματικής ομάδας.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι εξιχνιάστηκαν 113 περιπτώσεις απατών, κλοπών και ληστειών με θύματα ηλικιωμένους και λεία που ξεπερνά το 1.360.000 ευρώ. Αίσθηση προκαλεί το γεγονός ότι τα μέλη της εγκληματικής ομάδας «χτυπούσαν» σε διάφορες περιοχές της χώρας και συγκεκριμένα σε Αττική, Θεσσαλονίκη, Καλαμάτα, Άρτα, Κόρινθο, Χαλκίδα, Πύργο, Πάτρα, Ηράκλειο Κρήτης και Αίγιο. Στην αστυνομική επιχείρηση υπήρξε συνδρομή κι από άλλες υπηρεσίες της ΕΛ.ΑΣ., ενώ οι 12 συλλήψεις έγιναν στην Αττική και οι άλλες 4 στη Θεσσαλονίκη.
Σε βάρος των συλληφθέντων (σ.σ. αλλά και ακόμη 11 ατόμων) σχηματίστηκε δικογραφία για –κατά περίπτωση- διεύθυνση και ένταξη σε εγκληματική οργάνωση, παροχή κινητών μέσων για απάτες, διακεκριμένες κλοπές και ληστείες κατ’ εξακολούθηση από κοινού, τετελεσμένες και σε απόπειρα, με συνολικό όφελος άνω των 120.000 ευρώ, πλαστογραφία, καθώς και για παράβαση της νομοθεσίας για τα όπλα.
Όπως προέκυψε από την έρευνα, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης είχαν συγκροτηθεί κι ενταχθεί σε αυτή, έχοντας διαρκή και πολυετή δράση τελώντας κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση απάτες και κλοπές, τετελεσμένες και σε απόπειρα και σε ορισμένες περιπτώσεις ληστείες, σε βάρος ηλικιωμένων ατόμων. Πρόκειται για άτομα που συνδέονται μεταξύ τους με συγγενικούς και φιλικούς δεσμούς, χωρίς να ασκούν καμία επαγγελματική δραστηριότητα, όντας στην πλειοψηφία τους άεργοι, ενώ τα ηγετικά και βασικά στελέχη έχουν απασχολήσει πολλές φορές στο παρελθόν για ίδια αδικήματα.
«Χτυπούσαν» εδώ και χρόνια
Ως προς τον τρόπο δράσης (modus operandi) που χρησιμοποιούσαν στην εγκληματική τους δράση, προέκυψε ότι αφού προσέγγιζαν στο δρόμο ηλικιωμένους και κυρίως γυναίκες, παρουσιάζονταν κυρίως ως λογιστές αλλά και ως φιλικά πρόσωπα ή απεσταλμένοι συγγενών τους και τους έπειθαν να τους παραδώσουν χρηματικά ποσά ή κοσμήματα, τα οποία κατά περίπτωση παραλάμβαναν από τις οικίες τους ή από τραπεζικά καταστήματα, όπου τους μετέφεραν. Πιο αναλυτικά, παρουσιάζονταν ως απεσταλμένοι συγγενικού τους προσώπου και ισχυρίζονταν ότι για να περαιωθεί οικονομική υπόθεση ή να ληφθεί μεγάλο χρηματικό ποσό ως αποζημίωση ή ως επιστροφή από την εφορία, θα έπρεπε πρώτα να τους παραδώσουν κάποιο χρηματικό ποσό, συνήθως ως παράβολο.
Για να είναι πιστευτοί είχαν περιποιημένη εξωτερική εμφάνιση και ιδιαίτερα ευγενική συμπεριφορά, ενώ για να κάμψουν την όποια αμφιβολία προσποιούνταν ότι μιλούσαν τηλεφωνικά με οικείο πρόσωπο του θύματος. Μάλιστα, σε κάποιες περιπτώσεις έδιναν το τηλέφωνο στο θύμα, προκειμένου να συνομιλήσει με τον υποτιθέμενο οικείο του, το ρόλο του οποίου όμως αναλάμβανε ένας από τους συνεργούς. Επίσης, με διάφορες προφάσεις έπειθαν τα θύματα τους να μην χρησιμοποιούν το κινητό τους τηλέφωνο, αποκλείοντας έτσι το ενδεχόμενο να τους καλέσει οικείο τους πρόσωπο ή ακόμη το αφαιρούσαν από την κατοχή τους ώστε να εξασφαλίσουν τον απαραίτητο χρόνο διαφυγής, προτού ειδοποιηθούν οικείοι ή οι Αρχές.
Το… κόλπο της φωτογράφισης
Σε αρκετές περιπτώσεις, ζητούσαν να τους παρουσιάσουν χρυσαφικά και κοσμήματα με το πρόσχημα της φωτογράφισης αυτών, ωστόσο στη συνέχεια απομάκρυναν τα θύματά τους από το χώρο, τους αποσπούσαν την προσοχή και χωρίς να γίνουν αντιληπτοί αφαιρούσαν τα χρυσαφικά. Σε περίπτωση που οι παθόντες εξέφραζαν αμφιβολίες ή ήταν επιφυλακτικοί, τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης δε δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν σωματική βία σε βάρος τους.
Χαρακτηριστικό στοιχείο του «επαγγελματισμού» με τον οποίο δρούσαν ήταν ότι μεταξύ τους είχαν καθορίσει διακριτούς ρόλους, με επιμερισμό αρμοδιοτήτων στην προσέγγιση των θυμάτων, στην «περιφρούρηση» του πεδίου δράσης και στην κατοχή των επιχειρησιακών οχημάτων.
Όσον αφορά στα μέσα που χρησιμοποιούσαν, επρόκειτο για ιδιόκτητα οχήματα, που ήταν καταχωρισμένα σε στοιχεία άλλων προσώπων, καθώς επίσης και μισθωμένα οχήματα, προκειμένου οι χρήστες τους να μην συνδέονται άμεσα με τα βασικά μέλη της οργάνωσης. Στο πλαίσιο των ερευνών που πραγματοποιήθηκαν σε 14 οικίες και 4 ενεχυροδανειστήρια σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, μεταξύ άλλων, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν: 44.880 ευρώ, πλήθος χρυσών κοσμημάτων και ρολογιών, 15 αυτοκίνητα, 2 κυνηγετικά όπλα, περίστροφο, 74 φυσίγγια, κινητά τηλέφωνα και κάρτες SIM και πλήθος ειδών ρουχισμού σχετιζόμενων με τις κλοπές και διάφορα αντικείμενα αλλοίωσης χαρακτηριστικών (περούκες – κοτσίδες – καπέλα).
Οι συλληφθέντες οδηγήθηκαν στην αρμόδια εισαγγελική Αρχή, ενώ το προανακριτικό έργο για την εξακρίβωση του πλήρους εύρους της εγκληματικής τους δραστηριότητας συνεχίζεται.