«Οι αλλαγές στις ορμόνες και στο ανοσοποιητικό σύστημα καθιστούν τις έγκυες γυναίκες περισσότερο επιρρεπείς στη βαριά νόσηση από κορονοϊό σε σχέση με τις υπόλοιπες συνομήλικές τους».
Αυτό σημειώνει σε άρθρο του στο ΑΠΕ, ο Γεώργιος Φαρμακίδης, MD PhD- Καθηγητής Μαιευτικής και Γυναικολογίας και Εμβρυομητρικής Ιατρικής του πολιτειακού Πανεπιστήμιου Stony Brook των ΗΠΑ.
Και συνεχίζει ο επιστήμονας: «Παράλληλα, κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης, λόγω της υπερ-θρομβωτικής κατάστασης η οποία ούτως ή άλλως δημιουργείται, η μόλυνση από Covid 19 μπορεί να λειτουργήσει επιβαρυντικά προκαλώντας μοιραία αποτελέσματα. Έχει επιβεβαιωθεί ότι η μόλυνση από τη συγκεκριμένη νόσο, λόγω της πρόκλησης θρόμβων στον πλακούντα και στα αγγεία της μήτρας, ενδέχεται να οδηγήσει σε πρόωρο τοκετό, υπέρταση, εμβρυικό θάνατο αλλά και ελάττωση του βάρους του νεογνού. Επομένως, η προφύλαξη της εγκύου καθίσταται απαραίτητη.
Στην προκειμένη περίπτωση προκρίνονται τα εμβόλια που βασίζονται στην τεχνολογία MRNA τα οποία «εξαφανίζονται» 6-10 ώρες μετά την εισαγωγή τους στον οργανισμό. Το MRNA δε διαπερνά τον πλακούντα, επομένως δεν υπάρχει πιθανότητα να διεισδύσει στο έμβρυο. Επίσης δεν επηρεάζει το DNA του εμβρύου, επομένως δεν έχουμε καμιά επαφή του τελευταίου με το εμβόλιο. Η αλήθεια είναι ότι οι έγκυες γυναίκες δεν συμπεριλαμβάνονται γενικότερα στις δοκιμές για φάρμακα ή εμβόλια για λόγους νομικούς. Τ΄αποτελέσματα για την ασφάλειά τους σε όσες γυναίκες εγκυμονούν προκύπτουν σταθμίζοντας τα υπέρ και τα κατά από τη χορήγησή τους.
Στη διάρκεια της πανδημίας και λόγω του αυξημένου κινδύνου ειδικά σε έγκυες γυναίκες που ανήκουν στο υγειονομικό προσωπικό, δύο χώρες προχώρησαν σε μαζικό εμβολιασμό με τα εμβόλια της Pfizer και της Moderna. Στις ΗΠΑ συγκεκριμένα, εμβολιάσθηκαν περισσότερες από 150.000 γυναίκες σε οποιαδήποτε ηλικία κυήσεως ενώ στο Ισραήλ αρχικά περί τις 60.000 έγκυες αρχικά άνω των 14 εβδομάδων και κατόπιν επίσης σε κάθε ηλικία κυήσεως.
Από τα δεδομένα παρατηρήθηκε ότι οι έγκυες δεν είχαν μεγαλύτερες παρενέργειες από τις μη έγκυες γυναίκες, δεν υπήρξαν εμβρυικοί θάνατοι ενώ τα νεογνά δεν εμφάνισαν την οποιαδήποτε επιβάρυνση. Ως αποτέλεσμα, τόσο ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας όσο και οι εθνικοί οργανισμοί τόσο των ΗΠΑ και του Ισραήλ όσο και της Μεγάλης Βρετανίας προχώρησαν στην έκδοση οδηγιών σύμφωνα με τις οποίες ο εμβολιασμός είναι ασφαλής στην εγκυμοσύνη. Επιπροσθέτως, δε βρέθηκε ότι ο εμβολιασμός προκαλεί διαταραχές της εμμήνου ρήσεως ή επιδρά αρνητικά στη γονιμότητα της γυναίκας. Στη διάρκεια του θηλασμού, μάλιστα, επιβάλλεται ο εμβολιασμός ώστε τα αντισώματα να περάσουν στο νεογνό.
Όλα τα παραπάνω οδηγούν σε ένα και μόνο συμπέρασμα: ο εμβολιασμός στη διάρκεια της εγκυμοσύνης είναι όχι μόνο ασφαλής αλλά κι επιβεβλημένος. Ειδικά σε έγκυες οι οποίες πάσχουν από υπέρταση, διαβήτη, νοσήματα του ανοσοποιητικού, πνευμονικές παθήσεις και παχυσαρκία. Πέραν όλων των άλλων ο εμβολιασμός απελευθερώνει τη γυναίκα ώστε ν΄ασχοληθεί με τις υπόλοιπες τόσο προσωπικές και οικογενειακές όσο και τις επαγγελματικές υποχρεώσεις της με ασφάλεια.
Προς το παρόν και στη χώρα μας η διαδικασία προχωρά με τη χρήση MRNA εμβολίων σε κάθε ηλικία κυήσεως σύμφωνα και με τη σχετική οδηγία της Εθνικής Επιτροπής Εμβολιασμού. Ωστόσο, με δεδομένο ότι τα εμβόλια Astra Zeneca, Johnson και Sputnik χρησιμοποιούν αντίστοιχη τεχνολογία μ΄αυτή των εμβολίων κατά της γρίππης και του Έμπολα εισάγοντας μέρος του νεκρού ιού στον οργανισμό προκειμένου να προκληθεί ανοσοαντίδραση, προκύπτει ότι πρόκειται για εξίσου ασφαλή σκευάσματα. Κι αυτό γιατί ποτέ δε χορηγούμε ζώντες ιούς σε έγκυες γυναίκες».